Ρωγμές στην εξουσία: Η εσωτερική εξέγερση στο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αλβανίας

Οι εσωκομματικές συγκρούσεις στο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αλβανίας δεν αποτελούν καινοτομία. Για χρόνια, φατρίες, ομάδες επιρροής και αντικρουόμενα συμφέροντα συνυπήρχαν σε μια ελεγχόμενη ένταση, με τις συγκρούσεις να εκτονώνονται συνήθως εις βάρος στελεχών δεύτερης γραμμής. Στο παρασκήνιο, ο Έντι Ράμα λειτουργούσε ως ρυθμιστής και τελικός ωφελημένος, εφαρμόζοντας με συνέπεια την κλασική αρχή του «διαίρει και βασίλευε».
Ωστόσο, οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν ότι αυτός ο μηχανισμός αρχίζει να αποσυντίθεται. Για πρώτη φορά, η δημόσια αμφισβήτηση δεν στρέφεται εναντίον εσωκομματικών αντιπάλων, αλλά απευθείας προς τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος κατονομάζεται ως η πηγή του προβλήματος.

Η ιδιαιτερότητα αυτής της εξέγερσης έγκειται στο ποιοι την εκφράζουν. Δεν πρόκειται για κρατικούς αξιωματούχους ή κομματικά στελέχη που εξαρτώνται από τον κρατικό μισθό, αλλά για οικονομικά ανεξάρτητους επιχειρηματίες, οι οποίοι επλήγησαν άμεσα από κυβερνητικές παρεμβάσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Βλαντιμίρ Κόστα, πρώην βουλευτή του Σοσιαλιστικού Κόμματος και κατασκευαστή, του οποίου τα κτίρια κατεδαφίστηκαν στο πλαίσιο των πρόσφατων επιχειρήσεων κατεδαφίσεων.
Η δημόσια αντίδρασή του ήταν ωμή και προκλητική, χωρίς ίχνος αυτολογοκρισίας. Με δηλώσεις που στοχοποιούν ευθέως τον πρωθυπουργό για αυθαιρεσία και υποκρισία, ο Κόστα έσπασε ένα άτυπο ταμπού: την απαγόρευση της ανοιχτής επίθεσης στον Ράμα από «δικούς του» ανθρώπους. Και δεν είναι μόνος. Σύμφωνα με πληροφορίες, και άλλοι επιχειρηματίες έχουν κινηθεί νομικά κατά των πράξεων των αρχών, ενώ προετοιμάζονται προσφυγές μέχρι και σε διεθνή δικαστήρια, με τον ισχυρισμό ότι οι παρεμβάσεις είχαν πολιτικά κίνητρα.

Παράλληλα με τη νομική οδό, διαμορφώνεται και μια πολιτική. Ομάδες που εξακολουθούν να αυτοπροσδιορίζονται ως μέρος των σοσιαλιστικών δομών, τόσο στα Τίρανα όσο και σε άλλους δήμους, ετοιμάζονται να διατυπώσουν δημόσια αιτήματα για πολιτική αλλαγή εντός της πλειοψηφίας. Η άμεση αντίδραση του Ράμα ήταν προβλέψιμη: προσπάθειες διάσπασης και αποδυνάμωσης του μετώπου, μια τακτική που στο παρελθόν είχε αποδώσει. Αυτή τη φορά, όμως, τα αποτελέσματα φαίνεται να είναι περιορισμένα.
Η συμμετοχή αυτών των δυσαρεστημένων ομάδων σε διαδηλώσεις που οργανώνονται τόσο από νέους πολιτικούς σχηματισμούς όσο και από την παραδοσιακή αντιπολίτευση δημιουργεί ένα σύνθετο τοπίο. Από τη μία, ενισχύει την πίεση προς την κυβέρνηση. Από την άλλη, προσφέρει στον Ράμα τη δυνατότητα να παρουσιάσει τη διαμαρτυρία ως αντίδραση συμφερόντων που αντιτίθενται στην «απελευθέρωση των δημόσιων χώρων».

Παρά τους κινδύνους αυτούς, ένα συμπέρασμα προκύπτει καθαρά: για πρώτη φορά, η εσωτερική αμφισβήτηση στο Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν ελέγχεται από την κορυφή. Και όταν η εξουσία χάνει τον έλεγχο των εσωτερικών της συγκρούσεων, αρχίζει αναπόφευκτα να τρίζει.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια