Μπορεί η Κύπρος να αμυνθεί σε τουρκική επίθεση

Η ελεύθερη Κύπρος αντιμετωπίζει σοβαρό αμυντικό πρόβλημα. Βρίσκεται μακριά από την Ελλάδα, η οποία είναι η μόνη χώρα που θεωρητικά θα σπεύσει να την συνδράμει στρατιωτικά, ενώ βρίσκεται αντιμέτωπη με τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις, οι οποίες ελέγχουν το βόρειο τμήμα της Μεγαλονήσου.

Οι τουρκικές δυνάμεις έχουν σχέδιο “μπλιντζκρίγκ” (πόλεμος-αστραπή). Έχουν σχηματίσει έμβολα με ταχυκίνητες τεθωρακισμένες δυνάμεις, αποστολή των οποίων είναι να διασπάσουν τις κυπριακές αμυντικές θέσεις και να τις υπερκεράσουν, οδηγώντας την Εθνική Φρουρά σε εξουδετέρωση και παράδοση. Η επίθεση θα πραγματοποιηθεί σε σημεία της “πράσινης γραμμής” που κρίνουν οι Τούρκοι ότι προσφέρονται.

Σήμερα, η υπεροπλία των δυνάμεων κατοχής δεν αφήνει άλλα περιθώρια στην Εθνική Φρουρά από την τήρηση αμυντικής στάσης με σκοπό την απόκρουση τυχόν τουρκικής επιθετικής ενέργειας, η οποία θα έχει περιορισμένο σκοπό, όπως π.χ. τη δημιουργία νέου τετελεσμένου με την κατάληψη κάποιας περιοχής. Η κατάσταση θα είναι διαφορετική εάν η τουρκική επιχείρηση έχει στόχο την ολοκληρωτική κατάληψη της Κύπρου και την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Τουρκικές και κυπριακές δυνάμεις
Η Τουρκία διατηρεί στην κατεχόμενη Κύπρο δύο μεραρχίες πεζικού, μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία, δύο συντάγματα καταδρομών, ένα σύνταγμα πυροβολικού, ένα τάγμα πεζοναυτών, ένα τάγμα στρατονομίας, ένα τάγμα διαβιβάσεων με συνολικό αριθμό προσωπικού περίπου 30.000. Ταυτόχρονα, το ψευδοκράτος διατηρεί περίπου 9.000 Τουρκοκύπριους στρατιώτες οργανωμένες σε τέσσερα συντάγματα.

Οι δυνάμεις αυτές διαθέτουν περισσότερα από 400 άρματα μάχης, από 500 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης (ΤΟΜΑ), 600 τεθωρακισμένα μεταφοράς πεζικού (ΤΟΜΠ), 150 συρόμενα πυροβόλα, περισσότερα από 80 αυτοκινούμενα πυροβόλα, άφθονα αντιαρματικά όπλα και όλμους, καθώς και περίπου 30 ελικόπτερα.

Απέναντι στις κατοχικές δυνάμεις η Εθνική Φρουρά παρατάσσει τέσσερις μηχανοκίνητες ταξιαρχίες, μια ταξιαρχία πεζικού, μια τεθωρακισμένη ταξιαρχία, την ΕΛΔΥΚ (με δύναμη ενισχυμένου συντάγματος) και ένα σύνταγμα καταδρομών με συνολικό αριθμό προσωπικού περίπου 23.000. Οι δυνάμεις αυτές διαθέτουν 132 άρματα μάχης, περισσότερα από 150 τεθωρακισμένα οχήματα μάχης (ΤΟΜΑ), 300 τεθωρακισμένα μεταφοράς πεζικού (ΤΟΜΠ), 48 αυτοκινούμενα και 100 συρόμενα πυροβόλα, πέραν του οπλισμού της ΕΛΔΥΚ. Σε περίπτωση σύρραξης η αριθμητική ισχύς της Εθνικής Φρουράς θα ενισχυθεί από την εφεδρεία που αριθμεί άνω των 70.000 ανδρών, αλλά είναι χαμηλού αξιόμαχου.

Η αριθμητική υπεροχή των δυνάμεων κατοχής είναι προφανής, αλλά όχι συντριπτική. Ο κρίσιμος παράγοντας, όμως, είναι το πλεονέκτημα που προσφέρει στην τουρκική πλευρά η γεωγραφία, η γειτνίαση της Κύπρου με την Τουρκία και η μεγάλη απόσταση από την Ελλάδα. Οι Τούρκοι μπορούν να μεταφέρουν με πλοία, αεροσκάφη και ελικόπτερα επιπλέον δυνάμεις και εφόδια. Ταυτόχρονα, η τουρκική αεροπορία έχει το απόλυτο πλεονέκτημα, το δε τουρκικό ναυτικό θα επιβάλει ναυτικό αποκλεισμό, ώστε να εμποδίσει την μεταφορά ενισχύσεων και εφοδίων από την Ελλάδα.

Το πεδίο
Το μεγαλύτερο μέρος της Μεγαλονήσου καταλαμβάνεται από το όρος Τρόοδος, ανάμεσα στο οποίο και την κατεχόμενη από τους Τούρκους οροσειρά της Κυρήνειας βρίσκεται η πεδιάδα της Μεσαορίας. Η πεδιάδα είναι κατανεμημένη σε κατεχόμενη και ελεύθερη ζώνη με μια “νεκρή ζώνη” μεταξύ των δύο πλευρών, η οποία διατρέχει και την Λευκωσία. Η πεδιάδα είναι σχεδόν ακάλυπτη από δάση, οπότε η απόκρυψη αποκλείεται.

Μεγάλο πρόβλημα αποτελεί η βρετανική βάση της Δεκελείας, η οποία “κόβει” την ελεύθερη Κύπρο σε δύο κομμάτια, το μικρότερο στα ανατολικά της βάσης (νότια της Αμμοχώστου), καθιστώντας τον εφοδιασμό αυτής της περιοχής σε καιρό πολέμου σχεδόν αδύνατο. Οι επιτιθέμενοι έχουν μια πεδιάδα, στην οποία μπορούν να δράσουν άνετα τα άρματα και το τεθωρακισμένο πεζικό τους.

Τα μεγαλύτερα εμπόδια είναι οι εκτεταμένες αστικές περιοχές (κυρίως η Λευκωσία) και το όρος Τρόοδος. Λογικό είναι οι επιθέσεις να λάβουν την μορφή μιας λαβίδας η οποία θα προσπαθήσει να περικλείσει την Λευκωσία από ανατολικά και δυτικά, ενώ άλλη επιχείρηση από βορρά προς νότο θα έχει στόχο την άλωση του ανατολικού τμήματος της ελεύθερης Κύπρου (νότια της Αμμοχώστου).

Η τουρκική επίθεση
Λογικό είναι οι δύο τουρκικές μηχανοκίνητες μεραρχίες να χρησιμοποιηθούν για να αποτελέσουν τα δύο στηρίγματα της λαβίδας που θα περισφίξει την Λευκωσία εκατέρωθεν. Η Μεραρχία πεζικού και η τεθωρακισμένη ταξιαρχία, λογικά, θα αποτελέσουν την εφεδρεία, η οποία μπορεί είτε να διατεθεί για την απασχόληση δυνάμεων μπροστά από την Λευκωσία, ή να χρησιμοποιηθεί για την κατάληψη της ελεύθερης περιοχής νότια της Αμμοχώστου.

Αν η σύρραξη προκύψει μετά από κρίση, δεν θα υπάρχει αιφνιδιασμός, αν και το 1974 είδαμε ακριβώς το αντίθετο. Μια κλιμακούμενη κρίση θα επιτρέψει την έγκαιρη διασπορά των δυνάμεων, την ανάκληση των εφεδρειών την δημιουργία οχυρωματικών έργων και την λήψη όλων των αμυντικών μέτρων. Ταυτόχρονα όμως, αυτό θα επιτρέψει στους Τούρκους να μεταφέρουν επιπλέον δυνάμεις στην Κύπρο και να επιβάλουν ναυτικό κλοιό. Δεν μπορεί, βεβαίως, να αποκλειστεί μια αιφνιδιαστική επίθεση, ίσως περιορισμένη, για την άσκηση πίεσης με εκμετάλλευση του φοβικού συνδρόμου των κυπριακών ελίτ.

Με την έναρξη της επίθεσης θα χρησιμοποιηθεί προπαρασκευή με πυροβολικό και άλλα μέσα. Επίσης, η τουρκική αεροπορία θα διεξάγει βομβαρδισμούς εξαρχής και καθ’ όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων. Παράλληλα, drones από μικρά αεροδρόμια στα κατεχόμενα θα χρησιμοποιηθούν για την κατάδειξη στόχων, αλλά και για πλήγματα ευκαιρίας. Αυτό είναι το πιθανότερο, καθώς η κίνηση τεθωρακισμένων μονάδων θα γίνει αντιληπτή άμεσα. Μπορεί όμως και να εξαπολυθούν επιθέσεις αιφνιδιαστικά, χωρίς να προηγηθεί χρήση πυροβολικού, εφόσον σε κλιμακούμενη κρίση οι τουρκικές μονάδες θα έχουν ήδη λάβει θέσεις εξόρμησης.

Τα προβλήματα του επιτιθέμενου
Ο επιτιθέμενος έχει περιορισμένο χώρο ελιγμών σε μια πολύ μικρή κοιλάδα. Ο χώρος αυτός καθίσταται ακόμη πιο προβληματικός από την πυκνή δόμηση και την ύπαρξη πάμπολλων οικισμών. Ο Τούρκος διοικητής θα πρέπει να αποφασίσει σε ποιο βαθμό μπορεί να παρακάμψει την εκάστοτε εστία αντίστασης, ή να εμπλακεί σε μικρές μάχες κατατέμνοντας τις δυνάμεις και αποδυναμώνοντας την κύρια προσπάθεια. Αυτό υπό την προϋπόθεση ότι θα εκδηλωθεί αντίσταση κι όχι άτακτη υποχώρηση.

Σ’ αυτή την περίπτωση, με την ανάκληση των εφεδρειών και την απόγνωση των κατοίκων οι εστίες θα είναι πολλές. Οι μικρές αποστάσεις και η έλλειψη κάλυψης προσφέρουν στους αμυνόμενες τη δυνατότητα να στήσουν φονικές ενέδρες. Η ύπαρξη οικισμών σε αποστάσεις μικρότερες των τεσσάρων χλμ μεταξύ τους δίνει την ευκαιρία να δημιουργηθούν ζώνες αλληλοκαλυπτόμενων πυρών, μέσω των οποίων η τουρκική προέλαση θα καταστεί οδυνηρή.

Η χρήση αεροπορίας και πυροβολικού καθίσταται προβληματική για τον επιτιθέμενο αν οι προωθημένες δυνάμεις του βρεθούν σε στενό “εναγκαλισμό” με τους αμυνόμενους, επειδή τα πυρά μπορούν να πλήξουν και τουρκικές μονάδες. Αυτός ο “εναγκαλισμός” πρέπει να επιδιωχθεί από όσες μονάδες βρεθούν υπό πυκνά τουρκικά πυρά και όχι η φυγή προς άλλη τοποθεσία. Μόνο αν είναι κανόνας η άμυνα μέχρις εσχάτων μπορεί να υπάρξει πιθανότητα αποτελεσματικής άμυνας. Η χρήση αερομεταφερομένων τμημάτων παρουσιάζει μεγάλα προβλήματα καθώς ζώνες ρίψης ή/και προσγείωσης είναι ελάχιστες και μπροστά στις κάνες της Εθνικής Φρουράς.

Ο αμυνόμενος έχει πάντα σχετικό πλεονέκτημα, ενώ ο επιτιθέμενος πρέπει να συγκεντρώσει υπεροπλία σε συγκεκριμένα σημεία, ώστε να κάμψει εκεί την άμυνα και να “ξεχυθεί” στα μετόπισθεν. Η μικρή έκταση του θεάτρου επιχειρήσεων καθιστά αυτά τα σημεία προβλέψιμα. Στόχος της Εθνικής Φρουράς είναι να “στομώσει” την τουρκική αιχμή και να καθηλώσει τους Τούρκους σε στατικές θέσεις, ώστε να αρχίσει η φθορά τους.

Για τον σκοπό αυτό πρέπει να γίνει εκτεταμένη χρήση των εφεδρειών από την Εθνική Φρουρά, ιδίως σε δομημένες περιοχές, οι οποίες προσφέρουν κάλυψη και απόκρυψη, αλλά και προστασία από όπλα καμπύλης τροχιάς. Ταυτόχρονα, πρέπει να αποφύγει την καταστροφή των δικών της μέσων από την τουρκική αεροπορία και το πυροβολικό. Τα τεθωρακισμένα και τα πυροβόλα πρέπει αρχικά να αποκρυβούν ή να λάβουν ισχυρή αντιαεροπορική άμυνα, ώστε να μπορούν να αντεπιτεθούν.

Τα τελευταία χρόνια η Εθνική Φρουρά έχει ενισχυθεί με αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα μέσου και μικρού βεληνεκούς (Buk M1/M2, TorM1, Mistral, Atlas) που προσφέρουν μερική προστασία από την τουρκική αεροπορία, ενώ τα αντιαεροπορικά πυροβόλα (Skyguard, GDF-005, M-55) μπορούν να εμπλέξουν τα όποια drones βρεθούν στο βεληνεκές τους.

Με καλά μελετημένη χρήση αντιαρματικών πυραύλων από προμελετημένες κύριες και εναλλακτικές θέσεις μπορεί να πλήξει τα προελαύνοντα επί ανοικτού πεδίου τουρκικά άρματα και τεθωρακισμένα. Το κυπριακό πυροβολικό θα πρέπει, λόγω περιορισμένων μέσων, να περιοριστεί αρχικά σε πυρά κατά πυροβολικού ώστε να αρχίσει να φθείρει τα μέσα που παρέχουν πυρά υποστήριξης στον προελαύνοντα αντίπαλο. Ταυτόχρονα τα πυραυλικά συστήματα Exocet θα πρέπει να πλήξουν όσα τουρκικά σκάφη μπορούν, αν και το τουρκικό ναυτικό θα προτιμήσει να πλέει εκτός βεληνεκούς

Ενεργητική άμυνα
Σκοπός είναι να καθηλωθεί η τουρκική προέλαση στις πρώτες 24 ώρες, έστω και με τμηματικές απώλειες στην πεδιάδα της Μεσαορίας. Αν αυτό επιτευχθεί θα οδηγήσει σε πτώση του ηθικού του αντιπάλου και θα δώσει την ευκαιρία για αντεπιθέσεις με σκοπό την εκδίωξη του εχθρού και ανακατάληψη εδάφους. Οι αντεπιθέσεις θα πρέπει να γίνουν σε όλη τη κλίμακα επιχειρήσεων και να αρχίσουν τη νύχτα, όταν ο εχθρός, ευρισκόμενος σε μη γνώριμο έδαφος, θα είναι πλέον ασυντόνιστος.

Αυτό σημαίνει ότι η κάθε μονάδα πρέπει να αναλάβει συγκεκριμένες προς τούτο δράσεις (δυναμική αναγνώριση, επιδρομές, κλπ) και οι μονάδες της στρατηγικής εφεδρείας να πλήξουν σημεία, τα οποία θα απειλήσουν την εχθρική διάταξη σε μέρη που δεν αναμένεται. Στόχος να προκαλέσουν ρήγμα στα μετόπισθεν του επιτιθέμενου, αναγκάζοντάς τον να αναδιπλωθεί.

Μια ισχυρή αντεπίθεση πρέπει να εκδηλωθεί ανατολικά της Λευκωσίας για ανακούφιση του θύλακος ανατολικά της Δεκέλειας και συνένωσης του με την υπόλοιπη ελεύθερη Κύπρο, εάν έχει αντέξει στην τουρκική επίθεση. Οι ελληνικές δυνάμεις καταδρομών πρέπει να αναλάβουν δράση στα μετόπισθεν, διεισδύοντας ανάμεσα στις τουρκικές δυνάμεις για να πλήξουν τα μέσα υποστήριξης, τις επικοινωνίες, τα αποθέματα υλικού και να εμπνεύσουν αίσθημα αβεβαιότητας και φόβου στον εχθρό. Οι μονάδες δέον να αλλάζουν θέσεις όποτε μπορούν, ώστε να αποσυντονιστεί η προσπάθεια του εχθρού. Εννοείται ότι τα ίδια θα κάνουν και οι Τούρκοι, έχοντας, μάλιστα, το απόλυτο πλεονέκτημα στον αέρα και σχετικό πλεονέκτημα στο έδαφος.

Οι ελληνικές αντεπιθέσεις δεν πρέπει να εξελιχθούν σε στατικές μάχες. Σημεία τουρκικής άμυνας πρέπει να παρακάμπτονται και να περικυκλώνονται. Σκοπός δεν πρέπει να είναι πάντα η κατοχή εδάφους, ιδίως αν αυτό δεν προσφέρεται για άμυνα μετά την κατάληψη. Η επιτυχία της άμυνας σε πρώτη φάση είναι η αποτυχία του τουρκικού σχεδίου, ώστε η επίθεση να ανακοπεί και οι τουρκικές δυνάμεις να περιπέσουν σε κατάσταση στατικής μάχης.

Τι μπορεί να γίνει από πριν
Μπορεί οι κυπριακές ελίτ να διαπνέονται από φοβικό σύνδρομο, αλλά ορισμένα πράγματα μπορεί να γίνουν από πριν. Η απόκτηση περισσοτέρων και ισχυρότερων όπλων για χρήση από το πεζικό είναι επιτακτική και θα συμβάλει τα μέγιστα στην άμυνα επί του πεδίου. Το ίδιο πρέπει να γίνει στο πεδίο της αντιαεροπορικής άμυνας, αλλά και σε πυραύλους κατά πλοίων επιφανείας.

Θωρακισμένες δομές μέριμνας πρέπει να δημιουργηθούν ή και να επεκταθούν στο Τρόοδος με τις ανάλογες συγκοινωνιακές υποδομές, ώστε να τροφοδοτούν τα αμυνόμενα στα πεδινά τμήματα. Θέσεις πρέπει να αναγνωρισθούν ή να δημιουργηθούν σε μέρη που αναμένεται να χρησιμοποιηθούν για την προέλαση του εχθρού. Τάφροι πρέπει να ετοιμαστούν σε συγκεκριμένα σημεία που μαζί με ναρκοπέδια να καναλάρουν τις εχθρικές δυνάμεις σε συγκεκριμένες ζώνες θανάτου.

Η γειτνίαση της Μεγαλονήσου με την τουρκική επικράτεια δεν καθιστά φρόνιμο μέτρο την απόκτηση ίδιων αεροπορικών και ναυτικών μέσων, τουλάχιστον αν δεν ληφθούν άλλα πολύ ριζοσπαστικά μέτρα (π.χ. υπόγειες εγκαταστάσεις, εκπαίδευση στη χρήση δρόμων για προσγειώσεις-απογειώσεις, αεροσκάφη καθέτου απογείωσης). Η αγορά του S-400 από την Τουρκία είναι ένα επιχείρημα για να ζητήσει η Κυπριακή Δημοκρατία να εγκαταστήσει στο έδαφός της τους S-300 που είναι σήμερα στην Κρήτη.

Η εμπλοκή της Ελλάδας
Η Κύπρος δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ και υπό τις παρούσες γεωπολιτικές συνθήκες οι ενστάσεις άλλων χωρών στην περιοχή θα είναι το πολύ χλιαρές, αν όχι ανύπαρκτες. Επίσης, η ύπαρξη γαλλικών βάσεων στην ελεύθερη Κύπρο λειτουργεί αποτρεπτικά για τις συγκεκριμένες περιοχές, καθώς οι Τούρκοι δεν θα ήθελαν να πλήξουν στρατιώτες τρίτων χωρών, προκαλώντας την εμπλοκή τους.

Αφήσαμε τελευταίο τον πιο κρίσιμο παράγοντα, που είναι η εμπλοκή της Ελλάδας. Εάν η Ελλάδα αφήσει μόνη της την Κυπριακή Δημοκρατία, αυτή όσο και να πολεμήσει στο τέλος πιθανότατα θα υποκύψει, λόγω της μεγάλης διαφοράς στρατιωτικής ισχύος με την Τουρκία. Επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, η Αθήνα είχε επισήμως δηλώσει ότι θα είναι αιτία γενικευμένου ελληνοτουρκικού πολέμου μία τουρκική επίθεση εναντίον της ελεύθερης Κύπρου.

Αυτό το αμυντικού χαρακτήρα ελληνικό casus belli δεν έχει ποτέ ανακληθεί, έστω κι αν η αξιοπιστία του έχει τραυματισθεί από άλλες ενέργειες της Αθήνας. Η απειλή ενός γενικευμένου ελληνοτουρκικού πολέμου δεν θα αναγκάσει μόνο τις τουρκικές δυνάμεις να πολεμήσουν και σε άλλα μέτωπα, αλλά και θα λειτουργήσει αποτρεπτικά όσον αφορά την εκδήλωση τουρκικής επίθεσης. Άλλωστε, η αναπόφευκτη εμπλοκή της ΕΛΔΥΚ στην περίπτωση τουρκικής επίθεσης θα υποχρεώσει την Αθήνα, έστω κι αν δεν το θέλει, να εμπλακεί, εάν τα πράγματα πάρουν την απευκταία αυτή τροπή.

Η μεσογειακή συμμαχία
Επειδή, όμως, η τάση του ελλαδικού πολιτικού συστήματος από την εποχή Σημίτη και μέχρι τώρα είναι να πάρει αποστάσεις από την Κυπριακή Δημοκρατία, το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου έχει μετατραπεί σε νεκρό γράμμα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν ασκούνται για να υπερασπίσουν την ελεύθερη Κύπρο σε περίπτωση που δεχθεί τουρκική επίθεση. Με άλλα λόγια, με τη στάση της η Αθήνα έχει δημιουργήσει συνθήκες για μία νέα επώδυνη ήττα στη Μεγαλόνησο.

Επειδή, λοιπόν, έτσι είναι τα πράγματα, το ρεαλιστικό ζητούμενο είναι η ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, που έχει όρια, να συνδυαστεί με την ένταξή της σε ένα σχήμα μεσογειακής συμμαχίας, με τη συμμετοχή της Γαλλίας, της Αιγύπτου, των Εμιράτων και βέβαια της Ελλάδας. Σ’ αυτή τη συμμαχία θα έχει με έμμεσο τρόπο κάποιου είδους συμμετοχή και το Ισραήλ. Η σύμπηξη μίας τέτοιας συμμαχίας πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα της ελλαδικής και κυπριακής διπλωματίας, επειδή εάν πραγματοποιηθεί όχι μόνο θα θωρακίσει την ελεύθερη Κύπρο, αλλά και θα αλλάξει τους όρους επίλυσης του Κυπριακού.

Διαβάστε ακόμη:

👉Κάντε εγγραφή στο κανάλι apenadi blogspot στο youtube για να βλέπετε πρώτοι τα βίντεο μας.


Σχόλια