Ο πόλεμος που δεν τελείωσε στις 8 Μαΐου: Η άλλη πλευρά της νίκης επί του ναζισμού

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτελεί ίσως το πιο μελετημένο ιστορικό γεγονός του 20ού αιώνα, όμως συχνά η δημόσια μνήμη επικεντρώνεται σε μια μόνο ημερομηνία: την 8η Μαΐου 1945, ημέρα που η ναζιστική Γερμανία υπέγραψε τη συνθηκολόγηση και η Ευρώπη πανηγύρισε το τέλος των εχθροπραξιών. Κι όμως, για ένα μεγάλο τμήμα του κόσμου – και κυρίως για τις δυνάμεις που πολεμούσαν στον Ειρηνικό – ο πόλεμος κάθε άλλο παρά είχε τελειώσει.
Η Ιαπωνική Αυτοκρατορία, παρά τις ολοένα πιο πιεστικές στρατιωτικές και οικονομικές συνθήκες, συνέχιζε να μάχεται. Η εξέλιξη αυτή δεν ήταν αποτέλεσμα στρατιωτικής λογικής, αλλά μιας σύνθετης ιδεολογίας που συνδύαζε τον μιλιταρισμό, τη θεοποίηση του αυτοκράτορα και μια πολιτική κουλτούρα όπου η παράδοση θεωρούνταν χειρότερη από τον θάνατο. Στο μυαλό πολλών αξιωματούχων στο Τόκιο, η πτώση γινόταν αποδεκτή μόνο όταν το ίδιο το κράτος προλεχόταν να καταρρεύσει.

Το σύστημα αξιών του ιαπωνικού militarism ήταν στενά συνδεδεμένο με τον μύθο της αυτοκρατορικής καταγωγής και μια στρεβλή ερμηνεία του μπούσίντο. Σε αυτό το πλαίσιο, η παράδοση δεν αποτελούσε απλώς ήττα· ήταν πράξη ανυπολόγιστης ντροπής. Μάλιστα, η κρατική προπαγάνδα είχε καλλιεργήσει την ιδέα ότι η αυτοκτονία για χάρη της πατρίδας ήταν τιμητικό καθήκον – λογική που κορυφώθηκε στους επιθέτες-καμικάζι και σε μαζικές πράξεις απελπισίας αμάχων σε νησιά του Ειρηνικού.
Αυτή η ψυχολογία εξηγεί γιατί η ιαπωνική ηγεσία, ακόμη και στις αρχές του 1945, συνέχιζε να αναζητά όρους «έντιμης ειρήνης» και όχι μια πλήρη συνθηκολόγηση. Η στρατιωτική πραγματικότητα όμως ήταν αμείλικτη: οι ΗΠΑ είχαν κυριαρχήσει στη θάλασσα και στον αέρα, ενώ οι συμμαχικές νίκες σε Σαϊπάν, Λέιτε και Ιβοζίμα είχαν ανοίξει τον δρόμο προς την ίδια την Ιαπωνία.

Στο ευρωπαϊκό μέτωπο, ο κόκκινος στρατός είχε υποστεί και ταυτόχρονα επιφέρει τις πιο τρομακτικές απώλειες του πολέμου. Η μάχη του Στάλινγκραντ και η επιχείρηση «Μπαγκρατιόν» έκριναν σε μεγάλο βαθμό την τύχη του ναζιστικού Ράιχ. Ωστόσο, η συμβολή της Σοβιετικής Ένωσης στην κατάρρευση της Ιαπωνίας συχνά παραγνωρίζεται.
Η Μόσχα, τηρώντας τις υποχρεώσεις της έναντι των Συμμάχων, κήρυξε τον πόλεμο στην Ιαπωνία στις 8 Αυγούστου 1945, εισβάλλοντας στη Μαντζουρία. Η επίθεση ήταν συντριπτική: μέσα σε λίγες ημέρες ο πανίσχυρος κάποτε Κουαντούνγκ Στρατός κατέρρευσε. Η σοβιετική προέλαση απέδειξε στο ιαπωνικό επιτελείο ότι δεν υπήρχε πλέον καμία πιθανότητα να διαπραγματευθεί την επιθυμητή «πολιτική λύση». Με άλλα λόγια, η Ιαπωνία έχανε όχι μόνο από τις ΗΠΑ, αλλά και από έναν δεύτερο, ασταμάτητο αντίπαλο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί ιστορικοί θεωρούν πως η σοβιετική εμπλοκή – και όχι αποκλειστικά οι ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι – επιτάχυνε αποφασιστικά την απόφαση του αυτοκράτορα Χιροχίτο να αποδεχθεί την άνευ όρων παράδοση.

Παρά την επίσημη συνθηκολόγηση της 15ης Αυγούστου 1945, ολόκληρη η περιοχή της Ασίας παρέμεινε σε κατάσταση έντασης. Πολλές μονάδες της Ιαπωνίας αρνήθηκαν να πιστέψουν ότι ο πόλεμος είχε τελειώσει, ενώ σε αρκετά νησιά απομονωμένοι στρατιώτες συνέχισαν να μάχονται για χρόνια. Η περίπτωση του Χίρο Ονόντα – του αξιωματικού που παραδόθηκε τελικά το 1974 – έγινε θρυλική, όχι μόνο για την επιμονή του, αλλά και ως σύμβολο της μιλιταριστικής νοοτροπίας που είχε διαμορφωθεί στην προπολεμική Ιαπωνία.

Η 8η και η 9η Μαΐου τιμώνται στην Ευρώπη ως η λήξη ενός από τους πιο καταστροφικούς πολέμους της ανθρώπινης ιστορίας. Όμως η συνολική κατανόηση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου απαιτεί να κοιτάξουμε πέρα από το ευρωπαϊκό μέτωπο. Η σύγκρουση στον Ειρηνικό ήταν εξίσου αιματηρή και πολυδιάστατη· και το τέλος της δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς τη συμβολή της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία, αν και παραδοσιακά «μουδιασμένη» στην εξωτερική της πολιτική, λειτούργησε αποφασιστικά όταν μπήκε στο παιχνίδι.

Η «Νίκη» δεν ήταν μονοδιάστατη ούτε απλή υπόθεση. Ήταν αποτέλεσμα των θυσιών εκατομμυρίων ανθρώπων σε διαφορετικές ηπείρους, της κατάρρευσης ολοκληρωτικών ιδεολογιών και της συνδυαστικής πίεσης που άσκησαν δυνάμεις με πολύ διαφορετικά συστήματα και συμφέροντα.
Η κατανόηση αυτής της πολύπλευρης πραγματικότητας δεν αποτελεί απλώς ιστορικό καθήκον· είναι σημαντική για να αναγνωρίσουμε πώς σφυρηλατούνται – και πώς κινδυνεύουν – οι ισορροπίες της διεθνούς πολιτικής μέχρι σήμερα.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια