Παραβίαση των ανθρωπιστικών κανόνων το θέμα με το εκκλησάκι του Κατσίφα

Από όποια οπτική γωνία εξεταστεί το θέμα που προέκυψε με το προσκυνητάρι του αδίκως σκοτωμένου Κ. Κατσίφα στο Βουλιαράτι, είναι καταδικαστέο και αποτελεί ωμή παραβίαση των ανθρωπιστικών, θρησκευτικών, διακοινοτικών, διεθνικών, νομικών κανόνων που ρυθμίζουν τη λειτουργία μιας κοινότητας και, τόσο το περισσότερο τις σχέσεις μιας εθνικής κοινότητας με την πλειοψηφία μιας χώρας και πιο πέρα, τις διμερείς σχέσεις. Ιδιαίτερα, όταν εύκολα συμπεραίνεις στην αλληλουχία στη δράση αφανών και κρατικών παραγόντων.
Στο σκεπτικό αυτό θα πρέπει να προσεχτεί ότι στην αστυνομία άνοιξε δρόμο ένας γνωστός «ρεπόρτερ», ο οποίος στα γεγονότα πριν ένα χρόνο αξιοποιήθηκε στη μεθόδευση της πυροδότησης των εθνικιστικών πνευμάτων από τις δύο πλευρές. Στην προκειμένη περίπτωση «εντελώς τυχαία» ανέβηκε στο σημείο που χτίζονταν το προσκυνητάρι για να κάνει ρεπορτάζ, (το οποίο δεν είδαμε ποτέ!). Ακολούθησε η αστυνομία, για να πάρουν την σκυτάλη οι κακοποιοί της νύχτας που κατέστρεψαν τα πάντα!
Η αστυνομία υπερέβη και παραβίασε τις αρμοδιότητές της και το νομικό καθεστώς. Δεν βρήκε κανέναν να χτίζει επί τόπου χωρίς άδεια δόμησης για να παρέμβει, όπως ορίζει ο νόμος, αλλά πληροφορήθηκε για κάποιον, τον οποίο κάλεσε και προσήγαγε την νύχτα παραβιάζοντας τον νόμο που απαγορεύει την αστυνομία να προβεί σε νυχτερινές προσαγωγές όταν δεν πρόκειται για επ αυτοφώρω ποινικό αδίκημα, για περίπτωση άμεσης απειλής του δημόσιου βίου (και τότε με εντολή εισαγγελέα).
Από την άλλη, βάση του νόμου αρ. 9780, ημερ 16.7.2007, για την επιθεώρηση και την προστασία του χώρου από τις αυθαίρετες κατασκευές, τροποποιημένου με τον νόμο αρ 183/2014, ημερ 24.12.2014, πρόκειται για θέμα που χειρίζεται και αντιμετωπίζει αρμόδια δημοτική αρχή. Ταυτόχρονα, το προσκυνητάρι βρίσκεται εκτός σχεδίου χωροταξικής ανάπτυξης του Δήμου και αποτελεί μέρος πανάρχαιας παράδοσης στο χώρο, ανεξαρτήτως ποιος ήταν για το κράτος ο Κατσίφας (τόσο το χειρότερο όταν το ίδιο το κράτος και μετά από ένα χρόνο δεν εξέδωσε κανένα πόρισμα για τους λόγους και τον τρόπο πώς σκοτώθηκε). Άρα, στην ουσία δεν πρόκειται για θέμα διασάλευσης της έννομης τάξης, που σημαίνει ότι με καλή διάθεση, συνεργασία και κατανόηση θα μπορούσε να ξεπεραστεί η κατάσταση. (Με την αντίθετη λογική δε θα έπρεπε να είχε ούτε τάφο και ούτε θα επιτρέπονταν η απόδοση τιμών νεκρού). Συνεπώς, προκύπτει ότι η ομιχλώδη κατάσταση διατηρείται για την αναμόχλευση εντάσεων, που δεν αφορούν απλώς την οικογένεια, αλλά γενικότερα την εθνική ελληνική μειονότητα, τις διακοινοτικές, τις διεθνικές και τις διμερείς σχέσεις.
Ωστόσο, στην δική μας κοινότητα το θέμα, ανεξαρτήτως που αποτελεί συλλογική εθνική και κοινωνική πρόκληση και προσβολή, αντιμετωπίστηκε σε ιδιαίτερα χαμηλούς τόνους. Μάλιστα και στα ηλεκτρονικά μας ΜΜΕ, τα οποία ασχολήθηκαν περισσότερο με την τουρκική εισβολή στη Συρία, ή με την τουρκική προκλητικότητα στην Κύπρο και το Αιγαίο. Εντυπωσιάζει η λάμψη δια της σιωπής των επίσημων φορέων: Δήμου, ΟΜΟΝΟΙΑΣ, ΚΕΑΔ, ΜΕΓΑ, βουλευτών κλπ, ενώ προκαλεί μέχρι ενοχής η αποστασιοποίηση εκείνων των παραγόντων που βρήκαν στην «υπόθεση Κατσίφα» την ευκαιρία προβολής «των ακραιφνών» τους εθνικών φρονημάτων (!!) και μένουν αχαρακτήριστοι εκείνοι που θεωρούν ότι το θέμα είναι καθαρά οικογενειακό !!! όπως και εθνικά αηδιαστική, παράφρων και άκρως καταδικαστέα η στάση εκείνων που λένε και σκέφτονται ότι «καλά του έγινε!»
Συμφωνώ, ότι η τήρηση χαμηλών τόνων στην υπόθεση (επικαλούμενοι την ανάγκη τήρησης της ψυχραιμίας, κατευνασμού των πνευμάτων εθνικιστικής αντιπαράθεσης και προστασίας της εθνικής ελληνικής μειονότητας, ακόμα και των διμερών σχέσεων), αποτελεί ταχτική μιας ώριμης κοινότητας, που όμως γνωρίζει καλά ποιο θα είναι το επόμενο βήμα της.
Στην προκειμένη όμως περίπτωση, δεν βρισκόμαστε στη θέση αυτή. «Οι χαμηλοί τόνοι» ισοδυναμούν με την άτακτη υπεκφυγή, συνέπεια και συνέχεια της όλης προηγηθείσας περιόδου, όπου συλλογικά η εθνική ελληνική μειονότητα βρέθηκε σε ένα κλίμα εθνικιστικής εφόδου και εθνικού εκφοβισμού στο οποίο κλίμα συνέτρεχαν κρατικές δομές, ΜΜΕ και άλλοι γνωστοί και άγνωστοι κύκλοι και άτομα.
Η κατάσταση οφείλεται στο γεγονός ότι η εθνική ελληνική μειονότητα δεν έχει έναν οργανωμένο πολιτικό και εθνικό ιστό για ενιαία και συλλογική αντιμετώπιση της κατάστασης, όταν τα δικά της φυσιολογικά αντανακλαστικά και αποθέματα έχουν δεχτεί σοβαρότατες αλλοιώσεις (Ένα παράδειγμα. Ποιος γνωρίζει πόσους Έλληνες Βορειοηπειρώτες κάλεσαν οι αρχές σε παράνομες ανακρίσεις, ποιοι ήταν οι σκοποί ανάκρισης, τι ρωτήθηκαν και τι απαντήσεις δόθηκαν;! Η ανάλυσή τους κάλλιστα θα βοηθούσε στην κατανόηση αν πρόκειται για στόχους διαλεύκανσης της υπόθεσης ή για στόχους και σχέδιο εκφοβισμού, όπως ευρέως πιστεύεται αναμεσά μας. Από την άλλη «η αδιαφορία» σχετικά με τις δεκάδες προσαγωγές και ανακρίσεις, δικαιολογημένα καλλιεργεί μεταξύ μας κλίμα καχυποψίας και αμφισβήτησης της ακεραιότητας μέρους αυτών που «ανακρίθηκαν»!)
Συνεπώς η υπόθεση Κατσίφα έτσι κι΄ αλλιώς δεν αφορά το πρόσωπο και την οικογένειά του, ούτε απλώς την καταδίκη του «ως ακραίου εθνικιστικού στοιχείου». Αφορά γενικότερα την τύχη της εθνικής ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία, η οποία, με αφορμή, ή σημείο αναφοράς τον Κατσίφα, αναμένεται να πληγεί περισσότερο. Και υπάρχουν γι΄αυτό σοβαροί λόγοι. Έτσι, είδαμε ότι από αλβανικής πλευράς, οι μεθοδεύσεις και ενέργειες για να πλήξει μέσω της υπόθεσης Κατσίφα κάθε τάση εκδήλωσης εθνικών φρονημάτων που ξεπερνούν έστω τις κόκκινες γραμμές που θέλει το κράτος, λαμβάνει διαστάσεις εθνικού εκφοβισμού. Ταυτόχρονα, πυροδοτεί λογικά κλίμα αντίδρασης εθνικιστικής παραμέτρου, ανεξαρτήτως μορφής και από τις δύο πλευρές. Και το κλίμα αυτό για πολλούς λόγους, αλλά κυρίως ξεκινώντας από τη γενικότερη μετριόφρων στάση της πλειοψηφίας της διαμένουσας στα πατρώα της εδάφη ελληνικής μειονότητας, προκαλεί εσωτερική διασάλευση στους κόλπους της. Η όλη κατάσταση είναι ανησυχαστική και κάνει ιδιαίτερα αισθητή (μέχρι πρόκληση εθνικών κραδασμών, διάσπασης και εσωστρέφειας) την απουσία εξισορροπητικών και καθοδηγητικών μηχανισμών στον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό. Είναι επίσης γεγονός ότι η κατάσταση μεταξύ άλλων προκαλεί σύγχυση και αποστασιοποίηση του εθνικού κέντρου.
Πιο συγκεκριμένα, η αδιαφορία των δικών μας επίσημων παραγόντων (οι οποίοι πιστεύουν ότι με την αποστασιοποίησή τους από την υπόθεση Κατσίφα εξισορροπούν τη θέση τους σε σχέση με Τίρανα και Αθήνα) αφήνει, όπως ανέφερα, ξέμπαρκη, χωρίς μπούσουλα και εντελώς απροστάτευτη την Εθνική Ελληνική Μειονότητα. Παράλληλα επιτρέπει στο να αποχτήσουν ρόλο κάποια στοιχεία και κύκλοι, οι οποίοι αγκάλιασαν την υπόθεση Κατσίφα για να εκδηλώσουν τον δικό τους «ιερό εθνικό αγώνα», προσανατολίζοντας στο δικό τους λούκι και τα αγνά πατριωτικά αισθήματα πολλών Ελλαδιτών και Βορειοηπειρωτών.
Την σύλληψη και ανάλυση της όλης κατάστασης βοηθούν πορίσματα από την μακρόχρονη εμπειρία μου στα κοινά και τα εθνικά της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας ότι όλα τα «κινήματα εθνικού περιεχομένου» που επιχείρησαν στην αλβανική μεταπολίτευση η Έλληνες Βορειοηπειρώτες, (συμπεριλαμβανομένου και το θέμα της Επισκοπής) ήταν υπό τον έλεγχο και την χειραγώγηση της αλβανικής πλευράς. Και τα αποτελέσματα είναι γνωστά.
Με βάση τη συγκεκριμένη παράμετρο, η υπόθεση αποχτάει μείζον σημασία αν λάβουμε υπόψη ότι η νυν κυβέρνηση στην Αθήνα δεν είναι διατεθειμένη να πράξει όπως η προηγούμενη. Δλδ σε όποια αναμενόμενη εκδήλωση με σημείο αναφοράς τον Κατσίφα, να συνεργαστεί με την αλβανική πλευρά, για τον έλεγχο με οποιοδήποτε τρόπο, όχι μόνο των ακραίων εθνικιστικών στοιχείων προερχόμενων από Ελλάδα, αλλά και όλων εκείνων που απλώς ενοχλούν τον αλβανικό εθνικισμό, ή τις αλβανικές κόκκινες γραμμές (γεγονός το οποίο είχε στο πρόσφατο παρελθόν, το δικό του κόστος και τίμημα μεταξύ της Ε. Ε. Μειονότητας). Στην προκειμένη περίπτωση, η αλβανική πλευρά υπό την πίεση και των εθνικιστικών και ανθελληνικών κύκλων, αλλά περισσότερο για να εξωστρακίσει σε εθνικιστικό επίπεδο τη βαθιά εσωτερική πολιτική κρίση (και η Ελλάδα προσφέρεται στο αλβανικό κοινό) είναι βέβαιο ότι θα επιδιώξει να ελέγξει υποδειγματικά και κάθε προσπάθεια που θα επιδιώξει να διασαλεύσει το καθεστώς που τα Τίρανα έχουν επιβάλλει στην Ε.Ε.Μειονότητα. Και οι δικοί μας ελεγχόμενοι οι οποίοι δυστυχώς έχουν προσβάσεις μέχρι σε υψηλά κυβερνητικά επίπεδα στην Ελλάδα, θα παίξουν εδώ το ρόλο τους, όπως και σε γνωστά προηγούμενα γεγονότα. Τόσο το χειρότερο, όταν διάφοροι φορείς στην Ελλάδα που αναπτύσσουν το ενδιαφέρον τους για το θέμα, δεν έχουν συγκεκριμένους στόχους, ειδικά που να αρμόζουν στο διεθνές δίκαιο. Περισσότερο είναι καταπιασμένοι σε ιστορικά κεκτημένα που δεν είναι διατεθειμένοι να επικαιροποιησουν, ή σε ένα γενικότερο αντιαλβανικό πνεύμα. Επίσης, «η δράση τους» αναπτύσσεται στην Ελλάδα, δλδ σε ασφαλές περιβάλλον, ή μπορεί να εκδηλωθεί στιγμιαία και στο χώρο της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, χωρίς να σκέφτονται τις συνέπειες μετά την αποχώρησή τους.
Συνεπώς, το όλο πλέγμα, σε συνθήκες ανυπαρξίας πραγματικού αυθεντικού εθνικού και θεσμικού πολιτικού εκπροσώπου, σε συνθήκες διάσπασης και εσωστρέφειας του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού και άμεσης εξάρτησης οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά σημαντικού μέρους αυτού από το αλβανικό κράτος, στις συνθήκες έλλειψης συγκεκριμένης ενθαρρυντικής πολιτικής από μέρους του εθνικού κέντρου, εγκυμονεί κινδύνους επιδείνωσης στο απροχώρητο της κατάστασης του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
Τέλος δεν εισηγούμαστε να παραδοθούμε, αλλά να δώσουμε ένα τέλος, στον αυθορμητισμό, στην επιπολαιότητα, στα αδελφικά μαχαιρώματα, στα καρφώματα, στον τυχοδιωκτισμό, στους παλικαρισμούς και την ανευθυνότητα και να σκεπτούμε σοβαρά, πολιτικά και εθνικά, ρεαλιστικά και γεωπολιτικά. Αν σήμερα, στην εποχή του διαλόγου (και μεταξύ εχθρών) και της δημοκρατίας, οι όποιοι Έλληνες δεν μπορεί να καθίσουν σε ένα τραπέζι, δεν μπορούν να χαράξουν ένα κοινό στόχο, τότε δεν μπορεί να αγωνιστούν για εθνικά δικαιώματα, δεν έχουν μοίρα στον Ήλιο. Απλώς θα ισχυρίζονται ότι αγωνίζονται, αλλά για προσωπικά οφέλη και συμφέροντα τρίτων. Το επιβάλλουν ιδιαίτερα οι μέρες που έρχονται.!!

Παναγιώτης Μπάρκας
14 Οκτωβρίου 2019
Αναδημοσίευση από τη σελίδα: facebook.com/panibar2011

Σχόλια