Ο Εκρέμ Τσαμπέι ( Eqrem Çabej) ήταν Αλβανός καθηγητής, γλωσσολόγος και αλβανολόγος.
Γεννήθηκε στο Εσκισεχίρ στις 6 Αυγούστου 1908, δευτερότοκος γιος του Χυσέν και της Αϊσέ, μετά τον Σελαουντίν. Ο πατέρας του ήταν απόφοιτος Νομικής στο "Dar-ul-Hukuk" της Κωνσταντινούπολης.
Έλαβε τα πρώτα του μαθήματα στο Αργυρόκαστρο από το 1915 έως το 1920 και μετά στάλθηκε στην Αυστρία για να συνεχίσει τις σπουδές του. Πριν εισαχθεί σε οποιαδήποτε σχολή, έμελλε να μείνει με την οικογένεια Reinmyler στο St. Pölten κοντά στη Βιέννη, για να μάθει Γερμανικά.
Αποφοίτησε από το γυμνάσιο στο Κλάγκενφουρτ (1923-1926). Εν όψει των πανεπιστημιακών σπουδών είχε διαφωνίες με τον πατέρα του, που επιθυμούσε ο γιος του να γίνει γιατρός. Εγγράφηκε στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ρώμης. Μετά όμως από την επιμονή του στη γλωσσολογία, εγγράφηκε στο Γκρατς για το ακαδημαϊκό έτος 1927-1928 και στη συνέχεια μετακόμισε στη Βιέννη (1930-1933), όπου παρακολούθησε τα μαθήματα από τους Paul Kretschmer, Karl Patsch, Nikolai Trubetzkoy και Norbert Jokl. Υπό την επίβλεψη του Norbert Jokl, ο Τσαμπέι άρχισε να ενδιαφέρεται πολύ για την ιστορική εξέλιξη της αλβανικής γλώσσας . Το 1933, υπέβαλε τη διδακτορική του διατριβή Italoalbanische Studien (Ιταλο-Αλβανικές Μελέτες).
Ο Τσαμπέι επέστρεψε στην Αλβανία όπου εργάστηκε ως καθηγητής γυμνασίου και αναπληρωτής διευθυντής του οικοτροφείου "Τα Όρη μας" στη Σκόδρα (1933/34), όπου δίδαξε Αλβανική λογοτεχνία. Το σχολικό έτος 1935-'36 ο Τσαμπέι μετατέθηκε στο Λύκειο του Ελμπασάν, όπου έμεινε επίσης για ένα χρόνο. Από εκεί μετατέθηκε στο Υπουργείο Παιδείας, όπου ανέλαβε τη διεύθυνση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η διευθυντική θέση όμως δεν τον ικανοποιούσε. Με την από 17.12.1936 αίτηση προς το Υπουργείο Παιδείας της Αλβανίας, για λόγους υγείας, ζήτησε να διοριστεί ξανά καθηγητής λογοτεχνίας στο γυμνάσιο των Τιράνων. Το αίτημά του δεν ικανοποιήθηκε, αλλά διορίστηκε στο Στρατιωτικό Συμπληρωματικό Σχολείο. Με την «υπόθεση Τσαμπέι» επιλήφθηκε τελικά το τότε Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο αποφάσισε ότι ο Τσαμπέι, μετά την αποφοίτησή του από τη Στρατιωτική Συμπληρωματική Σχολή, θα μετατεθεί ως καθηγητής στο Αργυρόκαστρο. Το 1938-'39 συνέχισε ως καθηγητής στο Αργυρόκαστρο, όπου δίδαξε λογοτεχνία και στοιχεία της αλβανικής γλώσσας.
Το σχολικό έτος 1939 -40 ο Τσαμπέι μετατέθηκε στο γυμνάσιο των Τιράνων όπου ανέλαβε τη διεύθυνση του σχολείου. Μέλος του Ινστιτούτου Αλβανικών Σπουδών, το 1940 στάλθηκε στη Ρώμη με εντολή του Υπουργού Παιδείας Έρνεστ Κολίκι για να εργαστεί για τον Άτλαντα της Αλβανικής Γλώσσας, το οποίο δεν πραγματοποιήθηκε λόγω πολιτικών εξελίξεων κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τον Σεπτέμβριο του 1943 διορίστηκε Υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Μιτροβίτσα, θέση που δεν αποδέχθηκε. Στις 25 Ιανουαρίου 1944, δολοφονήθηκε ο αδελφός του, Σελαουντίν, αντινομάρχης τότε της Ορεινής Τζακόβιτσα. Επέστρεψε στην Αλβανία μετά τον Ιούλιο του 1944.
Το 1947 διορίστηκε μέλος του Ινστιτούτου Επιστημών, που προηγήθηκε του Πανεπιστημίου των Τιράνων. Από το 1952 έως το 1957, διετέλεσε καθηγητής της Ιστορικής Γραμματικής της Αλβανικής και της Ιστορικής Φωνητικής. Το 1972, έγινε ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Επιστημών Αλβανίας. Πέθανε στις 13 Αυγούστου 1980 σε κλινική της Ρώμης
Ο Τσαμπέι ειδικεύτηκε στην ινδοευρωπαϊκή συγκριτική γλωσσολογία. Ανέπτυξε την επιστημονική του δραστηριότητα στη γλωσσολογία, αλλά και πέραν αυτής, στη λαογραφία, την εθνογραφία και την ιστορία της λογοτεχνίας. Πραγματοποιήσε ιστορικές ετυμολογικές και λεξικολογικές μελέτες, διαλεκτολογικές, ονοματολογικές, καθώς και συνεισέφερε στην κωδικοποίηση της κοινής αλβανικής γλώσσας.
Ο Τσαμπέι έχει προσφέρει σημαντική προσφορά στις ετυμολογικές μελέτες της αλβανικής γλώσσας προτείνοντας πολλές ετυμολογικές εξηγήσεις, που ενσωματώνονται στο ογκώδες έργο του "Ετυμολογικές Μελέτες στο πεδίο της Αλβανικής".
Γεννήθηκε στο Εσκισεχίρ στις 6 Αυγούστου 1908, δευτερότοκος γιος του Χυσέν και της Αϊσέ, μετά τον Σελαουντίν. Ο πατέρας του ήταν απόφοιτος Νομικής στο "Dar-ul-Hukuk" της Κωνσταντινούπολης.
Έλαβε τα πρώτα του μαθήματα στο Αργυρόκαστρο από το 1915 έως το 1920 και μετά στάλθηκε στην Αυστρία για να συνεχίσει τις σπουδές του. Πριν εισαχθεί σε οποιαδήποτε σχολή, έμελλε να μείνει με την οικογένεια Reinmyler στο St. Pölten κοντά στη Βιέννη, για να μάθει Γερμανικά.
Αποφοίτησε από το γυμνάσιο στο Κλάγκενφουρτ (1923-1926). Εν όψει των πανεπιστημιακών σπουδών είχε διαφωνίες με τον πατέρα του, που επιθυμούσε ο γιος του να γίνει γιατρός. Εγγράφηκε στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ρώμης. Μετά όμως από την επιμονή του στη γλωσσολογία, εγγράφηκε στο Γκρατς για το ακαδημαϊκό έτος 1927-1928 και στη συνέχεια μετακόμισε στη Βιέννη (1930-1933), όπου παρακολούθησε τα μαθήματα από τους Paul Kretschmer, Karl Patsch, Nikolai Trubetzkoy και Norbert Jokl. Υπό την επίβλεψη του Norbert Jokl, ο Τσαμπέι άρχισε να ενδιαφέρεται πολύ για την ιστορική εξέλιξη της αλβανικής γλώσσας . Το 1933, υπέβαλε τη διδακτορική του διατριβή Italoalbanische Studien (Ιταλο-Αλβανικές Μελέτες).
Ο Τσαμπέι επέστρεψε στην Αλβανία όπου εργάστηκε ως καθηγητής γυμνασίου και αναπληρωτής διευθυντής του οικοτροφείου "Τα Όρη μας" στη Σκόδρα (1933/34), όπου δίδαξε Αλβανική λογοτεχνία. Το σχολικό έτος 1935-'36 ο Τσαμπέι μετατέθηκε στο Λύκειο του Ελμπασάν, όπου έμεινε επίσης για ένα χρόνο. Από εκεί μετατέθηκε στο Υπουργείο Παιδείας, όπου ανέλαβε τη διεύθυνση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η διευθυντική θέση όμως δεν τον ικανοποιούσε. Με την από 17.12.1936 αίτηση προς το Υπουργείο Παιδείας της Αλβανίας, για λόγους υγείας, ζήτησε να διοριστεί ξανά καθηγητής λογοτεχνίας στο γυμνάσιο των Τιράνων. Το αίτημά του δεν ικανοποιήθηκε, αλλά διορίστηκε στο Στρατιωτικό Συμπληρωματικό Σχολείο. Με την «υπόθεση Τσαμπέι» επιλήφθηκε τελικά το τότε Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο αποφάσισε ότι ο Τσαμπέι, μετά την αποφοίτησή του από τη Στρατιωτική Συμπληρωματική Σχολή, θα μετατεθεί ως καθηγητής στο Αργυρόκαστρο. Το 1938-'39 συνέχισε ως καθηγητής στο Αργυρόκαστρο, όπου δίδαξε λογοτεχνία και στοιχεία της αλβανικής γλώσσας.
Το σχολικό έτος 1939 -40 ο Τσαμπέι μετατέθηκε στο γυμνάσιο των Τιράνων όπου ανέλαβε τη διεύθυνση του σχολείου. Μέλος του Ινστιτούτου Αλβανικών Σπουδών, το 1940 στάλθηκε στη Ρώμη με εντολή του Υπουργού Παιδείας Έρνεστ Κολίκι για να εργαστεί για τον Άτλαντα της Αλβανικής Γλώσσας, το οποίο δεν πραγματοποιήθηκε λόγω πολιτικών εξελίξεων κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τον Σεπτέμβριο του 1943 διορίστηκε Υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Μιτροβίτσα, θέση που δεν αποδέχθηκε. Στις 25 Ιανουαρίου 1944, δολοφονήθηκε ο αδελφός του, Σελαουντίν, αντινομάρχης τότε της Ορεινής Τζακόβιτσα. Επέστρεψε στην Αλβανία μετά τον Ιούλιο του 1944.
Το 1947 διορίστηκε μέλος του Ινστιτούτου Επιστημών, που προηγήθηκε του Πανεπιστημίου των Τιράνων. Από το 1952 έως το 1957, διετέλεσε καθηγητής της Ιστορικής Γραμματικής της Αλβανικής και της Ιστορικής Φωνητικής. Το 1972, έγινε ιδρυτικό μέλος της Ακαδημίας Επιστημών Αλβανίας. Πέθανε στις 13 Αυγούστου 1980 σε κλινική της Ρώμης
Ο Τσαμπέι ειδικεύτηκε στην ινδοευρωπαϊκή συγκριτική γλωσσολογία. Ανέπτυξε την επιστημονική του δραστηριότητα στη γλωσσολογία, αλλά και πέραν αυτής, στη λαογραφία, την εθνογραφία και την ιστορία της λογοτεχνίας. Πραγματοποιήσε ιστορικές ετυμολογικές και λεξικολογικές μελέτες, διαλεκτολογικές, ονοματολογικές, καθώς και συνεισέφερε στην κωδικοποίηση της κοινής αλβανικής γλώσσας.
Ο Τσαμπέι έχει προσφέρει σημαντική προσφορά στις ετυμολογικές μελέτες της αλβανικής γλώσσας προτείνοντας πολλές ετυμολογικές εξηγήσεις, που ενσωματώνονται στο ογκώδες έργο του "Ετυμολογικές Μελέτες στο πεδίο της Αλβανικής".
Διαβάστε ακόμη:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών