Σκάνδαλο με τα ψηφιακά υδρόμετρα: Στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας δεκάδες δήμοι

Η υπόθεση των ψηφιακών υδρομέτρων που διερευνά πλέον η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δεν είναι απλώς μια ακόμη ιστορία υπερκοστολόγησης. Είναι ένα παράδειγμα του πώς η καινοτομία, αντί να μετατραπεί σε εργαλείο ανάπτυξης και εξορθολογισμού της δημόσιας διοίκησης, κατέληξε να γίνει πεδίο εκμετάλλευσης και κατασπατάλησης ευρωπαϊκών πόρων.
Στην πράξη, τα «έξυπνα» υδρόμετρα αποτελούν μια τεχνολογία με πραγματική αξία: διευκολύνουν την ακριβή καταγραφή κατανάλωσης νερού, επιτρέπουν τον έγκαιρο εντοπισμό διαρροών και συνεισφέρουν σε μια εποχή που η λειψυδρία αποτελεί υπαρκτή απειλή. Θα περίμενε κανείς λοιπόν ότι η υιοθέτησή τους θα συνοδευόταν από διαφάνεια, ορθολογισμό και στρατηγικό σχεδιασμό. Αντί γι’ αυτό, όπως δείχνουν τα μέχρι τώρα στοιχεία, η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε ένα σκάνδαλο που μπορεί να ξεπεράσει τα 300 εκατομμύρια ευρώ.

Το πρώτο ζήτημα που προκύπτει είναι το προφανές: η εξωφρενική απόκλιση ανάμεσα στο πραγματικό κόστος των συσκευών –περίπου 30 ευρώ– και την τιμή αγοράς τους από πολλούς δήμους, που έφθανε έως και τα 300 ευρώ. Η υπερκοστολόγηση αυτή δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη αν υπήρχε ένας στιβαρός μηχανισμός ελέγχου. Ωστόσο, η επιλογή των απευθείας αναθέσεων μικρής αξίας, οι οποίες δεν απαιτούν έλεγχο από το Ελεγκτικό Συνέδριο, έδωσε τη δυνατότητα σε δεκάδες δήμους να προχωρούν ανενόχλητοι.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά τη θεσμική εποπτεία. Η κεντρική κυβέρνηση διατείνεται ότι δεν έχει αρμοδιότητα σε τέτοιου είδους μικρές προμήθειες. Μπορεί αυτό να ισχύει τυπικά, όμως είναι αδιανόητο μια πρακτική που φαίνεται να ακολούθησαν σχεδόν οι μισοί δήμοι της χώρας να μην έγινε αντιληπτή. Αν χρειάστηκε να παρέμβει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για να αναδειχθεί το πρόβλημα, τότε το ερώτημα που προκύπτει είναι αν οι εθνικοί μηχανισμοί ελέγχου λειτουργούν πραγματικά ή αν περιορίζονται σε τυπικές διαδικασίες.

Υπάρχει επίσης και μια πολιτική διάσταση: κάθε σκάνδαλο που σχετίζεται με κοινοτικούς πόρους πλήττει όχι μόνο την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, αλλά και την ίδια τη δυνατότητά της να αξιοποιεί μελλοντικά προγράμματα. Σε μια περίοδο όπου οι ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις θεωρούνται κρίσιμες για την πράσινη μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, η κατασπατάληση πόρων για στοιχειώδεις υποδομές αποτελεί τραγική ειρωνεία.
Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας θα δείξει αν πράγματι πρόκειται για οργανωμένο σύστημα ή για σειρά τοπικών υπερβάσεων. Όμως, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, η υπόθεση των ψηφιακών υδρομέτρων καταδεικνύει με τον πιο σκληρό τρόπο το διαχρονικό πρόβλημα της χώρας: την αδυναμία διασύνδεσης και συντονισμού των θεσμών ελέγχου με την τοπική αυτοδιοίκηση.

Αν κάτι πρέπει να μείνει από αυτή την υπόθεση, είναι ότι η τεχνολογία από μόνη της δεν αρκεί. Χρειάζεται διαφάνεια, λογοδοσία και θεσμική ωριμότητα. Χωρίς αυτά, κάθε καινοτομία κινδυνεύει να καταλήξει όχι σε πρόοδο, αλλά σε νέο σκάνδαλο.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια