Τα γεγονότα στην Κρήτη και η αντίδραση της κυβέρνησης δεν αφήνουν πολλά περιθώρια παρερμηνειών: όταν η κοινωνική δυσαρέσκεια κορυφώνεται, η κυβέρνηση δεν απαντά με διάλογο, αλλά με μια πρωτοφανή επίδειξη αυταρχισμού. Η επιλογή της να αντιμετωπίσει τους αγρότες – μια από τις πλέον πιεσμένες επαγγελματικές ομάδες της χώρας – ως εγκληματική οργάνωση αποκαλύπτει όχι μόνο πολιτική αμηχανία αλλά και επικίνδυνο κατήφορο.
Το γεγονός ότι σχηματίζονται δικογραφίες σε πάνω από 100 άτομα με κατηγορίες που φτάνουν μέχρι και την απόπειρα ανθρωποκτονίας, προκαλεί εύλογα ερωτήματα. Είναι δυνατόν μια κοινωνική ομάδα που διαδηλώνει για την επιβίωσή της να βαφτίζεται συλλήβδην «εγκληματική οργάνωση»; Πόσο εύκολα και πόσο γρήγορα μπορεί η κυβέρνηση να χρησιμοποιεί τους πιο βαρείς νομικούς χαρακτηρισμούς για να φιμώσει μια κινητοποίηση;
Αντί να αναζητηθούν οι αιτίες της οργής, η κυβέρνηση δείχνει εμμονή στο να παρουσιάσει τους αγρότες ως ταραχοποιούς που δρουν με σχέδιο. Είναι η κλασική, κουρασμένη πολιτική συνταγή: όποιος διαμαρτύρεται, συκοφαντείται. Όποιος αντιστέκεται, ποινικοποιείται. Και όσο πιο ισχυρή η κοινωνική πίεση, τόσο πιο υπερβολική η κατασταλτική απόκριση.
Η εικόνα των αστυνομικών μπλόκων σε Χανιά και Ηράκλειο, η χρήση χημικών, οι συγκρούσεις και η τελική κατάληψη της πίστας στο αεροδρόμιο δεν προέκυψαν εν κενώ· είναι το αποτέλεσμα μιας κυβέρνησης που έχει ξεχάσει ότι η δημοκρατία απαιτεί πρωτίστως ακρόαση. Όταν τα αιτήματα μένουν αναπάντητα για μήνες, δεν εκπλήσσει κανέναν ότι η κοινωνική ένταση εκρήγνυται.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η επιμονή της κυβέρνησης να εμφανίζει τους αγρότες σχεδόν ως «επαγγελματίες ταραξίες» επειδή κάποιοι εξ αυτών έχουν στο παρελθόν απασχολήσει τις Αρχές. Πρόκειται για μια επικίνδυνη πολιτική τακτική που μετατρέπει οποιαδήποτε κοινωνική σύγκρουση σε υποτιθέμενη μάχη «νομιμότητας» έναντι «παρανομίας», εξομοιώνοντας συλλήβδην εκατοντάδες πολίτες με εγκληματικές ομάδες.
Αν πράγματι η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα λύσει την κρίση του αγροτικού κόσμου με βαριές διώξεις, με συλλήψεις και με αποκλεισμούς αεροδρομίων, τότε βρίσκεται σε πλήρη αποσύνδεση από την κοινωνική πραγματικότητα. Το μήνυμα που στέλνει δεν είναι μήνυμα ισχύος – είναι μήνυμα αδυναμίας. Μόνο μια κυβέρνηση που έχει εξαντλήσει τα πολιτικά της επιχειρήματα καταφεύγει τόσο εύκολα σε όρους «εγκληματικής οργάνωσης» για να αντιμετωπίσει πολίτες.
Οι αγρότες της Κρήτης και της Νίκαιας – είτε συμφωνεί κανείς με τις μορφές κινητοποίησης είτε όχι – αποτελούν τον σφυγμό της παραγωγικής Ελλάδας. Η απαξίωσή τους, η ποινικοποίηση των αντιδράσεών τους και η στοχοποίησή τους δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αντιθέτως, το οξύνει.
Η κυβέρνηση έχει ακόμη μια επιλογή: να εγκαταλείψει την αλαζονεία της ισχύος και να επιστρέψει στον δρόμο του διαλόγου. Όσο επιμένει να αντιμετωπίζει τα κοινωνικά αιτήματα ως απειλές, τόσο θα χάνει όχι μόνο την εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά και κάθε επίφαση δημοκρατικής ευαισθησίας.
Το γεγονός ότι σχηματίζονται δικογραφίες σε πάνω από 100 άτομα με κατηγορίες που φτάνουν μέχρι και την απόπειρα ανθρωποκτονίας, προκαλεί εύλογα ερωτήματα. Είναι δυνατόν μια κοινωνική ομάδα που διαδηλώνει για την επιβίωσή της να βαφτίζεται συλλήβδην «εγκληματική οργάνωση»; Πόσο εύκολα και πόσο γρήγορα μπορεί η κυβέρνηση να χρησιμοποιεί τους πιο βαρείς νομικούς χαρακτηρισμούς για να φιμώσει μια κινητοποίηση;
Αντί να αναζητηθούν οι αιτίες της οργής, η κυβέρνηση δείχνει εμμονή στο να παρουσιάσει τους αγρότες ως ταραχοποιούς που δρουν με σχέδιο. Είναι η κλασική, κουρασμένη πολιτική συνταγή: όποιος διαμαρτύρεται, συκοφαντείται. Όποιος αντιστέκεται, ποινικοποιείται. Και όσο πιο ισχυρή η κοινωνική πίεση, τόσο πιο υπερβολική η κατασταλτική απόκριση.
Η εικόνα των αστυνομικών μπλόκων σε Χανιά και Ηράκλειο, η χρήση χημικών, οι συγκρούσεις και η τελική κατάληψη της πίστας στο αεροδρόμιο δεν προέκυψαν εν κενώ· είναι το αποτέλεσμα μιας κυβέρνησης που έχει ξεχάσει ότι η δημοκρατία απαιτεί πρωτίστως ακρόαση. Όταν τα αιτήματα μένουν αναπάντητα για μήνες, δεν εκπλήσσει κανέναν ότι η κοινωνική ένταση εκρήγνυται.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η επιμονή της κυβέρνησης να εμφανίζει τους αγρότες σχεδόν ως «επαγγελματίες ταραξίες» επειδή κάποιοι εξ αυτών έχουν στο παρελθόν απασχολήσει τις Αρχές. Πρόκειται για μια επικίνδυνη πολιτική τακτική που μετατρέπει οποιαδήποτε κοινωνική σύγκρουση σε υποτιθέμενη μάχη «νομιμότητας» έναντι «παρανομίας», εξομοιώνοντας συλλήβδην εκατοντάδες πολίτες με εγκληματικές ομάδες.
Αν πράγματι η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα λύσει την κρίση του αγροτικού κόσμου με βαριές διώξεις, με συλλήψεις και με αποκλεισμούς αεροδρομίων, τότε βρίσκεται σε πλήρη αποσύνδεση από την κοινωνική πραγματικότητα. Το μήνυμα που στέλνει δεν είναι μήνυμα ισχύος – είναι μήνυμα αδυναμίας. Μόνο μια κυβέρνηση που έχει εξαντλήσει τα πολιτικά της επιχειρήματα καταφεύγει τόσο εύκολα σε όρους «εγκληματικής οργάνωσης» για να αντιμετωπίσει πολίτες.
Οι αγρότες της Κρήτης και της Νίκαιας – είτε συμφωνεί κανείς με τις μορφές κινητοποίησης είτε όχι – αποτελούν τον σφυγμό της παραγωγικής Ελλάδας. Η απαξίωσή τους, η ποινικοποίηση των αντιδράσεών τους και η στοχοποίησή τους δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αντιθέτως, το οξύνει.
Η κυβέρνηση έχει ακόμη μια επιλογή: να εγκαταλείψει την αλαζονεία της ισχύος και να επιστρέψει στον δρόμο του διαλόγου. Όσο επιμένει να αντιμετωπίζει τα κοινωνικά αιτήματα ως απειλές, τόσο θα χάνει όχι μόνο την εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά και κάθε επίφαση δημοκρατικής ευαισθησίας.
Διαβάστε ακόμη

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών