Γράφει ο Γιώργος Χαρβαλιάς
Το περασμένο Σαββατοκύριακο ξανάπεσε στα χέρια μου το βιβλίο του γνωστού Βρετανού δημοσιογράφου Τζέιμς Πέτιφερ και της ανθρωπολόγου Μιράντα Βίκερς για τα πρώτα δύσκολα χρόνια της δημοκρατικής μετάβασης στη μετακομμουνιστική Αλβανία. Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες του για να ξεφύγω από τα τηλεοπτικά δελτία που μονότονα επαναλάμβαναν τις εξαγγελίες του Μωυσή Β΄ στη ΔΕΘ σε συνδυασμό με το εξωφρενικό ξεκατίνιασμα συνοικιακού κομμωτηρίου στο κόμμα της πάλαι ποτέ αξιωματικής αντιπολίτευσης, ανάμεσα σε πολλά ενδιαφέροντα το μάτι μου έπεσε σε ένα απόσπασμα για τον ασφυκτικό έλεγχο των αλβανικών μέσων ενημέρωσης στα χρόνια διακυβέρνησης του Μπερίσα.
Το οποίο και σας μεταφέρω αυτούσιο: «Στη τηλεόραση τα περισσότερα ειδησεογραφικά δελτία αποτελούνταν από μία μονότονη περιγραφή των δραστηριοτήτων του Mπερίσα. Σε μια χώρα που κλυδωνιζόταν από τις απεργίες τα μέσα ενημέρωσης μετέδιδαν μόνο ειδήσεις που αναφέρονταν σε εργαζομένους που γυρίζουν χαρούμενοι στις δουλειές τους. Οι κοινωνικές και οικονομικές συγκρούσεις που βρίσκονταν σε εξέλιξη σπάνια αναφέρονταν και ακόμα σπανιότερα αναλύονταν. Ο τρόπος με τον οποίο πληροφορήθηκαν οι περισσότεροι Αλβανοί μια απεργία δύο εβδομάδων των σιδηροδρομικών υπαλλήλων ήταν όταν βρήκαν κλειστούς τους σταθμούς. Οταν εκατοντάδες διαδηλωτές ξεχύθηκαν στις αρχές Ιουλίου στο κέντρο των Τιράνων κραυγάζοντας αντικυβερνητικά συνθήματα, η τηλεόραση έκρινε ότι ήταν ανάξιο αναφοράς στα δελτία της. Οπως κάθε μέρα η βασική είδηση ήταν η ημερήσια δραστηριότητα του προέδρου Μπερίσα. Οι εκφωνητές μιλούσαν αόριστα για “προβλήματα” και “δυσκολίες”, αλλά αυτά αποδίδονταν σε υποκίνηση των “κομμουνιστών τού χθες και των κομμουνιστών τού σήμερα“. Τα αλβανικά μέσα ενημέρωσης μετέδιδαν μόνο καλές ειδήσεις.
Η αμφισβήτηση της κυβερνητικής γραμμής αποτελούσε αιρετική στάση και όποιος επέκρινε την κυβερνητική πολιτική έπρεπε να είναι κομμουνιστής (…). Ο έλεγχος των μέσων ενημέρωσης με τον απευθείας διορισμό των διευθυντών τους από το γραφείο του προέδρου ήταν από τα δραστικά μέσα που αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το κυβερνών κόμμα για να αποκρύψει από τον λαό τη δραματική κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα. Κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο κόσμος να παρακολουθεί ιταλική τηλεόραση προκειμένου να ενημερωθεί για τις τελευταίες ταραχές που σημειώνονταν στη χώρα του…».
Αυτόματα πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη ότι, με μερικές μικρές αλλαγές, αυτά θα μπορούσαν να γράφονται και για τη σημερινή Ελλάδα του Μητσοτάκη. Στη θέση των «κομμουνιστών» βάλτε τις ετικέτες «ακροδεξιός», «ψεκασμένος», «ζαίος», στη θέση των «διορισμένων διευθυντών» ταιριάζει καλύτερα το «ταϊσμένων καναλαρχών» και αντί για μαζικές ταραχές που ακόμη δεν έχουν ενσκήψει μπορούμε να αντιπαραθέσουμε γεγονότα τεράστιου δημόσιου ενδιαφέροντος, όπως το έγκλημα των Τεμπών, η αθόρυβη πυρπόληση ολόκληρων οροσειρών στις οποίες ξεφυτρώνουν αιολικά πάρκα, και η εκρηκτική αύξηση της λαθρομετανάστευσης, που αποσιωπούνται συστηματικά από τα ελληνικά δελτία ειδήσεων των ημερών μας. Τέλος, στη θέση της…ιταλικής τηλεόρασης όπου κατέφευγαν οι δύστυχοι οι Αλβανοί μπορούμε να βάλουμε τις τελευταίες ανεξάρτητες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Χ, μέσω των οποίων μπορεί κανείς να ενημερωθεί και για διεθνή ζητήματα, σίγουρα πιο έγκυρα από τα ελληνικά κανάλια, σύμφωνα με τα οποία ο Ζελένσκι πλησιάζει έφιππος στη Μόσχα και η Κάμαλα Χάρις ετοιμάζεται για ανέμελο προεδρικό περίπατο…
Τα σκεφτόμουν όλα αυτά και μονολογούσα όταν το μεσημέρι της προηγούμενης Κυριακής διαπίστωσα ότι στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου δεν έλαβε τον λόγο για να απευθύνει ερώτηση εκπρόσωπος της εφημερίδας που κρατάτε στα χέρια σας. Για τέταρτη συνεχή χρονιά. Ούτε βεβαίως του αντιπολιτευόμενου «Documento» ή της «Αυγής».
Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι ο Μπερίσα εκείνης της εποχής είχε αρκετές αναλογίες στην πολιτική του δυναμική με τον Μητσοτάκη. Αφενός, εξελέγη με ορμή από έναν κόσμο που δεν ήθελε να ακούει λέξη για τους «προηγούμενους». Τη μισητή διακυβέρνηση των κομμουνιστών. Αφετέρου, έταξε προεκλογικά ότι θα κάνει την Αλβανία πόλο προσέλκυσης διεθνών επενδύσεων, βαλκανικό Ελντοράντο του «επιχειρείν».
Υπάρχουν όμως κι άλλες ομοιότητες. Με το «καλημέρα» ο Μπερίσα σφιχταγκαλιάστηκε με την πολιτική των ΗΠΑ στα Βαλκάνια, ντίλαρε με τους ναρκεμπόρους και, εκτός από τον ασφυκτικό έλεγχο των μέσων ενημέρωσης, αντικατέστησε τη λαομίσητη Σιγκουρίμι με μια δική του προσωπική υπηρεσία συλλογής πληροφοριών, την εξίσου διαβόητη SHIK, επικεφαλής της οποίας όρισε έναν απολύτου εμπιστοσύνης 40χρονο μαθηματικό, τον Μπασκίμ Γκαζιντέντε, που μεταξύ άλλων εθεωρείτο αυθεντία σε θέματα υποκλοπών.
Αποστολή της νέας αυτής μονάδας ήταν η παρακολούθηση πολιτικών αντιπάλων και η εξασφάλιση αποδεικτικών στοιχείων ότι τάχα συνωμοτούν κατά της ασφάλειας του κράτους.
Παρά τις φανφάρες, βέβαια, οι ξένες επενδύσεις δεν ήρθαν ποτέ στην Αλβανία, αντίθετα εδραιώθηκαν η πείνα, η ανασφάλεια και το μαφιοζιλίκι, οδηγώντας εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους της χώρας αυτής στο εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Η υβριδική αλβανική οικονομία στηρίχτηκε στις παρατράπεζες, οι οποίες μία ωραία μέρα έσκασαν πανηγυρικά, στέλνοντας στον δρόμο χιλιάδες εξαγριωμένους «καταθέτες» που γύρευαν τα εξανεμισμένα χρήματά τους πίσω.
Το σκάνδαλο με τις παρατράπεζες, στις οποίες παρασκηνιακό ρόλο έπαιζαν κυβερνητικά στελέχη, προκάλεσε τσουνάμι οργής κατά του Μπερίσα, ο οποίος κατά έναν απίθανο τρόπο, με εκβιασμούς, δωροδοκίες και ένα αξιοσέβαστο ποσοστό νοθείας, είχε καταφέρει να «κλέψει» τις εκλογές μερικούς μήνες πριν παραμένοντας στην εξουσία.
Οι μαζικές διαδηλώσεις στους δρόμους αντιμετωπίστηκαν με ωμή βία, αλλά πήραν τέτοιες διαστάσεις, που ούτε οι καλά εξοπλισμένοι πραιτοριανοί του καθεστώτος δεν μπόρεσαν να επαναφέρουν την τάξη. Σε πολλές περιπτώσεις ανώτερα κυβερνητικά στελέχη προπηλακίστηκαν, ένας αντιπρόεδρος του καθεστώτος (κάτι σαν τον Αδωνι ας πούμε…) ξεβρακώθηκε από το πλήθος, περιλούστηκε με σάπια λαχανικά και διεσώθη τελευταία στιγμή υπό κωμικοτραγικές συνθήκες, ενώ ο υπουργός Αμυνας απέδρασε με ελικόπτερο. Ο ίδιος ο Μπερίσα, ταμπουρωμένος στο προεδρικό μέγαρο, πίστευε ότι θα τον σώσουν… ο Αμερικανός πρέσβης και το ΝΑΤΟ, μόνο που στο τέλος χρειάστηκε πολυεθνικό στρατιωτικό σώμα για να ηρεμήσει τα πνεύματα και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, στις οποίες φυσικά επικράτησαν θριαμβευτικά οι «προηγούμενοι».
Το πρόβλημα στην Ελλάδα τού σήμερα είναι ότι υφίσταται διάχυτη όλη αυτή η παθογένεια, αλλά δεν υπάρχουν οι «προηγούμενοι», καθώς διαλύθηκαν θορυβωδώς σαν ένας κακής ποιότητας και αισθητικής επαρχιακός θίασος. Ισως και καλύτερα για όλους. Υπάρχει ωστόσο μια βοή που όλο και δυναμώνει. Κρατήστε το αυτό…
Κυριακάτικη «Δημοκρατία»
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών