Η πρόσφατη δήλωση του Βασίλη Κικίλια σχετικά με τους Τούρκους ψαράδες στα ελληνικά χωρικά ύδατα προκάλεσε σοβαρές πολιτικές αναταράξεις και ανέδειξε ένα ζήτημα μείζονος σημασίας για την εθνική κυριαρχία. Ο υπουργός Ναυτιλίας ανέφερε ότι η αυξημένη παρουσία τουρκικών μηχανότρατων στο Αιγαίο ξεκινά από το 2017, όταν –κατά τα λεγόμενά του– η Ελλάδα «ενέδωσε» λόγω της ομηρίας των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο. Η φράση αυτή, αν ληφθεί κατά γράμμα, συνιστά ομολογία παραχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων με αντάλλαγμα την απελευθέρωση στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι διπλό. Αν όσα είπε ο κ. Κικίλιας ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, τότε μιλάμε για μια σιωπηρή συμφωνία που συνιστά πρωτοφανές εθνικό σκάνδαλο. Αν πάλι η δήλωση ήταν απλώς άστοχη ή λεκτικό ολίσθημα, τότε πρόκειται για μια γκάφα με σοβαρές διεθνείς προεκτάσεις, καθώς τα λόγια ενός υπουργού μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν από την Τουρκία ως επιχείρημα σε διπλωματικά φόρα.
Η υπόθεση παίρνει ακόμη πιο ανησυχητικές διαστάσεις από τη στάση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει εκδώσει καμία επίσημη διάψευση ή διευκρίνιση. Η σιωπή αυτή ερμηνεύεται από πολλούς ως αποδοχή ή, στην καλύτερη περίπτωση, ως αδυναμία διαχείρισης ενός ζητήματος που αφορά την καρδιά της εθνικής κυριαρχίας. Σε μια ώριμη δημοκρατία, μια τέτοια δήλωση θα αρκούσε για να προκαλέσει πολιτική θύελλα και να ζητηθούν εξηγήσεις άμεσα από τον αρμόδιο υπουργό.
Οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης δεν άργησαν να έρθουν. Κόμματα και πολιτικοί παράγοντες κάνουν λόγο για «ενδοτισμό» και για πολιτική στάση που αφήνει εκτεθειμένη τη χώρα απέναντι στις τουρκικές διεκδικήσεις. Παράλληλα, επισημαίνουν ότι το σοβαρό πρόβλημα με τους Τούρκους ψαράδες δεν ξεκίνησε το 2017 αλλά κορυφώθηκε το 2020, επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, όταν αυξήθηκαν οι παραβιάσεις και τα επεισόδια στο Αιγαίο.
Το κρίσιμο ζήτημα είναι πως οι λέξεις μένουν και έχουν βαρύτητα. Μια δήλωση που μπορεί να ειπώθηκε σε τηλεοπτικό πάνελ για εσωτερική κατανάλωση, αύριο μπορεί να βρίσκεται σε τουρκικά non-papers ή να χρησιμοποιείται ως «τεκμήριο» σε διεθνείς οργανισμούς. Έτσι, ένα φαινομενικά αθώο φραστικό ατόπημα μπορεί να μετατραπεί σε διπλωματικό όπλο εις βάρος της Ελλάδας.
Η κυβέρνηση οφείλει να ξεκαθαρίσει άμεσα τη θέση της. Είτε ο κ. Κικίλιας θα ανασκευάσει, διευκρινίζοντας ότι η φράση του δεν αντανακλά κυβερνητική πολιτική, είτε θα παραμείνει η σκιά ότι η χώρα υπαναχώρησε σε κυριαρχικά δικαιώματα. Σε κάθε περίπτωση, η σιωπή δεν είναι επιλογή· γιατί στην εξωτερική πολιτική, το κόστος της ασάφειας είναι πάντα δυσανάλογα μεγάλο.
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι διπλό. Αν όσα είπε ο κ. Κικίλιας ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, τότε μιλάμε για μια σιωπηρή συμφωνία που συνιστά πρωτοφανές εθνικό σκάνδαλο. Αν πάλι η δήλωση ήταν απλώς άστοχη ή λεκτικό ολίσθημα, τότε πρόκειται για μια γκάφα με σοβαρές διεθνείς προεκτάσεις, καθώς τα λόγια ενός υπουργού μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν από την Τουρκία ως επιχείρημα σε διπλωματικά φόρα.
Η υπόθεση παίρνει ακόμη πιο ανησυχητικές διαστάσεις από τη στάση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει εκδώσει καμία επίσημη διάψευση ή διευκρίνιση. Η σιωπή αυτή ερμηνεύεται από πολλούς ως αποδοχή ή, στην καλύτερη περίπτωση, ως αδυναμία διαχείρισης ενός ζητήματος που αφορά την καρδιά της εθνικής κυριαρχίας. Σε μια ώριμη δημοκρατία, μια τέτοια δήλωση θα αρκούσε για να προκαλέσει πολιτική θύελλα και να ζητηθούν εξηγήσεις άμεσα από τον αρμόδιο υπουργό.
Οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης δεν άργησαν να έρθουν. Κόμματα και πολιτικοί παράγοντες κάνουν λόγο για «ενδοτισμό» και για πολιτική στάση που αφήνει εκτεθειμένη τη χώρα απέναντι στις τουρκικές διεκδικήσεις. Παράλληλα, επισημαίνουν ότι το σοβαρό πρόβλημα με τους Τούρκους ψαράδες δεν ξεκίνησε το 2017 αλλά κορυφώθηκε το 2020, επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, όταν αυξήθηκαν οι παραβιάσεις και τα επεισόδια στο Αιγαίο.
Το κρίσιμο ζήτημα είναι πως οι λέξεις μένουν και έχουν βαρύτητα. Μια δήλωση που μπορεί να ειπώθηκε σε τηλεοπτικό πάνελ για εσωτερική κατανάλωση, αύριο μπορεί να βρίσκεται σε τουρκικά non-papers ή να χρησιμοποιείται ως «τεκμήριο» σε διεθνείς οργανισμούς. Έτσι, ένα φαινομενικά αθώο φραστικό ατόπημα μπορεί να μετατραπεί σε διπλωματικό όπλο εις βάρος της Ελλάδας.
Η κυβέρνηση οφείλει να ξεκαθαρίσει άμεσα τη θέση της. Είτε ο κ. Κικίλιας θα ανασκευάσει, διευκρινίζοντας ότι η φράση του δεν αντανακλά κυβερνητική πολιτική, είτε θα παραμείνει η σκιά ότι η χώρα υπαναχώρησε σε κυριαρχικά δικαιώματα. Σε κάθε περίπτωση, η σιωπή δεν είναι επιλογή· γιατί στην εξωτερική πολιτική, το κόστος της ασάφειας είναι πάντα δυσανάλογα μεγάλο.
Διαβάστε ακόμη

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών