Ο Αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος της Αυστρίας βρίσκεται μαζί με τη σύζυγό του και Δούκισσα του Χόχενμπεργκ, Σοφία, στο Σαράγιεβο για μια καθιερωμένη επίσκεψη. Όλα κυλούν ομαλά μέχρι τη στιγμή που το πριγκιπικό ζευγάρι μπαίνει στην άμαξα για να κάνει τον γύρο της πόλης.
Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, ένας Σερβοβόσνιος, ονόματι Gavrilo Princip, σταματά μαζί με μερικούς ακόμη ομοεθνείς του την αμαξοπομπή και πυροβολεί εναντίον του Αρχιδούκα.
Οι σφαίρες τον βρίσκουν κατάκαρδα και πεθαίνει επί τόπου. Στο σημείο επικρατεί χαμός, με τους φύλακες του διάδοχου του θρόνου της Αυστροουγγαρίας να τρέχουν να συλλάβουν τον δολοφόνο. Τελικά, τα καταφέρνουν. Ο Gavrilo Princip και οι συνεργοί του εμπλέκουν τον ρωσικό στρατό στην επίθεση.
Η Αυστροουγγαρία αποστέλλει ένα διπλωματικό ανακοινωθέν προς τη Σερβία, που έχει μείνει στην ιστορία ως το Τελεσίγραφο του Ιουλίου, το οποίο ουσιαστικά αποτελεί το πρόσχημα – αφορμή για την κήρυξη του πολέμου μεταξύ των δύο χωρών. Γρήγορα, όμως, η μάχη γίνεται ευρεία. Η Ρωσία, η Αγγλία και η Γαλλία τάσσονται στο πλευρό της Σερβίας, ενώ η Γερμανία παίρνει θέση υπέρ της Αυστροουγγαρίας. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μόλις έχει ξεκινήσει.
Μπορεί η Αυστροουγγαρία να έχει πολύ μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη από τη Σερβία, ωστόσο, οι Βαλκάνιοι προβάλουν αντίσταση για αρκετούς μήνες. Η ολομέτωπη και συνεχής πολιορκία του Βελιγραδίου από τους πρώτους ωστόσο, φέρνει κάποια στιγμή αποτέλεσμα. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, η πρωτεύουσα της Σερβίας καταλαμβάνεται και οι κάτοικοι της πόλης αλλά και ολόκληρης της χώρας ξεκινούν ένα μακρύ ταξίδι προς το νότο προκειμένου να σώσουν τις ζωές τους και να παραμείνουν ελεύθεροι.
Το ταξίδι, όμως, είναι μαρτυρικό. Τα αλβανικά βουνά εν μέσω χειμώνα είναι ιδιαίτερα αφιλόξενα και χιλιάδες Σέρβοι, οι οποίοι περπατούν για ολόκληρες μέρες χωρίς φαγητό και νερό, χάνουν τη ζωή τους από τις κακουχίες. Συγκεκριμένα, υπολογίζεται πως 20 χιλιάδες Σέρβοι πεθαίνουν στην Αλβανία, ενώ 250 χιλιάδες αιχμαλωτίζονται.
Το μαρτύριο για τους επιβιώσαντες τελειώνει όταν καταφέρνουν να φτάσουν στα λιμάνια της Αδριατικής Θάλασσας. Τότε, συμμαχικά πλοία περισυλλέγουν τους Σέρβους πρόσφυγες και τους κατευθύνουν προς την Κέρκυρα. Το νησί που έμελλε να γίνει η πατρίδα τους για τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία της εποχής, η ροή των Σέρβων στο ελληνικό νησί είναι τεράστια. Αξίζει μόνο να σημειωθεί πως από τις 18 Ιανουαρίου έως τις 21 Φεβρουαρίου του 1916, φτάνουν εκεί 40 μεταγωγικά πλοία, ασφυκτικά γεμάτα με 150 χιλιάδες ανθρώπους.
Πολλοί εξ αυτών μπορεί να καταφέρνουν να φτάσουν σε ειρηνικό έδαφος, αλλά, εξαιτίας των κακουχιών και της αφαγίας, πεθαίνουν στα καράβια ή στα πρόχειρα καταλύματα που είχαν δημιουργηθεί στο νησί. Ο όγκος των πτωμάτων, μάλιστα, είναι τόσο μεγάλος, που σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ντόπιων, δεν προλαβαίνουν να τους θάψουν και τους πετάνε μέσα στη θάλασσα.
Ο συνολικός αριθμός των νεκρών αγγίζει τους 10 χιλιάδες, οι μισοί εκ των οποίων είναι 20αρηδες στρατιώτες. Όσο περνούν οι μήνες, η κατάσταση βελτιώνεται. Ύστερα και από τη συμβολή των συμμαχικών δυνάμεων, χτίζονται καταυλισμοί και πρόχειρα νοσοκομεία για την περίθαλψη των ασθενών. Την ίδια ώρα, το Βελιγράδι βρίσκεται στα χέρια των Αυστριακών και των Βουλγάρων.
Έτσι, λοιπόν, ο Σέρβος πρωθυπουργός, Nikola Pašić, μαζί με τους βουλευτές και τους αξιωματούχους του σερβικού επιτελείου στρατού αποφασίζουν να εγκαταστήσουν στην Κέρκυρα την κυβέρνηση της χώρας, ώσπου να λήξει ο πόλεμος. Ύστερα και από τη σύμφωνη γνώμη του ελληνικού κράτους, δημιουργείται στο κτίριο του δημοτικού θεάτρου του νησιού η Βουλή της Σερβίας, η οποία συνεδριάζει τακτικά, και στο ξενοδοχείο Bella Venezia, το κυβερνητικό γραφείο.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Σε συνεργασία με έναν Κερκυραίο τυπογράφο, τυπώνονται τα σερβικά χαρτονομίσματα αλλά και η εφημερίδα Σερβικά Νέα που κυκλοφορεί σε 10 χιλιάδες αντίτυπα. Η περιπέτεια των Σέρβων λήγει μετά το πέρας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν και σχηματίζεται το κράτος της Γιουγκοσλαβίας, υπό τη μορφή του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων.
Οι Σέρβοι επιστρέφουν στο λεηλατημένο Βελιγράδι για να χτίσουν από την αρχή τη χώρα τους. Το αποτύπωμά τους, όμως, στην Κέρκυρα μένει ανεξίτηλο μέχρι σήμερα. Στην παλιά πόλη του νησιού, μάλιστα, υπάρχει το «Σερβικό Σπίτι», ένα εντυπωσιακό τριώροφο νεοκλασικό που λειτουργεί ως μουσείο, και το οποίο έχει παραχωρηθεί στο σερβικό κράτος εις ανάμνησιν των στενών δεσμών μεταξύ των δύο λαών.
Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, ένας Σερβοβόσνιος, ονόματι Gavrilo Princip, σταματά μαζί με μερικούς ακόμη ομοεθνείς του την αμαξοπομπή και πυροβολεί εναντίον του Αρχιδούκα.
Οι σφαίρες τον βρίσκουν κατάκαρδα και πεθαίνει επί τόπου. Στο σημείο επικρατεί χαμός, με τους φύλακες του διάδοχου του θρόνου της Αυστροουγγαρίας να τρέχουν να συλλάβουν τον δολοφόνο. Τελικά, τα καταφέρνουν. Ο Gavrilo Princip και οι συνεργοί του εμπλέκουν τον ρωσικό στρατό στην επίθεση.
Η Αυστροουγγαρία αποστέλλει ένα διπλωματικό ανακοινωθέν προς τη Σερβία, που έχει μείνει στην ιστορία ως το Τελεσίγραφο του Ιουλίου, το οποίο ουσιαστικά αποτελεί το πρόσχημα – αφορμή για την κήρυξη του πολέμου μεταξύ των δύο χωρών. Γρήγορα, όμως, η μάχη γίνεται ευρεία. Η Ρωσία, η Αγγλία και η Γαλλία τάσσονται στο πλευρό της Σερβίας, ενώ η Γερμανία παίρνει θέση υπέρ της Αυστροουγγαρίας. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μόλις έχει ξεκινήσει.
Μπορεί η Αυστροουγγαρία να έχει πολύ μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη από τη Σερβία, ωστόσο, οι Βαλκάνιοι προβάλουν αντίσταση για αρκετούς μήνες. Η ολομέτωπη και συνεχής πολιορκία του Βελιγραδίου από τους πρώτους ωστόσο, φέρνει κάποια στιγμή αποτέλεσμα. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, η πρωτεύουσα της Σερβίας καταλαμβάνεται και οι κάτοικοι της πόλης αλλά και ολόκληρης της χώρας ξεκινούν ένα μακρύ ταξίδι προς το νότο προκειμένου να σώσουν τις ζωές τους και να παραμείνουν ελεύθεροι.
Το ταξίδι, όμως, είναι μαρτυρικό. Τα αλβανικά βουνά εν μέσω χειμώνα είναι ιδιαίτερα αφιλόξενα και χιλιάδες Σέρβοι, οι οποίοι περπατούν για ολόκληρες μέρες χωρίς φαγητό και νερό, χάνουν τη ζωή τους από τις κακουχίες. Συγκεκριμένα, υπολογίζεται πως 20 χιλιάδες Σέρβοι πεθαίνουν στην Αλβανία, ενώ 250 χιλιάδες αιχμαλωτίζονται.
Το μαρτύριο για τους επιβιώσαντες τελειώνει όταν καταφέρνουν να φτάσουν στα λιμάνια της Αδριατικής Θάλασσας. Τότε, συμμαχικά πλοία περισυλλέγουν τους Σέρβους πρόσφυγες και τους κατευθύνουν προς την Κέρκυρα. Το νησί που έμελλε να γίνει η πατρίδα τους για τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία της εποχής, η ροή των Σέρβων στο ελληνικό νησί είναι τεράστια. Αξίζει μόνο να σημειωθεί πως από τις 18 Ιανουαρίου έως τις 21 Φεβρουαρίου του 1916, φτάνουν εκεί 40 μεταγωγικά πλοία, ασφυκτικά γεμάτα με 150 χιλιάδες ανθρώπους.
Πολλοί εξ αυτών μπορεί να καταφέρνουν να φτάσουν σε ειρηνικό έδαφος, αλλά, εξαιτίας των κακουχιών και της αφαγίας, πεθαίνουν στα καράβια ή στα πρόχειρα καταλύματα που είχαν δημιουργηθεί στο νησί. Ο όγκος των πτωμάτων, μάλιστα, είναι τόσο μεγάλος, που σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ντόπιων, δεν προλαβαίνουν να τους θάψουν και τους πετάνε μέσα στη θάλασσα.
Ο συνολικός αριθμός των νεκρών αγγίζει τους 10 χιλιάδες, οι μισοί εκ των οποίων είναι 20αρηδες στρατιώτες. Όσο περνούν οι μήνες, η κατάσταση βελτιώνεται. Ύστερα και από τη συμβολή των συμμαχικών δυνάμεων, χτίζονται καταυλισμοί και πρόχειρα νοσοκομεία για την περίθαλψη των ασθενών. Την ίδια ώρα, το Βελιγράδι βρίσκεται στα χέρια των Αυστριακών και των Βουλγάρων.
Έτσι, λοιπόν, ο Σέρβος πρωθυπουργός, Nikola Pašić, μαζί με τους βουλευτές και τους αξιωματούχους του σερβικού επιτελείου στρατού αποφασίζουν να εγκαταστήσουν στην Κέρκυρα την κυβέρνηση της χώρας, ώσπου να λήξει ο πόλεμος. Ύστερα και από τη σύμφωνη γνώμη του ελληνικού κράτους, δημιουργείται στο κτίριο του δημοτικού θεάτρου του νησιού η Βουλή της Σερβίας, η οποία συνεδριάζει τακτικά, και στο ξενοδοχείο Bella Venezia, το κυβερνητικό γραφείο.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Σε συνεργασία με έναν Κερκυραίο τυπογράφο, τυπώνονται τα σερβικά χαρτονομίσματα αλλά και η εφημερίδα Σερβικά Νέα που κυκλοφορεί σε 10 χιλιάδες αντίτυπα. Η περιπέτεια των Σέρβων λήγει μετά το πέρας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν και σχηματίζεται το κράτος της Γιουγκοσλαβίας, υπό τη μορφή του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων.
Οι Σέρβοι επιστρέφουν στο λεηλατημένο Βελιγράδι για να χτίσουν από την αρχή τη χώρα τους. Το αποτύπωμά τους, όμως, στην Κέρκυρα μένει ανεξίτηλο μέχρι σήμερα. Στην παλιά πόλη του νησιού, μάλιστα, υπάρχει το «Σερβικό Σπίτι», ένα εντυπωσιακό τριώροφο νεοκλασικό που λειτουργεί ως μουσείο, και το οποίο έχει παραχωρηθεί στο σερβικό κράτος εις ανάμνησιν των στενών δεσμών μεταξύ των δύο λαών.
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών