Του Τηλέμαχου Λαχανά
Με χαροποιεί το γεγονός ότι μετά από περίπου 20 χρόνια ένας νέος Δήμαρχος στο Δημαρχείο των Φοινικαίων κατόρθωσε να οργανώσει στο Δημαρχείο του την διασυνοριακή συνάντηση, βάση της οποίας θα επωφεληθεί και ο Δήμος του με 132000 €.
Με χαροποιεί το γεγονός, επίσης, καθώς δίπλα του έχει τον άλλοτε έπαρχο, τον κ. Λούτση, ο οποίος τότε, μετά από παράκλησή μου, ανέβασε τον δρόμο προς την Ακρόπολη της Φοινίκης και είχε προγραμματίσει από τότε την ανέγερση αρχαιολογικού μουσείου, ώστε τα ευρήματα από τις αρχαιολογικές ανασκαφές να εκθέτονταν στον φυσικό χώρο τους και να μην ταξίδευαν προς το Αρχαιολογικό Μουσείο του Βουθρωτού.
Υπόψη όμως και τον έπαρχο πριν του κ. Λούτση, τον κ. Χαρμπάτση, ο οποίος σε συνεργασία μαζί μου (τότε Έφορος Πολιτιστικών Μνημείων) ανάδειξε προς το κράτος και την Ιταλική Αρχαιολογική Αποστολή, η οποία συμμετείχε στις ανασκαφές, τις υποχρεώσεις που όφειλαν προς την τοπική αυτοδιοίκηση, μάλιστα θέτοντάς τους περίπου 11 όρους που έπρεπε να λάμβαναν υπόψη. Αναφέρθηκα εν ολίγοις στα παραπάνω με την παράκληση η ηγεσία του Δήμου να έχει υπόψη της και μια έκθεση που είχα παρουσιάσει για το πόσο σημαντική θα ήταν η προσφορά των Πολιτιστικών μας Μνημείων για την ανάπτυξη του τουρισμού και στις περιοχές μας, ασχέτως αν η έκθεση αυτή πέρασε στο καλάθι των αχρήστων. Να που ήρθε η ώρα όμως να ληφθεί υπόψη, τουλάχιστον για το επόμενο πρόγραμμα.
8/8/2000. ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΜΑΣ ΜΝΗΜΕΙΑ ΘΑ ΕΝΤΑΧΘΟΥΝ ΣΕ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΜΑΣ
Έκθεση την οποία παρέδωσα στον Πρόεδρο της «Ομόνοιας», επίσης στον Αντινομάρχη και το Προξενείο Αργυροκάστρου.
Δυστυχώς στων κουφών την πόρτα, αν και δεν ήταν η πρώτη φορά. Παραμένει όμως επίκαιρη, εννοείται μετά από εκτενέστερη επεξεργασία με πρόσθετα στοιχεία.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Παρόλο το πλήγμα που δέχτηκαν οι περιοχές μας από τη μαζική μετανάστευση προς την Ελλάδα περίπου το 30% του πληθυσμού παραμένει ακόμα στις εστίες του, πέραν της τάσης επαναπατρισμού όσων δε βρήκαν τη «γη της επαγγελίας».
Το ότι παρασκηνιακά δεχόμαστε ασφυχτική πίεση για να φύγουμε από δω είναι γεγονός. Άλλο το αν οφείλεται περισσότερο στην ανυπαρξία μας, στο ότι δεν αντιδρούμε. Πάντως η ιστορία διδάσκει ότι ο τόπος μας θα γεμίσει ξανά και θα παραμείνει χώρος που θα διαμορφώνει τις σχέσεις των δύο γειτόνων λαών, χώρος που θα διασταυρώνονται οι πολιτισμοί τους.
Και μόνο γι’ αυτό έχουμε χρέος ν’ αγωνιστούμε όλοι μαζί για να φέρουμε ξανά τη ζωντάνια, ώστε ο χώρος μας να παραμείνει κληρονομιά στις γενιές που θα μας διαδεχτούν. Έτσι που, πέραν του υπόγειου και επίγειου φυσικού πλούτου που οφείλουμε να τον αξιοποιήσομε για τον ίδιο σκοπό, το ενδιαφέρον μας πρέπει να στραφεί στην τουριστική του ανάπτυξη. Με τη διαφορά ότι πρέπει να το κατανοήσουμε πως η ανάπτυξη του χώρου μας δεν θα γίνει εφικτή αν δεν υπάρξει και με την άλλη πλευρά κοινή στρατηγική και ενιαίος προγραμματισμός, μέσα απ’ τον οποίο να γκρεμιστεί και στις συνειδήσεις μας ο «αόρατος» τοίχος των συνόρων. Και μη περιμένουμε το θαύμα να γίνει από τα «μέγαρα» των κεντρικών εξουσιών. Αυτό θα επιτευχθεί αν λάβουμε υπόψη ότι η πύλη εισόδου των τουριστών βρίσκεται και στις δυο πλευρές. Ας έχει υπόψη της η άλλη πλευρά ότι ο όγδοος διάδρομος, όπως αποκαλείται στην Αλβανία, και οι άξονες Βορρά-Νότου οδηγούν την Ευρώπη και στη δικιά μας πλευρά.
Αυτό και μόνο πρέπει να φέρει κοντά και τις δυο πλευρές των συνόρων, ώστε από κοινού να σκεφτούμε και να αποφασίσουμε για ενιαίο πολιτιστικό δίκτυο με ευκολοδιάβαστες αρτηρίες, ενώ στόχος μας η απορρόφηση και η διαμονή τουριστών και στις ορεινές καθυστερημένες περιοχές. Γι’ αυτό το σκοπό μέσα απ’ οποιοδήποτε πρόγραμμα πρέπει να στραφούμε στην καταγραφή και την κατάσταση των πολιτιστικών μνημείων, ώστε να τα περισώσουμε από τη φθορά και να προχωρήσουμε στο δεύτερο σκέλος, στην προετοιμασία τους για ν’ ανταποκριθούν σε αυτόν που προείπαμε πολιτιστικό τουρισμό.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΑΓΙΩΝ ΣΑΡΑΝΤΑ ΚΑΙ ΔΕΛΒΙΝΟΥ.
Είναι πολυάριθμα και διάσπαρτα σε κάθε γωνιά αυτών των περιοχών, όπως αρχαίες πόλεις, κωμοπόλεις, φρούρια, επαύλεις, οικισμοί, εκκλησίες και Μοναστήρια, ψηφιδωτά, γέφυρες κ.λ.π. Χρειάζεται όμως άμεση επέμβαση απ’ οποιοδήποτε πρόγραμμα, κυρίως στις 18 εκκλησίες και Μοναστήρια αναγνωρισμένα ως πολιτιστικά μνημεία, καθώς η κατάσταση πολλών είναι πράγματι δραματική, μη εξαιρώντας τα κτίσματα και τους πύργους που πλαισιώνουν τα Μοναστήρια,. Άλλο αν υπάρχουν και άλλες εκκλησίες οι οποίες πρέπει να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των μνημείων. Προσπερνώντας τα όσα παραπάνω όμως θα αναφερθώ για τα σημαντικότερα μνημεία, τα οποία από πλευρά μας πρέπει να ενταχθούν άμεσα στο «ενιαίο» πολιτιστικό δίκτυο:
Η αρχαία πόλη του Βουθρωτού είναι το σημαντικότερο αρχαιολογικό κέντρο, καθώς προσελκύει τουρίστες απ’ όλο τον κόσμο. Αξιολογώντας τον ιστορικό και τον αρχαιολογικό θησαυρό του, σε περιοχή που και η φύση όσο αλλού πουθενά μας προσφέρει απλόχερα καλλονές και πλεονεκτήματα, δυο λόρδοι Άγγλοι, οι Ρότσιλτ και Σόϊνσμπερι, ίδρυσαν το «Πάρκο του Βουθρωτού». Ενώ σε συνεργασία με το αλβανικό κράτος, κατόρθωσαν να συμπεριλάβουν σε ενιαίο πρόγραμμα, εκτός των 16 εκταρίων του αρχαιολογικού χώρου, μια τεράστια επιφάνεια που αγγίζει τα 290 εκτάρια. Παράλληλα κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν οικονομική ενίσχυση από την Παγκόσμια Τράπεζα και το Ίδρυμα Πάκαρτ, επίσης και από άλλους φορείς. Αυτός ο ανεξάρτητος πια αρχαιολογικός χώρος θα ενταχθεί και στο πρόγραμμα μας, ως ο πιο σημαντικός.
Η αρχαία πόλη της Φοινίκης χρονολογείται από τον 4ο αι. π.Χ., αν και αρχαιολογικά ευρήματα στην επιφάνεια παραπέμπουν σε χιλιετίες π.Χ. Μάλιστα για μια χρονική περίοδο υπήρξε και η πρωτεύουσα του Κοινού των Ηπειρωτών. Αναφέρεται μέχρι τον 5ο αι. μ.Χ. με προέκταση μέχρι τους πρόποδες του λόφου, εκεί που σήμερα βρίσκεται και το ομώνυμο χωριό. Ένα από τα κυριότερα πλεονεκτήματα της όμως είναι το ότι βρισκόμενη στην δυτική πλευρά της πεδιάδας του Βούρκου εξουσιάζει το Δέλβινο με όλα τα περίχωρα, τα χωριά των Ριζών, εξουσιάζει όλα τα βουρκοχώρια, ακόμα και δύο παραθαλάσσια χωριά, την Νίβιτσα και τον Άγιο Βασίλη. Αυτή η αρχαία πόλη λοιπόν από αρχής της χρονιάς που γίνεται λόγος προσφέρεται για κοινές ανασκαφές από το Ι. Αρχαιολογίας Τιράνων και το Ιταλικό Πανεπιστήμιο της Μπολόνια.
Εδώ πρέπει να ρίξουμε και εμείς το ειδικό βάρος ώστε, όπως και στην αρχαιότητα, να αποτελέσει το κέντρο απ’ όπου τα τουριστικά ρεύματα θα κινούνται προς κάθε κατεύθυνση. Γι’ αυτό πρέπει να βάλομε στόχο για ανάλογο πάρκο, για αρχαιολογικό μουσείο κ.λ.π.
Το Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου στον Μεσοπόταμο. Χρονολογείται από τον 12ο αι., με σημείο αναφοράς στον 4ο αι. Η εκκλησία του παρουσιάζει στατικά προβλήματα, όπως και ο πύργος του καμπαναριού. Προσφέρεται για ανασκαφές μέσα απ’ τις οποίες θα έρθει στο φως ότι σώζεται κάτω από τη γη, μάλλον ότι σχετίζεται και με την αρχαία Φοινίκη. Ήδη επισκέπτεται από τουρίστες. Αν η επίσημη εκκλησία συνειδητοποιήσει ότι έχει χρέος να επενδύσει για την προστασία και την συντήρηση του κυρίως Ναού και των κατεστραμμένων κτισμάτων, πέραν του τι θα κάνει το κράτος, δεν θα την εμποδίσει κανένας να το μετατρέψει σε πνευματικό κέντρο.
Το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου της Τσιούκας Χρονολογείται από τον 12ο αιώνα. Βρίσκεται στη διαδρομή προς τον Βουθρωτό εκεί που η τοποθεσία λέγεται Δέμα, καθώς ένας αρχαίος τοίχος με πελώριους ογκόλιθους που χρονολογείται από τον 4ο αι. π.Χ. δένει τη λίμνη του Βουθρωτού με το Ιόνιο. Έχει την χάρη να προσελκύσει τουρισμό αν και χρειάζεται άμεση επέμβαση, κυρίως στα κονάκια και τον πύργο. Χρειάζεται επίσης περίπου 1 χμ. δρόμος, για να είναι εύκολη η πρόσβαση. Χωρίς να επαναλάβω τα ίδια ισχύουν τα όσα αναφέρθηκα για την επίσημη εκκλησία.
Προς το παρόν δεν θα αναφερθώ για την ένταξη άλλων μνημείων στο εν λόγω πρόγραμμα, καθώς προετοιμάζω την έκθεση χωρίς να μου το ζητήσει κανείς. Επιμένω όμως οι Μονές και οι εκκλησίες να ενταχθούν άμεσα σ’ οποιοδήποτε πρόγραμμα, ώστε να προλάβουμε την περαιτέρω φθορά τους. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να καταγραφούν και αν είναι δυνατόν να προετοιμαστεί μια φωτογραφική έκθεση, με έμφαση την κατάσταση τους.
Θα αναφερθώ όμως στους άξονες που πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα, ώστε να γίνουν και οι απαραίτητες μελέτες για το εν λόγω πρόγραμμα.
Ο άξονας από την αρχαία Φοινίκη προς την Δρόβιανη: Εκτός της Μονής του Μεσοπόταμου και της Παναγίας του Κώσταρη, η οποία έχει καεί το 1999 και συνεχίζει να παραμένει στην ίδια κατάσταση, έχουμε μπροστά τις πηγές της Μπίστριτσας και την πανέμορφη Δρόβιανη με τις 15 εκκλησίες, η μια από τις οποίες με ξυλόγλυπτο εικονοστάσι του 18ου αιώνα. Επίσης τα ιδιαίτερα πηγάδια και τα παραδοσιακά σπίτια της. Ο Μακαριότατος Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ανέλαβε το δρόμο του χωριού, ενώ παραμένουν προς λύση και προβλήματα, όπως το πόσιμο νερό, η ανασυγκρότηση του ηλεκτρικού και η αναπαλαίωση των παραδοσιακών κατοικιών.
Ο άξονας προς τον Θεολόγο, μέχρι τις ακριτικές Λεσινίτσες: Τα μνημεία πάρα πολλά, το ίδιο και οι φυσικές καλλονές οι οποίες ευνοούν την τουριστική ανάπτυξη για την αναζωογόνηση της περιοχής. Οι εκκλησίες, οι Μονές, οι μεσαιωνικές γέφυρες, οι παραδοσιακές κατοικίες, το αρχαίο Ελίκρανο, τα γάργαρα νερά για εμφιάλωση, το φασκόμηλο, το δάσος, το κυνήγι, η κτηνοτροφία, τα οπωροφόρα και οι χιονισμένοι χειμώνες, όλα αυτά που δύσκολα σου προσφέρει απλόχερα άλλη περιοχή.
Ο άξονας προς την Λιβαδειά και οι διακλαδώσεις προς το Καρόκι και τον Μαυρομάτη: Αυτός ο άξονας διασχίζει την πεδιάδα του Βούρκου μέχρι τη Λιβαδειά που αναμένεται να συναντηθεί με την νέα εθνική οδό από τον Μαυρομάτη προς τους Αγίους Σαράντα (σχετικά με τη νέα εθνική οδό ήδη αναφέρθηκα σε προηγούμενα άρθρα μου). Ας το συνειδητοποιήσει και η ελληνική πλευρά ότι η συμβολή μου για να περάσει η εθνική οδός από τη Λιβαδειά θα προσφέρει τη δυνατότητα ο Βούρκος να αναπτυχθεί οικονομικά, εφόσον η παραγωγική πεδιάδα του και η πιθανή ανάπτυξη οπορο-καλλιέργειας στα ομαλά λοφώδη περίχωρα θα αρκούν για εφοδιασμό όχι μόνο των δυο νομών μας αλλά και των αντίστοιχων της άλλης πλευράς των συνόρων.
Η οδός από τον Παύλα, το κάστρο του Μαχαλά και οι πηγές του Μέρκου, τα αρχαία της Ντόμπρας και το παραδοσιακό Βαγκαλιάτι, μαζί και ένα εθνολογικό μουσείο στο κέντρο της Λιβαδειάς, όλα αυτά θα είναι αρκετά για να προσελκύσουν τουρισμό και σε αυτό τον χώρο.
Μη έχοντας περισσότερα στοιχεία για την ένταξη του χώρου μας σε συγκεκριμένα προγράμματα αρκούμαι στα παραπάνω, αναμένοντας κάποια αρχή. Και κάθε αρχή μας ανοίγει ορίζοντες, μας μαθαίνει από πού να αρχίσομε και τι να επιδιώξουμε από δωρητές και ιδρύματα, από προγράμματα της Ευρώπης. Αυτό που κάνουν οι Άγγλοι στο Βουθρωτό, αυτό που θα επιχειρήσουν και οι Ιταλοί στην αρχαία Φοινίκη.
Αυτή λοιπόν ήταν η έκθεση, απλή και κατανοητή! Και ήμουνα βέβαιος ότι αν είχε ληφθεί υπόψη, φυσικά και ως παρότρυνση για μια ολοκληρωμένη μελέτη σε συνεργασία με την άλλη πλευρά των συνόρων, θα είχαμε ενταχθεί σε ευρωπαϊκά προγράμματα, θα είχαμε κατορθώσει για τις περιοχές μας το ακατόρθωτο. Πάντως, όπως αναφέρθηκα και κάπου πιο πάνω, η εκκλησία νοικοκυρεύτηκε το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στο Δέμα. Δεν γνωρίζω όμως πιο το «καθεστώς» του, σε σχέση με το χωριό της Τσιούκας. Αυτό το Μοναστήρι τελούσε πάντοτε υπό την δικαιοδοσία του άλλοτε κατεστραμμένου χωριού Λυκουρσίου, ενώ μετά την καταστροφή του Λυκουρσίου υπό την δικαιοδοσία του χωριού Τσιούκας.
Με χαροποιεί το γεγονός ότι μετά από περίπου 20 χρόνια ένας νέος Δήμαρχος στο Δημαρχείο των Φοινικαίων κατόρθωσε να οργανώσει στο Δημαρχείο του την διασυνοριακή συνάντηση, βάση της οποίας θα επωφεληθεί και ο Δήμος του με 132000 €.
Με χαροποιεί το γεγονός, επίσης, καθώς δίπλα του έχει τον άλλοτε έπαρχο, τον κ. Λούτση, ο οποίος τότε, μετά από παράκλησή μου, ανέβασε τον δρόμο προς την Ακρόπολη της Φοινίκης και είχε προγραμματίσει από τότε την ανέγερση αρχαιολογικού μουσείου, ώστε τα ευρήματα από τις αρχαιολογικές ανασκαφές να εκθέτονταν στον φυσικό χώρο τους και να μην ταξίδευαν προς το Αρχαιολογικό Μουσείο του Βουθρωτού.
Υπόψη όμως και τον έπαρχο πριν του κ. Λούτση, τον κ. Χαρμπάτση, ο οποίος σε συνεργασία μαζί μου (τότε Έφορος Πολιτιστικών Μνημείων) ανάδειξε προς το κράτος και την Ιταλική Αρχαιολογική Αποστολή, η οποία συμμετείχε στις ανασκαφές, τις υποχρεώσεις που όφειλαν προς την τοπική αυτοδιοίκηση, μάλιστα θέτοντάς τους περίπου 11 όρους που έπρεπε να λάμβαναν υπόψη. Αναφέρθηκα εν ολίγοις στα παραπάνω με την παράκληση η ηγεσία του Δήμου να έχει υπόψη της και μια έκθεση που είχα παρουσιάσει για το πόσο σημαντική θα ήταν η προσφορά των Πολιτιστικών μας Μνημείων για την ανάπτυξη του τουρισμού και στις περιοχές μας, ασχέτως αν η έκθεση αυτή πέρασε στο καλάθι των αχρήστων. Να που ήρθε η ώρα όμως να ληφθεί υπόψη, τουλάχιστον για το επόμενο πρόγραμμα.
8/8/2000. ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΜΑΣ ΜΝΗΜΕΙΑ ΘΑ ΕΝΤΑΧΘΟΥΝ ΣΕ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΜΑΣ
Έκθεση την οποία παρέδωσα στον Πρόεδρο της «Ομόνοιας», επίσης στον Αντινομάρχη και το Προξενείο Αργυροκάστρου.
Δυστυχώς στων κουφών την πόρτα, αν και δεν ήταν η πρώτη φορά. Παραμένει όμως επίκαιρη, εννοείται μετά από εκτενέστερη επεξεργασία με πρόσθετα στοιχεία.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Παρόλο το πλήγμα που δέχτηκαν οι περιοχές μας από τη μαζική μετανάστευση προς την Ελλάδα περίπου το 30% του πληθυσμού παραμένει ακόμα στις εστίες του, πέραν της τάσης επαναπατρισμού όσων δε βρήκαν τη «γη της επαγγελίας».
Το ότι παρασκηνιακά δεχόμαστε ασφυχτική πίεση για να φύγουμε από δω είναι γεγονός. Άλλο το αν οφείλεται περισσότερο στην ανυπαρξία μας, στο ότι δεν αντιδρούμε. Πάντως η ιστορία διδάσκει ότι ο τόπος μας θα γεμίσει ξανά και θα παραμείνει χώρος που θα διαμορφώνει τις σχέσεις των δύο γειτόνων λαών, χώρος που θα διασταυρώνονται οι πολιτισμοί τους.
Και μόνο γι’ αυτό έχουμε χρέος ν’ αγωνιστούμε όλοι μαζί για να φέρουμε ξανά τη ζωντάνια, ώστε ο χώρος μας να παραμείνει κληρονομιά στις γενιές που θα μας διαδεχτούν. Έτσι που, πέραν του υπόγειου και επίγειου φυσικού πλούτου που οφείλουμε να τον αξιοποιήσομε για τον ίδιο σκοπό, το ενδιαφέρον μας πρέπει να στραφεί στην τουριστική του ανάπτυξη. Με τη διαφορά ότι πρέπει να το κατανοήσουμε πως η ανάπτυξη του χώρου μας δεν θα γίνει εφικτή αν δεν υπάρξει και με την άλλη πλευρά κοινή στρατηγική και ενιαίος προγραμματισμός, μέσα απ’ τον οποίο να γκρεμιστεί και στις συνειδήσεις μας ο «αόρατος» τοίχος των συνόρων. Και μη περιμένουμε το θαύμα να γίνει από τα «μέγαρα» των κεντρικών εξουσιών. Αυτό θα επιτευχθεί αν λάβουμε υπόψη ότι η πύλη εισόδου των τουριστών βρίσκεται και στις δυο πλευρές. Ας έχει υπόψη της η άλλη πλευρά ότι ο όγδοος διάδρομος, όπως αποκαλείται στην Αλβανία, και οι άξονες Βορρά-Νότου οδηγούν την Ευρώπη και στη δικιά μας πλευρά.
Αυτό και μόνο πρέπει να φέρει κοντά και τις δυο πλευρές των συνόρων, ώστε από κοινού να σκεφτούμε και να αποφασίσουμε για ενιαίο πολιτιστικό δίκτυο με ευκολοδιάβαστες αρτηρίες, ενώ στόχος μας η απορρόφηση και η διαμονή τουριστών και στις ορεινές καθυστερημένες περιοχές. Γι’ αυτό το σκοπό μέσα απ’ οποιοδήποτε πρόγραμμα πρέπει να στραφούμε στην καταγραφή και την κατάσταση των πολιτιστικών μνημείων, ώστε να τα περισώσουμε από τη φθορά και να προχωρήσουμε στο δεύτερο σκέλος, στην προετοιμασία τους για ν’ ανταποκριθούν σε αυτόν που προείπαμε πολιτιστικό τουρισμό.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΑΓΙΩΝ ΣΑΡΑΝΤΑ ΚΑΙ ΔΕΛΒΙΝΟΥ.
Είναι πολυάριθμα και διάσπαρτα σε κάθε γωνιά αυτών των περιοχών, όπως αρχαίες πόλεις, κωμοπόλεις, φρούρια, επαύλεις, οικισμοί, εκκλησίες και Μοναστήρια, ψηφιδωτά, γέφυρες κ.λ.π. Χρειάζεται όμως άμεση επέμβαση απ’ οποιοδήποτε πρόγραμμα, κυρίως στις 18 εκκλησίες και Μοναστήρια αναγνωρισμένα ως πολιτιστικά μνημεία, καθώς η κατάσταση πολλών είναι πράγματι δραματική, μη εξαιρώντας τα κτίσματα και τους πύργους που πλαισιώνουν τα Μοναστήρια,. Άλλο αν υπάρχουν και άλλες εκκλησίες οι οποίες πρέπει να συμπεριληφθούν στον κατάλογο των μνημείων. Προσπερνώντας τα όσα παραπάνω όμως θα αναφερθώ για τα σημαντικότερα μνημεία, τα οποία από πλευρά μας πρέπει να ενταχθούν άμεσα στο «ενιαίο» πολιτιστικό δίκτυο:
Η αρχαία πόλη του Βουθρωτού είναι το σημαντικότερο αρχαιολογικό κέντρο, καθώς προσελκύει τουρίστες απ’ όλο τον κόσμο. Αξιολογώντας τον ιστορικό και τον αρχαιολογικό θησαυρό του, σε περιοχή που και η φύση όσο αλλού πουθενά μας προσφέρει απλόχερα καλλονές και πλεονεκτήματα, δυο λόρδοι Άγγλοι, οι Ρότσιλτ και Σόϊνσμπερι, ίδρυσαν το «Πάρκο του Βουθρωτού». Ενώ σε συνεργασία με το αλβανικό κράτος, κατόρθωσαν να συμπεριλάβουν σε ενιαίο πρόγραμμα, εκτός των 16 εκταρίων του αρχαιολογικού χώρου, μια τεράστια επιφάνεια που αγγίζει τα 290 εκτάρια. Παράλληλα κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν οικονομική ενίσχυση από την Παγκόσμια Τράπεζα και το Ίδρυμα Πάκαρτ, επίσης και από άλλους φορείς. Αυτός ο ανεξάρτητος πια αρχαιολογικός χώρος θα ενταχθεί και στο πρόγραμμα μας, ως ο πιο σημαντικός.
Η αρχαία πόλη της Φοινίκης χρονολογείται από τον 4ο αι. π.Χ., αν και αρχαιολογικά ευρήματα στην επιφάνεια παραπέμπουν σε χιλιετίες π.Χ. Μάλιστα για μια χρονική περίοδο υπήρξε και η πρωτεύουσα του Κοινού των Ηπειρωτών. Αναφέρεται μέχρι τον 5ο αι. μ.Χ. με προέκταση μέχρι τους πρόποδες του λόφου, εκεί που σήμερα βρίσκεται και το ομώνυμο χωριό. Ένα από τα κυριότερα πλεονεκτήματα της όμως είναι το ότι βρισκόμενη στην δυτική πλευρά της πεδιάδας του Βούρκου εξουσιάζει το Δέλβινο με όλα τα περίχωρα, τα χωριά των Ριζών, εξουσιάζει όλα τα βουρκοχώρια, ακόμα και δύο παραθαλάσσια χωριά, την Νίβιτσα και τον Άγιο Βασίλη. Αυτή η αρχαία πόλη λοιπόν από αρχής της χρονιάς που γίνεται λόγος προσφέρεται για κοινές ανασκαφές από το Ι. Αρχαιολογίας Τιράνων και το Ιταλικό Πανεπιστήμιο της Μπολόνια.
Εδώ πρέπει να ρίξουμε και εμείς το ειδικό βάρος ώστε, όπως και στην αρχαιότητα, να αποτελέσει το κέντρο απ’ όπου τα τουριστικά ρεύματα θα κινούνται προς κάθε κατεύθυνση. Γι’ αυτό πρέπει να βάλομε στόχο για ανάλογο πάρκο, για αρχαιολογικό μουσείο κ.λ.π.
Το Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου στον Μεσοπόταμο. Χρονολογείται από τον 12ο αι., με σημείο αναφοράς στον 4ο αι. Η εκκλησία του παρουσιάζει στατικά προβλήματα, όπως και ο πύργος του καμπαναριού. Προσφέρεται για ανασκαφές μέσα απ’ τις οποίες θα έρθει στο φως ότι σώζεται κάτω από τη γη, μάλλον ότι σχετίζεται και με την αρχαία Φοινίκη. Ήδη επισκέπτεται από τουρίστες. Αν η επίσημη εκκλησία συνειδητοποιήσει ότι έχει χρέος να επενδύσει για την προστασία και την συντήρηση του κυρίως Ναού και των κατεστραμμένων κτισμάτων, πέραν του τι θα κάνει το κράτος, δεν θα την εμποδίσει κανένας να το μετατρέψει σε πνευματικό κέντρο.
Το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου της Τσιούκας Χρονολογείται από τον 12ο αιώνα. Βρίσκεται στη διαδρομή προς τον Βουθρωτό εκεί που η τοποθεσία λέγεται Δέμα, καθώς ένας αρχαίος τοίχος με πελώριους ογκόλιθους που χρονολογείται από τον 4ο αι. π.Χ. δένει τη λίμνη του Βουθρωτού με το Ιόνιο. Έχει την χάρη να προσελκύσει τουρισμό αν και χρειάζεται άμεση επέμβαση, κυρίως στα κονάκια και τον πύργο. Χρειάζεται επίσης περίπου 1 χμ. δρόμος, για να είναι εύκολη η πρόσβαση. Χωρίς να επαναλάβω τα ίδια ισχύουν τα όσα αναφέρθηκα για την επίσημη εκκλησία.
Προς το παρόν δεν θα αναφερθώ για την ένταξη άλλων μνημείων στο εν λόγω πρόγραμμα, καθώς προετοιμάζω την έκθεση χωρίς να μου το ζητήσει κανείς. Επιμένω όμως οι Μονές και οι εκκλησίες να ενταχθούν άμεσα σ’ οποιοδήποτε πρόγραμμα, ώστε να προλάβουμε την περαιτέρω φθορά τους. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να καταγραφούν και αν είναι δυνατόν να προετοιμαστεί μια φωτογραφική έκθεση, με έμφαση την κατάσταση τους.
Θα αναφερθώ όμως στους άξονες που πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα, ώστε να γίνουν και οι απαραίτητες μελέτες για το εν λόγω πρόγραμμα.
Ο άξονας από την αρχαία Φοινίκη προς την Δρόβιανη: Εκτός της Μονής του Μεσοπόταμου και της Παναγίας του Κώσταρη, η οποία έχει καεί το 1999 και συνεχίζει να παραμένει στην ίδια κατάσταση, έχουμε μπροστά τις πηγές της Μπίστριτσας και την πανέμορφη Δρόβιανη με τις 15 εκκλησίες, η μια από τις οποίες με ξυλόγλυπτο εικονοστάσι του 18ου αιώνα. Επίσης τα ιδιαίτερα πηγάδια και τα παραδοσιακά σπίτια της. Ο Μακαριότατος Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ανέλαβε το δρόμο του χωριού, ενώ παραμένουν προς λύση και προβλήματα, όπως το πόσιμο νερό, η ανασυγκρότηση του ηλεκτρικού και η αναπαλαίωση των παραδοσιακών κατοικιών.
Ο άξονας προς τον Θεολόγο, μέχρι τις ακριτικές Λεσινίτσες: Τα μνημεία πάρα πολλά, το ίδιο και οι φυσικές καλλονές οι οποίες ευνοούν την τουριστική ανάπτυξη για την αναζωογόνηση της περιοχής. Οι εκκλησίες, οι Μονές, οι μεσαιωνικές γέφυρες, οι παραδοσιακές κατοικίες, το αρχαίο Ελίκρανο, τα γάργαρα νερά για εμφιάλωση, το φασκόμηλο, το δάσος, το κυνήγι, η κτηνοτροφία, τα οπωροφόρα και οι χιονισμένοι χειμώνες, όλα αυτά που δύσκολα σου προσφέρει απλόχερα άλλη περιοχή.
Ο άξονας προς την Λιβαδειά και οι διακλαδώσεις προς το Καρόκι και τον Μαυρομάτη: Αυτός ο άξονας διασχίζει την πεδιάδα του Βούρκου μέχρι τη Λιβαδειά που αναμένεται να συναντηθεί με την νέα εθνική οδό από τον Μαυρομάτη προς τους Αγίους Σαράντα (σχετικά με τη νέα εθνική οδό ήδη αναφέρθηκα σε προηγούμενα άρθρα μου). Ας το συνειδητοποιήσει και η ελληνική πλευρά ότι η συμβολή μου για να περάσει η εθνική οδός από τη Λιβαδειά θα προσφέρει τη δυνατότητα ο Βούρκος να αναπτυχθεί οικονομικά, εφόσον η παραγωγική πεδιάδα του και η πιθανή ανάπτυξη οπορο-καλλιέργειας στα ομαλά λοφώδη περίχωρα θα αρκούν για εφοδιασμό όχι μόνο των δυο νομών μας αλλά και των αντίστοιχων της άλλης πλευράς των συνόρων.
Η οδός από τον Παύλα, το κάστρο του Μαχαλά και οι πηγές του Μέρκου, τα αρχαία της Ντόμπρας και το παραδοσιακό Βαγκαλιάτι, μαζί και ένα εθνολογικό μουσείο στο κέντρο της Λιβαδειάς, όλα αυτά θα είναι αρκετά για να προσελκύσουν τουρισμό και σε αυτό τον χώρο.
Μη έχοντας περισσότερα στοιχεία για την ένταξη του χώρου μας σε συγκεκριμένα προγράμματα αρκούμαι στα παραπάνω, αναμένοντας κάποια αρχή. Και κάθε αρχή μας ανοίγει ορίζοντες, μας μαθαίνει από πού να αρχίσομε και τι να επιδιώξουμε από δωρητές και ιδρύματα, από προγράμματα της Ευρώπης. Αυτό που κάνουν οι Άγγλοι στο Βουθρωτό, αυτό που θα επιχειρήσουν και οι Ιταλοί στην αρχαία Φοινίκη.
Τηλέμαχος Λαχανάς
Διευθυντής του Φορέα Π. Μνημείων Αγίων Σαράντα και Δελβίνου.
Αυτή λοιπόν ήταν η έκθεση, απλή και κατανοητή! Και ήμουνα βέβαιος ότι αν είχε ληφθεί υπόψη, φυσικά και ως παρότρυνση για μια ολοκληρωμένη μελέτη σε συνεργασία με την άλλη πλευρά των συνόρων, θα είχαμε ενταχθεί σε ευρωπαϊκά προγράμματα, θα είχαμε κατορθώσει για τις περιοχές μας το ακατόρθωτο. Πάντως, όπως αναφέρθηκα και κάπου πιο πάνω, η εκκλησία νοικοκυρεύτηκε το Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου στο Δέμα. Δεν γνωρίζω όμως πιο το «καθεστώς» του, σε σχέση με το χωριό της Τσιούκας. Αυτό το Μοναστήρι τελούσε πάντοτε υπό την δικαιοδοσία του άλλοτε κατεστραμμένου χωριού Λυκουρσίου, ενώ μετά την καταστροφή του Λυκουρσίου υπό την δικαιοδοσία του χωριού Τσιούκας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών