Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Τσέπου

Η Ιερά Μονή Υψηλής Πέτρας ή Τσέπου είναι αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο και πανηγύριζε στις 20 Μαΐου. Το όνομα «Υψηλής Πέτρας» το πήρε από τις σκήτες των μοναχών που βρισκόταν σε πετρώδη κορυφή του όρους Σοπότι και αποτέλεσαν τον πρώτο πυρήνα της μονής. Το «Αγίασµά» της, το οποίο είχε θεραπευτική ιδιότητα αρχικά ανάβλυζε από πηγή ευρισκόμενη στον υψηλό βράχο, αργότερα άγνωστο µε ποιόν τρόπο, μεταφέρθηκε πριν την είσοδο της μονής, όπου αναβλύζει και σήμερα. Έπιναν και έπλεναν, όλο το σώμα ευλαβώς οι ασθενείς χριστιανοί και μωαμεθανοί. Επίσης κάτοικοι των γύρω χωριών γέμιζαν τα δοχεία τους και το μετέφεραν στα χωριά  τους, όπου ράντιζαν τα πρόβατα για να µη αρρωστήσουν. 
Κατά την παράδοση, στην πετρώδη περιοχή του βουνού σε μια από τις σκήτες ζούσε κάποιος μοναχός Ακάκιος που φημιζόταν για την αγιότητα και τα θαύματά του μέχρι την Κων/πολη. 

Βρίσκεται ανάμεσα στα μουσουλµανικά χωριά Πλεσάτι και στον πρόσφατο ιδρυμένο συνοικισμό από τους κατοίκους του ίδιου χωριού, οι οποίοι μετακινήθηκαν πλησιέστερα προς την κεντρική και στην Τσεπούνα που η γη της ήταν τσιφλίκι της μονής. 

Κατά την παράδοση, αρχικά ανεγέρθηκε µε έξοδα του Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (668-681). Στην σημερινή της θέση κτίστηκε εκ βάθρων από τον Ανδρόνικο Α΄ Κοµνηνό (1183-1185), ενώ η στέγη του ναού καλυπτόταν από μόλυβδο που μετά απέσπασαν ή πούλησαν. 
Μνημονεύεται για τελευταία φορά προ του εξισλαµισµού σε σιγίλιο της μονής Σωσίνου του 1623 και ανακαινίσθηκε την περίοδο της αρχιερατείας του επισκόπου Γαβριήλ µε τη βοήθεια των ενοριτών της Χουµελίτσας, του Μασχουλορίου, του Μοναστηρίου , του Ρουφέφ(ια) και του Γαρδικίου το 1799. 

Το 1826 έγινε θέμα στο αν θα μετατραπεί σε τεκέ ή θα παραμείνει μονή. Το αποτέλεσμα ήταν ότι κέρδισε η Ορθοδοξία. Μετά το 1967 έγινε στρατόπεδο και ο σήμερα διατηρούμενος ναός ανακαινίστηκε τελευταία σε κάποια σημεία πάνω από τη μέση και τη σκεπή και µόνο μπροστά στο ιερό σώζονται οι τοιχογραφίες. 
Ο ναός είναι τρίκογχη, τρίκλιτη βασιλική µε τρούλλο. Πάνω από την πόρτα της εισόδου του ναού υπάρχει μεγάλη εντοιχισμένη πλάκα µε σκαλισμένο έναν σταυρό που γράφει στις δύο πλευρές ΙΣ ΧΡ και κάτω δύο σχήματα ματιών ή φύλλων. Στην πρόσφατη ανακαίνιση στην είσοδο του ναού υπάρχει μια δάφνη και γύρω-γύρω έγινε ένα πεζουλάκι και τοποθετήθηκε μια πώρινη πλάκα που προφανώς κάποιος την είχε φυλάξει, η οποία αναφέρει: «Νικόλαος Γ …, 909 Α ΟΣ (Τ), όλοι». 

Πριν το 1967 αλλά και μετά κρυφά χριστιανοί και μουσουλµάνοι της περιοχής είχαν ως κοινό τόπο προσευχής τη μονή Αγίου Νικολάου, γιατί έκανε και εξακολουθεί να κάνει πολλά θαύματα ακόμα και σήμερα. Ιδιαίτερα φημίζεται η μονή για την αφιερωματική εικόνα του Άγιου Νικολάου, την οποία κατά την ημέρα της επετείου, την ώρα που άρχιζε η ακολουθία, άρχιζαν διάφοροι άνθρωποι να μαίνονται κατά κάποιον τρόπο και να την αρπάζουν. Τελικά ένας από τους μαινόμενους άρπαζε την εικόνα και έτρεχε, πηδούσε χαντάκια, διέσχιζε θάμνους και βάτους πυκνότατους, τίποτα δεν μπορούσε να εμποδίσει τον εικονόληπτον, ούτε έµψυχο, ούτε άψυχο, που κρατώντας την εικόνα του αγίου Νικολάου παρουσιαζόταν σε οποιονδήποτε έβλαπτε τα συμφέροντα της μονής. Στο τέλος ο εικονόληπτος εισερχόταν µε ορµή εντός της εκκλησίας και τοποθετούσε την εικόνα στο ιδιαίτερο χώρισμα δεξιά του Ιερού Βήµατος. Αµέσως έπειτα ψαλλόταν δοξολογία και µετά ασπαζόταν όλοι την εικόνα. Τέτοιοι εικονόληπτοι αναφέρονται κάποιοι Πλεσακιώτες και Μασχουλωρίτες, αλλά τον μεγαλύτερο ρόλο έπαιξε ο Γιώτης Κάτσιω Μπιναδής. Όλα αυτά μέχρι που επενέβη ο µητροπολίτης Ματθαίος (1867- 1876) και δια προσευχών και αγρυπνιών, εδεήθη του Αγ. Νικολάου και έπαυσε έκτοτε το φαινόμενο τούτο, άλλα έμεινε στην παράδοση όταν κάποιος κάνει περίεργα πράγματα να λένε ότι «αυτός είναι για το μοναστήρι της Τσέπος». 

Γνωστοί ηγούµενοι ήταν ο Νεκτάριος, αγνώστου έτους, ο Ιωασάφ ιεροµόναχος 1500, ο παπά Στέργιος χειροτονήθηκε στις 16-7-1776, ο παπά Χρύσανθος το 1788, Γαβριήλ ιεροµόναχος έπειτα ο Θεόφιλος και ο Ιωσήφ το 1789, ο Ιερεµίας το 1809, ο παπά Αλέξιος λαµποβίτης το 1818, ο Γρηγόριος ιεροµόναχος το 1824, ο Νεόφυτος το 1857. Αναφέρεται ότι οι μοναχοί έφυγαν από τη μονή Τσέπου λόγω μιας επιδροµής, άγνωστο όμως πότε και από ποιους.

Η ακίνητη περιουσία της κοινοτικής ενοριακής μονής του Αγίου Νικολάου Τσέπου ήταν 100 στρέμματα γη ποτιστική, ένα λιβάδι 30 στρέμματα, ένα μικρό δάσος στην περιφέρεια της μονής, 15 αίγες, 48 αγελάδες και βόες, 6 ζώα φορτηγά, 50 κυψέλες, ιερά άμφια, σκεύη και έπιπλα διάφορα. Η μονή ήταν βεβαρημένη µε χρέος 3.000 δρχ. προερχόμενο από της δαπάνης ανεγέρσεως δωµατίων σ’αυτή.

Πηγή πληροφοριών: Διατριβή επί Διδακτορία της Ευτυχίας Παππά με τίτλο "Η Επαρχία Δρυϊνουπόλεως της Β. Ηπείρου κατά τη νεότερη περίοδο (Τουρκοκρατία, 20ος αιώνας)"

Διαβάστε ακόμη:

Σχόλια