«Τώρα τι θέλεις: Να πάμε σε πόλεμο;»

Γράφει ο Στέλιος Φενέκος

Το βασικό ερώτημα πάνω στο οποίο στηρίζεται η προσπάθεια κατευνασμού της Τουρκίας με υποχωρήσεις, είναι:
Τώρα τι θέλεις «να πάμε σε πόλεμο»;

Όμως "ειρηνικός τρόπος" διαχείρισης μπορεί να σημαίνει ότι υποχωρείς στις διεκδικήσεις και τις απειλές χωρίς να έχεις κανένα διαπραγματευτικό πλεονέκτημα, ή επίσης μπορεί να διαπραγματεύεσαι χωρίς αποδοχή των εκβιασμών, με όρους ισοτιμίας και ικανότητας προβολής διαπραγματευτικών όπλων ή ακόμη και να μην διαπραγματεύεσαι (λόγω των απειλών και εκβιασμών) και να αναπτύσσεις συμμαχίες, ισχυρές αποτρεπτικές δυνατότητες, ήπια ισχύ κλπ.
Όπως και ο "Πολεμικός" τρόπος έχει διαβαθμίσεις (κρίσεις, σθεναρές αντιστάσεις, τοπικά περιορισμένη προβολή ισχύος, ενέργειες/δράσεις άρνησης είτε αποτροπής, συγκρούσεις και τελευταία είναι η προσφυγή σε γενικευμένη πολεμική σύγκρουση).
Καμία από αυτές τις επιλογές δεν μπορεί να υποβαθμίζεται ή να λέμε ότι εάν προκληθούμε δεν θα την ενασκήσουμε ανάλογα με την ένταση και την ποιότητα της πρόκλησης, γιατί τότε οδηγεί σε αποδυνάμωσή μας και αποθράσυνση του αντιπάλου).

POLITICAL WARFARE
Αν εξετάσουμε ιστορικά παραδείγματα, το “ειρηνικό” δόγμα του "Political Warfare" (Πολιτικός Πόλεμος) αποτελεί μια στρατηγική που αναπτύχθηκε κυρίως από τις ΗΠΑ, με σκοπό τη χρήση μη στρατιωτικών μέσων για την επίτευξη πολιτικών και στρατηγικών στόχων σε διεθνές επίπεδο.
Ο όρος διατυπώθηκε επίσημα από τον George F. Kennan, έναν από τους βασικούς αρχιτέκτονες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, σε ένα απόρρητο υπόμνημα το 1948 όταν ήταν επικεφαλής της Πολιτικής Σχεδίασης του State Department. Το υπόμνημα απευθυνόταν στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, όπου περιέγραφε τον Πολιτικό Πόλεμο ως τη χρήση «ολόκληρου του φάσματος των μέσων που διαθέτει ένα κράτος, εκτός από τον πόλεμο, για να επιτύχει τους εθνικούς του στόχους». Περιλάμβανε εργαλεία όπως, η οικονομική διπλωματία, η υποστήριξη συμμάχων, η πολιτιστική διείσδυση και, ενίοτε η προπαγάνδα και οι μυστικές επιχειρήσεις.
Η προσέγγιση αυτή συνδύαζε την άσκηση "ήπιας ισχύος" (soft power) και διατήρησης της "σκληρής ισχύος" (hard power) ως εργαλείο που επιδίωκε την ειρήνη μέσω αποτροπής και ανάσχεσης, δημιουργώντας ένα πλέγμα δράσεων που στόχευε στη διατήρηση της αμερικανικής επιρροής και την μη πολεμική αντιμετώπιση της Σοβιετικής Ένωσης.
Η φιλοσοφία του Political Warfare παραμένει ζωντανή ως μέσο διεθνούς ανταγωνισμού και επιρροής, ιδιαίτερα σε ένα διαρκώς πιο πολωμένο παγκόσμιο σύστημα.
Και για να μην νομίζουμε ότι είμαστε οι μόνοι στον κόσμο που έχουμε προβλήματα με τον γείτονά τους, ας δούμε τα παρακάτω παραδείγματα προσπάθειας χρήσης όλων των διατιθέμενων μέσων από μία χώρα για να διαφυλάξει τα ζωτικά της συμφέροντα χωρίς να προσφύγει οπωσδήποτε σε πόλεμο (που σαν επιλογή πρέπει όμως πάντα να παραμένει στο πεδίο δυνητικής αντιπαράθεσης για λόγους αποτροπής).

ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΡΣΑΛ
Οι ΗΠΑ πέραν του δόγματος του “Political Warfare” χρησιμοποίησαν το Σχέδιο Μάρσαλ για πολιτική και οικονομική επιρροή στους συμμάχους της, την δημιουργία διμερών και πολυμερών συμμαχιών όπως το ΝΑΤΟ για τον περιορισμό της σοβιετικής επιρροής, χωρίς άμεση στρατιωτική πολεμική σύγκρουση.

ΜΙΚΡΕΣ ΧΩΡΕΣ ΑΠΕΙΛΟΥΜΕΝΕΣ
Οι μικρές χώρες που απειλούνται από διεκδικητικούς και επιθετικούς ισχυρότερους αντίπαλους, όπως η Ταϊβάν, η Σουηδία, η Νορβηγία και η Ισλανδία, υιοθετούν στρατηγικές που βασίζονται σε συνδυασμό διπλωματίας, αμυντικής ενίσχυσης, διεθνούς συνεργασίας και ήπιας ισχύος για να προστατεύσουν τα εθνικά τους συμφέροντα απέναντι στις απειλές.
Όλες οι χώρες αυτές έχουν κατανοήσει ότι η συνεργασία με ισχυρούς συμμάχους και η περιφερειακή συνεργασία είναι κλειδί για την προστασία της κυριαρχίας τους, παράλληλα όμως με την αμυντική τους ενίσχυση, την στρατιωτική εκπαίδευση, την αμυντική τεχνολογία και καινοτομία, και τη διατήρηση ισχυρών οικονομιών για να ενισχύσουν την εσωτερική και διεθνή τους θέση. Όλες αυτές οι χώρες βασίζονται στη συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς, όπως ο ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ (όπου είναι μέλη) ή άλλες περιφερειακές συμμαχίες, για να πολλαπλασιάσουν τη φωνή και την επιρροή τους.

ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΚΑΤΕΥΝΑΣΜΟΥ
Η πολιτική του κατευνασμού και των μονομερών υποχωρήσεων για αποφυγή πολεμικής αντιπαράθεσης, σπάνια πέτυχε διεθνώς.
Αντίθετα τις περισσότερες φορές οδήγησε σε αποτυχία επειδή ο αντίπαλος ήταν επιτακτικά και συνεχώς διεκδικητικός, δεν επιδίωκε την πραγματική ειρήνη αλλά απειλούσε με πόλεμο, γιατί εκλάμβανε τις υποχωρήσεις ως αδυναμία και έτσι ενθαρρύνονταν να προχωρήσει σε περαιτέρω διεκδικήσεις με επιθετικότητα. Ακόμη χειρότερα εάν η απειλούμενη χώρα δεν ενεργεί για ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος. και εάν απουσιάζει ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο αντιμετώπισης.
Κλασσικό παράδειγμα ήταν όταν στη δεκαετία του 1950, η Ινδία προσπάθησε να αντιμετωπίσει την απειλή της Κίνας με έμφαση στη συνθήκη Panchsheel, η οποία ήταν ένα κείμενο αρχών που δημιουργούσε υπερβολικές προσδοκίες, όπως την ίδια λογική προβάλλει και η διακήρυξη των Αθηνών.
Όμως το 1962 οι προσδοκίες κατέρρευσαν, οι συνοριακές εντάσεις κλιμακώθηκαν, οδηγώντας σε πόλεμο. Η Κίνα κατέλαβε τμήματα του εδάφους της Ινδίας, ενώ η Ινδία αιφνιδιάστηκε από την επιθετικότητα της Κίνας. Η Κίνα δεν σεβάστηκε το πνεύμα της Panchsheel, και οι επιθετικές της ενέργειες απέδειξαν ότι η φιλική ρητορική της Ινδίας δεν μπορούσε να αποτρέψει τις φιλοδοξίες της Κίνας.
Ο πόλεμος αυτός αποκάλυψε επίσης ότι η Ινδία δεν είχε επενδύσει επαρκώς στην άμυνά της, με αποτέλεσμα να βρεθεί σε μειονεκτική θέση.
Μετά την αποτυχία της συμφωνίας, η Ινδία αύξησε κατακόρυφα τις επενδύσεις για την άμυνα, επανεξέτασε τη στρατηγική της διμερούς προσπάθειας επίλυσης και ανέπτυξε στενότερες συμμαχικές σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση, ειδικά στον στρατιωτικό τομέα.
Επικεντρώθηκε επίσης στην οικοδόμηση μιας ισχυρής εσωτερικής αμυντικής βιομηχανίας και στη δημιουργία αποτρεπτικών μηχανισμών. Ενώ η αρχική φιλοσοφία της Ινδίας φαινόταν ιδεαλιστική και πολλά υποσχόμενη, απέτυχε να λάβει υπόψη τον ρεαλισμό της γεωπολιτικής και την επιθετική φύση του αντιπάλου.

ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Συνεπώς η έκφραση του απόλυτα ευνουχισμένου διλήμματος "ειρήνη ή πόλεμος" είναι ψευδεπίγραφη, ιστορικά και ουσιαστικά αδύναμη, παραπλανητική και σκοπό έχει να χειραγωγήσει την σκέψη με μία επιφανειακή μανιχαϊστική προσέγγιση.
Όταν μάλιστα ξεκινάει ο οιοσδήποτε συλλογισμός με αυτό το ψευδεπίγραφο δίλημμα, τότε και το οιοδήποτε επιχείρημα ακολουθεί, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης, γιατί στηρίζεται σε εσφαλμένη βάση.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια