Ο Μίκης Θεοδωράκης και ο λαϊκός πολιτισμός

Πριν από αρκετά χρόνια άκουσα μια συνέντευξη του Μίκη στο ραδιόφωνο, στην οποία, ανάμεσα στα άλλα, έκανε μια αναφορά στο δημοτικό τραγούδι και τη συλλογική δημιουργία. Έλεγε, λοιπόν, ότι στην εποχή της δημιουργίας των δημοτικών τραγουδιών δεν υπήρχε η έννοια των πνευματικών δικαιωμάτων ούτε η ατομική » έντεχνη» δημιουργία, όπως την εννοούμε σήμερα. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι δημιουργούσαν όλοι μαζί και ταυτόχρονα. Υπήρχαν εμπνευσμένα πρόσωπα στην κοινότητα που σκάρωναν στίχους και τραγούδια, τα οποία διηθίζονταν μέσα στους κόλπους της, καθιερώνονταν και γίνονταν συλλογικό της κτήμα. Υπήρχαν δηλαδή ποιητές- δημιουργοί, απλά δεν γίνονταν γνωστοί, όπως συμβαίνει σήμερα.

Δεν γνωρίζω αν ο Θεοδωράκης είχε διαβάσει Νικόλαο Πολίτη, αλλά αυτό ακριβώς λέει και ο πατέρας της ελληνικής λαογραφίας στο άρθρο του «γνωστοί ποιηταί δημοτικών ασμάτων». Εξηγεί σε αυτό το άρθρο ο Πολίτης ότι δεν είναι δυνατόν όλος ο λαός μαζί να δημιουργεί δημοτικά τραγούδια. Κάποιοι ταλαντούχοι το κάνουν και στο μέτρο που εκφράζουν τα συναισθήματα και τα ήθη της κοινότητας υιοθετούνται, κυκλοφορούνται, συμπληρώνονται κ.λπ. και παραδίδονται από τη μια γενιά στην άλλη ως συλλογική δημιουργία και κληρονομιά. Ο Πολίτης αναφέρει και παραδείγματα τραγουδιών, των οποίων οι δημιουργοί είναι γνωστοί, αλλά τα τραγούδια τους δεν έχουν διαδοθεί και καταγραφεί ως προσωπικές δημιουργίες. 

Αυτό ισχύει γενικά σε ό,τι αφορά τη «λαϊκή τέχνη» και τη «λαϊκή» δημιουργία γενικότερα, διότι οι κοινωνίες μέσα στις οποίες τελούνται και επιτελούνται τέτοιες μορφές πολιτισμού είναι κοινωνίες προφορικότητας, όπου ισχύουν οι κανόνες της προφορικής δημιουργίας και διάδοσης της πολιτισμικής παραγωγής. Είναι τρόπος δημιουργίας των ομηρικών επών, τα οποία δεν είναι παρά αφηγηματικά τραγούδια, τα οποία κάποια στιγμή καταγράφηκαν σε έπη από τον Όμηρο.

Το ζήτημα αυτό συνδέεται με το γενικότερο θέμα της σχέσης ανάμεσα στην ατομική και τη συλλογική δημιουργία, ανάμεσα στο ατομικό και το συλλογικό. Είναι γνωστό ότι και στα νεώτερα χρόνια κάποια ποιήματα γνωστών ποιητών καταχωρίστηκαν στη συλλογική μνήμη σαν δημοτικά (π.χ. το » Πουλάκι ξένο» του Βηλαρά, το » Μια βοσκοπούλα αγάπησα του Ζαλοκώστα η πιο πρόσφατα το » Ανεστάκι» των Τάτση- Παπαδόπουλου κ.λπ). Από την άλλη, είναι επίσης γνωστό ότι σημαντικοί ποιητές, όπως ο Παλαμάς, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Ρίτσος και άλλοι πολλοί χρησιμοποίησαν και εμπνεύστηκαν από το δημοτικό τραγούδι και το λαϊκό πολιτισμό εν γένει.

Ο Μίκης Θεοδωράκης είναι ο δημιουργός που πήρε τη μεγάλη ποίηση αυτού του είδους και την έντυσε με μουσική, μετατρέποντάς την έτσι σε λαϊκό τραγούδι. Ποιητικές δημιουργίες μεγάλων ποιητών πέρασαν σαν τραγούδια στα λαϊκά στρώματα, έγιναν, τηρουμένων των αναλογιών, » δημοτικά», δηλαδή του Δήμου, που σημαίνει του λαού. Δεν είναι σίγουρο πόσοι από αυτούς που τραγουδάνε ποίηση του Σεφέρη, του Ελύτη, του Ρίτσου, του Αναγνωστάκη και άλλων ποιητών γνωρίζουν τους συγγραφείς τους. Γνωρίζουν, πάντως δίχως άλλο τον συνθέτη που τα μελοποίησε το Μίκη Θεοδωράκη. Σε αυτό ακριβώς το γεγονός έγκειται το μεγαλείο του Μίκη. Έφερε στα χείλη των πολλών την ποίηση, που αλλιώς θα ήταν κτήμα των λίγων. Και το κυριότερο, την έφερε χρησιμοποιώντας την ουσία της δημοτικής μουσικοποιητικής δημιουργίας, ακολουθώντας τη συμβουλή του Διονυσίου Σολωμού: από τα δημοτικά τραγούδια να παίρνουμε την ουσία και να μη μένουμε στη μορφή τους…..

Βασίλης Νιτσιάκος
Καθηγητής της Κοινωνικής Λαογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα in.gr

Διαβάστε ακόμη:

Σχόλια