Τα Εγκλήματα των Γερμανών Ναζί στη Σοβιετική Ένωση

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε η πλέον αιματηρή και καταστροφική σύγκρουση της ανθρώπινης ιστορίας. Η κλίμακα των μαχών, η έκταση των εδαφών όπου πολεμήθηκε, αλλά και η ιδεολογική διάσταση της αναμέτρησης κατέστησαν τον πόλεμο αυτόν ένα μοναδικό ιστορικό φαινόμενο. Από τα πρώτα χρόνια της ναζιστικής κυριαρχίας στη Γερμανία, ο Χίτλερ είχε εκφράσει την πρόθεσή του να επεκτείνει το Ράιχ προς ανατολάς, να κατακτήσει τις στέπες της Ρωσίας και να τις αποικίσει με Γερμανούς εποίκους. Το «ζωτικός χώρος» (Lebensraum) δεν ήταν μια απλή ρητορική· αποτέλεσε τον πυρήνα της ναζιστικής στρατηγικής. Η επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, που ξεκίνησε στις 22 Ιουνίου 1941 με την «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα», σήμανε την έναρξη ενός πολέμου εξόντωσης, ο οποίος είχε ως στόχο όχι μόνο τη στρατιωτική νίκη, αλλά και την καταστροφή πληθυσμών.

Η μοίρα των Σοβιετικών αιχμαλώτων
Κατά τους πρώτους μήνες της εκστρατείας, εκατομμύρια Σοβιετικοί στρατιώτες παραδόθηκαν στους Γερμανούς. Υπολογίζεται ότι συνολικά αιχμαλωτίστηκαν περίπου 5,7 εκατομμύρια, από τους οποίους 3,3 εκατομμύρια βρήκαν τον θάνατο – ποσοστό περίπου 58%. Η σύγκριση με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ενδεικτική: τότε, μόνο 5% των αιχμαλώτων έχασαν τη ζωή τους. Η τεράστια αυτή διαφορά οφείλεται στη συνειδητή πολιτική εξόντωσης που ακολούθησαν οι Ναζί.
Η Ανώτατη Διοίκηση της Βέρμαχτ εξέδωσε ήδη από την αρχή του πολέμου «Οδηγίες για τη μεταχείριση των Σοβιετικών αιχμαλώτων πολέμου». Ο στρατηγός Χέρμαν Ράινεκε ξεκαθάρισε ότι ο πόλεμος στο Ανατολικό Μέτωπο δεν υπόκειται στους κανόνες του «ιπποτικού πολέμου» και ότι οι Γερμανοί στρατιώτες μπορούν να χρησιμοποιούν ελεύθερα τα όπλα τους κατά των αιχμαλώτων. Επρόκειτο ουσιαστικά για επίσημη άρση κάθε περιορισμού στη βία. Η δικαιολογία των Ναζί ήταν ότι η Σοβιετική Ένωση δεν είχε επικυρώσει πλήρως τη Συνθήκη της Γενεύης του 1929· όμως η πραγματική αιτία ήταν η ιδεολογική απαξίωση του «σλαβικού υπανθρώπου».

Οι συνθήκες διαβίωσης στα στρατόπεδα αιχμαλώτων ήταν απάνθρωπες. Οι κρατούμενοι στοιβάζονταν σε πρόχειρους χώρους χωρίς στέγη, χωρίς ιατρική περίθαλψη και με ελάχιστη τροφή. Υπολογίζεται ότι έπαιρναν το 25% των θερμίδων που χρειάζονταν για την επιβίωση. Το αποτέλεσμα ήταν μαζικοί θάνατοι από πείνα, δυσεντερία, τύφο και φυματίωση. Σε πολλές περιπτώσεις, οι Γερμανοί ανάγκαζαν τους αιχμαλώτους να βαδίζουν εκατοντάδες χιλιόμετρα μέχρι τα στρατόπεδα· όσοι κατέρρεαν εκτελούνταν επιτόπου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα δίνεται από αναφορά του Οκτωβρίου 1941: στο στρατόπεδο του Μινσκ, οι αιχμάλωτοι περνούσαν έως και οκτώ ημέρες χωρίς τροφή, ακινητοποιημένοι μέσα σε συνωστισμό, ενώ οι φρουροί χρησιμοποιούσαν τα όπλα τους ως «μέσο συνεννόησης».
Τον χειμώνα του 1941-42, δεκάδες χιλιάδες αιχμάλωτοι πέθαναν από το κρύο και την πείνα. Υπολογίζεται ότι μόνο στην Ομάδα Στρατιάς Κέντρου, τον Οκτώβριο σκοτώθηκαν 20.000-50.000 αιχμάλωτοι και τον Νοέμβριο ο αριθμός έφτασε τις 100.000. Η θνησιμότητα αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί απλό «παράπλευρο αποτέλεσμα»· ήταν συνέπεια μιας συστηματικής πολιτικής εξόντωσης.

Η διαταγή των Κομισαρίων και οι μαζικές εκτελέσεις
Μια από τις πιο διαβόητες διαταγές ήταν η «Kommissarbefehl» που εκδόθηκε στις 6 Ιουνίου 1941. Σύμφωνα με αυτή, όλοι οι πολιτικοί κομισάριοι του Ερυθρού Στρατού έπρεπε να εκτελούνται επί τόπου. Οι κομισάριοι θεωρούνταν η ψυχή της σοβιετικής αντίστασης και πολλοί από αυτούς ήταν Εβραίοι, γεγονός που πρόσφερε στους Ναζί ένα πρόσχημα για μαζικές δολοφονίες.
Η εφαρμογή της διαταγής οδήγησε σε χιλιάδες εκτελέσεις. Στο Μινσκ, τον Ιούλιο του 1941, μαρτυρίες Γερμανών στρατιωτών αναφέρουν ότι Εβραίοι και κομισάριοι εκτελέστηκαν μαζικά. Ορισμένοι αξιωματικοί της Βέρμαχτ εξέφρασαν αντιρρήσεις, καθώς οι εκτελέσεις αντί να αποδυναμώσουν το ηθικό των Σοβιετικών, το ενίσχυσαν. Η διαταγή τελικά ανακλήθηκε τον Μάιο του 1942, όμως η ζημιά είχε ήδη γίνει.

Η δράση των Einsatzgruppen
Σημαντικό ρόλο στη γενοκτονία έπαιξαν οι Einsatzgruppen, ειδικές κινητές μονάδες της SS και της Αστυνομίας Ασφαλείας. Ακολουθούσαν τα στρατεύματα εισβολής και είχαν αποστολή την «εκκαθάριση» των κατακτημένων περιοχών από κομμουνιστές, Εβραίους και κάθε «ανεπιθύμητο». Η δράση τους συνιστά προοίμιο του Ολοκαυτώματος.
Στην Ουκρανία, στη Λευκορωσία και στις Βαλτικές χώρες, οι Einsatzgruppen οργάνωσαν μαζικές εκτελέσεις με πυροβολισμούς σε χαράδρες και δάση. Μία από τις πιο γνωστές σφαγές ήταν στο Μπάμπι Γιαρ, κοντά στο Κίεβο, τον Σεπτέμβριο του 1941, όπου μέσα σε δύο ημέρες εκτελέστηκαν περίπου 33.000 Εβραίοι. Συνολικά, οι Einsatzgruppen ευθύνονται για τον θάνατο περίπου 1,5 εκατομμυρίου ανθρώπων στην κατεχόμενη Σοβιετική Ένωση.

Οι Γεωργιανοί στο Τέξελ
Ένα λιγότερο γνωστό επεισόδιο αφορά τους Γεωργιανούς που πολέμησαν στο πλευρό των Ναζί. Μισώντας τον σταλινισμό, αρκετοί προσχώρησαν εθελοντικά στη Βέρμαχτ και συγκρότησαν το 822ο Τάγμα Πεζικού. Την άνοιξη του 1945, καθώς ο πόλεμος πλησίαζε στο τέλος του, το τάγμα μεταφέρθηκε στο ολλανδικό νησί Τέξελ. Εκεί, οι Γεωργιανοί εξεγέρθηκαν υπό τον λοχαγό Σάλβα Λολάτζε, σκότωσαν 246 Γερμανούς στον ύπνο τους και προσπάθησαν να ελέγξουν το νησί.
Η απάντηση των Γερμανών ήταν σκληρή: έστειλαν ενισχύσεις, κατέστειλαν την εξέγερση και εκτέλεσαν με φρικτό τρόπο 476 Γεωργιανούς, δένοντάς τους ανά ομάδες και ανατινάζοντάς τους με χειροβομβίδες. Περίπου 200 διέφυγαν και συνέχισαν ανταρτοπόλεμο μέχρι την απελευθέρωση από τους Καναδούς. Η «μάχη του Τέξελ» θεωρείται το τελευταίο κεφάλαιο του πολέμου στην Ευρώπη.

Οι βιασμοί στο Ανατολικό Μέτωπο
Ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα αφορά τους μαζικούς βιασμούς που διέπραξαν Γερμανοί στρατιώτες κατά Σοβιετικών γυναικών. Η ιστορικός Suzan Brownmiller στο έργο της Against Our Will εκτιμά ότι περίπου δέκα εκατομμύρια γυναίκες υπέστησαν σεξουαλική βία από τους εισβολείς. Από αυτές τις τραγικές εμπειρίες προέκυψαν 750.000 έως 1.000.000 παιδιά.
Ακόμα κι αν οι αριθμοί αυτοί φαίνονται υψηλοί, είναι βέβαιο ότι οι βιασμοί υπήρξαν μαζικοί και συστηματικοί. Οι γυναίκες γίνονταν συχνά στόχος όχι μόνο για λόγους ικανοποίησης, αλλά και ως μέσο τρομοκράτησης του τοπικού πληθυσμού. Η Σοβιετική Ένωση υπέστη έτσι ένα διπλό τραύμα: αφενός τη φυσική εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων, αφετέρου την ψυχολογική και κοινωνική καταστροφή από τη σεξουαλική βία.
Ενδιαφέρον είναι ότι όταν ο Κόκκινος Στρατός εισήλθε στη Γερμανία το 1945, καταγράφηκαν επίσης μαζικοί βιασμοί Γερμανίδων από Σοβιετικούς στρατιώτες, αν και σε μικρότερη κλίμακα. Ο ιστορικός Άντονι Μπίβορ έχει τεκμηριώσει το φαινόμενο αυτό, δείχνοντας ότι η βία είχε γίνει σχεδόν «κανονικοποιημένη» στη διάρκεια του πολέμου.

Ιδεολογία και πολιτική εξόντωσης
Για να κατανοήσει κανείς τα εγκλήματα αυτά, πρέπει να λάβει υπόψη την ιδεολογική βάση του ναζισμού. Ο πόλεμος στην Ανατολή δεν ήταν ένας συμβατικός πόλεμος, αλλά μια ιδεολογική σταυροφορία. Ο Χίτλερ θεωρούσε τους Σλάβους «υπανθρώπους» και τους Εβραίους «παράσιτα» που έπρεπε να εξαφανιστούν. Στόχος του ήταν η καταστροφή του σοβιετικού κράτους και η μετατροπή των εδαφών του σε γερμανική αποικία.
Η πρακτική εφαρμογή αυτής της ιδεολογίας φαίνεται στο «Γενικό Σχέδιο Όστ» (Generalplan Ost), που προέβλεπε την εκδίωξη ή εξόντωση δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων από την Ανατολική Ευρώπη ώστε να εγκατασταθούν εκεί Γερμανοί άποικοι. Παρόλο που το σχέδιο δεν υλοποιήθηκε πλήρως λόγω της στρατιωτικής ήττας του Ράιχ, πολλά από τα στοιχεία του εφαρμόστηκαν στην πράξη: πείνα, καταναγκαστική εργασία, εκτελέσεις.

Η σημασία της μνήμης
Τα εγκλήματα των Γερμανών Ναζί στη Σοβιετική Ένωση αποτελούν μία από τις πιο σκοτεινές σελίδες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκατομμύρια Σοβιετικοί στρατιώτες και πολίτες χάθηκαν όχι μόνο στις μάχες, αλλά και σε στρατόπεδα, σε σφαγές, σε πορείες θανάτου. Η ανθρώπινη ζωή είχε πλήρως απαξιωθεί μέσα στο πλαίσιο ενός πολέμου που σχεδιάστηκε εξαρχής ως πόλεμος εξόντωσης.
Η μνήμη αυτών των γεγονότων έχει ιδιαίτερη σημασία. Όχι μόνο για τους λαούς που υπέφεραν, αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μας υπενθυμίζει ότι η ιδεολογία του μίσους μπορεί να οδηγήσει σε απερίγραπτες καταστροφές. Μας διδάσκει ότι οι διεθνείς συμβάσεις και οι κανόνες πολέμου δεν είναι τυπικότητες, αλλά αναγκαίες ασπίδες προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Σήμερα, καθώς η ιστορική μνήμη συχνά αμφισβητείται ή παραχαράσσεται, είναι καθήκον των ιστορικών, των εκπαιδευτικών και των πολιτών να διατηρούν ζωντανή την αλήθεια. Η αλήθεια, όσο σκληρή κι αν είναι, δεν μπορεί να παραγραφεί. Οι εκατομμύρια ανώνυμοι νεκροί της Σοβιετικής Ένωσης αξίζουν να μνημονεύονται, όχι μόνο ως θύματα, αλλά και ως μάρτυρες ενός παρελθόντος που δεν πρέπει να επαναληφθεί.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια