Ο «Κόκκινος Στρατός» στη Γερμανία

Ένα από τα θέματα με τα οποία δεν έχουμε ασχοληθεί καθόλου είναι η πορεία του σοβιετικού στρατού από τη Λευκορωσία, όταν ξεκίνησε την επίθεσή του εναντίον της Βέρμαχτ εκεί (22/06/1944), ως την είσοδό του στο Βερολίνο και την κατάληψη της πόλης, τον Μάιο του 1945.

Καλοκαίρι 1944: η διπλή επιχείρηση εναντίον του Τρίτου Ράιχ
Οι πολεμικές επιχειρήσεις που έγιναν στην Ευρώπη το καλοκαίρι το 1944 καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την τελική έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη Δυτική Ευρώπη η απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944, όχι μόνο οδήγησε στην απελευθέρωση της Γαλλίας, αλλά ανάγκασε την Ανώτατη Γερμανική Διοίκηση να αποσύρει δυνάμεις από το Ανατολικό Μέτωπο. Αυτό ήταν θείο δώρο για τους Σοβιετικούς, που βρήκαν την ευκαιρία να ξεκινήσουν την αντεπίθεσή τους. Στις 22 Ιουνίου 1944 ο Κόκκινος Στρατός εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση, τη μεγαλύτερη έως τότε, εναντίον της Βέρμαχτ στη Λευκορωσία. Στις επιχειρήσεις μετείχαν 1.700.000-2.500.000 Σοβιετικοί στρατιώτες (οι ιστορικοί διαφωνούν για τον ακριβή αριθμό τους). Το βέβαιο είναι ότι οι ναζιστικές δυνάμεις υπέστησαν πανωλεθρία. Οι Σοβιετικοί συνέτριψαν ολόκληρη τη γερμανική ομάδα Στρατιών «Κέντρο» και πέρασαν μέσα από τη Λευκορωσία ως τις όχθες του Βιστούλα, στη Βαρσοβία. Ιθύνων νους της επιχείρησης ήταν ο Σοβιετικός Στρατάρχης Κονσταντίν Ροκοστόφσκι, ο οποίος απελευθέρωσε μια τεράστια επικράτεια του σοβιετικού εδάφους και αποδιοργάνωσε πλήρως τους Γερμανούς, λίγο μετά την συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία. Οι δύο μεγάλες επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών («Επικυρίαρχος» στη Δύση και «Μπαγκρατιόν» στην Ανατολή) προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές στους ναζί.
Οι Σοβιετικοί στρατιώτες, μετά τις φονικές μάχες του 1943 με τη Βέρμαχτ και παρά το βαρύ τίμημα που πλήρωσαν, είχαν γίνει περισσότερο αποφασιστικοί και ετοιμοπόλεμοι. Οι στίχοι του Ίλια Έρενμπουργκ τους συνόδευαν σε κάθε βήμα: «Μη μετράς ημέρες. Μη μετράς μίλια. Μετρά μόνο τον αριθμό των Γερμανών που σκότωσες. Σκότωσε τον Γερμανό -αυτή είναι η προσευχή της μητέρας σου. Σκότωσε τον Γερμανό- αυτή είναι η κραυγή της ρωσικής γης σου. Μην αμφιταλαντεύεσαι. Μη χαλαρώνεις. Σκότωσε».



Οι Σοβιετικοί στην Ανατολική Πρωσία
Ο Κόκκινος Στρατός ύστερα από την σταθεροποίηση του μετώπου τον Αύγουστο του 1944 ξεκίνησε τις προετοιμασίες για επιθέσεις στην Ανατολική Πρωσία, την «προαιώνια γη των Γερμανών» στα βαλτικά εδάφη. Για τους Γερμανούς η Ανατολική Πρωσία αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της χώρας τους. Μάλιστα, αφορμή για την κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Σεπτέμβριο το 1939 με τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία, ήταν η αποκοπή της Ανατολικής Πρωσίας από τον εθνικό κορμό της Γερμανίας, εξαιτίας του διαδρόμου του Ντάντσιχ και της ανακήρυξης της γερμανικής πόλης σε «Ελεύθερη Πόλη» υπό την προστασία της Κοινωνίας των Εθνών. Η ναζιστική προπαγάνδα φανάτιζε τον λαό και τον, υπό διάλυση, γερμανικό στρατό παρουσιάζοντας διαρκώς ιστορικά φιλμ που αναδείκνυαν τη «γερμανικότητα» των περιοχών από την εποχή των Τευτόνων έως τότε. Οι διοικητές των γερμανικών επαρχιών, οι γκαουλάιτερ, υπακούοντας στη διαταγή του Χίτλερ τον Σεπτέμβριο του 1944, εξέδωσαν εντολές συγκρότησης μονάδων της «Λαϊκής Πολιτοφυλακής», της Φόλκστρουμ, από άνδρες που δεν είχαν επιστρατευτεί ως τότε λόγω ηλικίας (είτε ήταν νεότεροι, είτε μεγαλύτεροι από τις ηλικίες στράτευσης) είτε ειδικευμένους βιομηχανικούς εργάτες που δεν είχαν κληθεί στα όπλα. Αυτό όμως είχε σαν αποτέλεσμα να γίνεται δυσχερέστερη η διάκριση των στρατιωτών από τους πολίτες και έτσι χιλιάδες πολιτοφύλακες εκτελέστηκαν εν ψυχρώ από τους Σοβιετικούς, λόγω ανυπαρξίας στολής και διακριτικών. Η κατηγορία που τους προσέδωσαν ήταν «αυταρχική και κατασκοπευτική δράση εναντίον του τακτικού στρατού». Η Πρωσία για τον Κόκκινο Στρατό ήταν το άντρο του γερμανικού πρωσικού μιλιταρισμού. Άλλωστε και κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τσαρικά στρατεύματα είχαν εισέλθει στην περιοχή.


Στις 19 Οκτωβρίου 1944 οι πρώτες μονάδες του Κόκκινου Στρατού, από την 25η Τεθωρακισμένη Ταξιαρχία του 2ου Τεθωρακισμένου Σώματος της φρουράς της 11ης Στρατιάς εισήλθαν στις επαρχίες Γκόλνταπ και Γκούμπινεν της Ανατολικής Πρωσίας, ανατρέποντας τις γερμανικές δυνάμεις που βρίσκονταν εκεί και εγκατέστησαν ένα προγεφύρωμα. Επικεφαλής των Σοβιετικών ήταν ο Στρατηγός Ιβάν Τσερνιακόφσκι.
Το προγεφύρωμα όμως αυτό δεν διατηρήθηκε παρά μόνο για δύο ημέρες, καθώς οι Σοβιετικοί δεν έλαβαν ενισχύσεις. Έτσι μετά από σκληρές μάχες, μονάδες της Βέρμαχτ, ενισχυμένες από τη Φόλκστρουμ, ανακατέλαβαν προσωρινά τα εδάφη. Οι Γερμανοί αντίκρισαν πλήθος πτωμάτων. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν πολλές γυναίκες και παιδιά. Τέσσερις μέρες αργότερα, διεθνής αντιπροσωπεία από γιατρούς εξέτασε τα θύματα. Κοινή διαπίστωση από την αυτοψία ήταν ότι όλες οι κοπέλες από 8 ετών και οι γυναίκες, ως και μια τυφλή ηλικιωμένη 84 ετών, είχαν βιαστεί και κακοποιηθεί σεξουαλικά.

Ο Γιόσεφ Γκέμπελς στο άκουσμα και μόνο της σφαγής είδε τη μεγάλη ευκαιρία για να φανατίσει τους στρατιώτες του Ανατολικού μετώπου ακόμα περισσότερο, αλλά και για να εμφανίσει τους ναζί ως θύματα στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Κάλεσε αμέσως διεθνή αντιπροσωπεία από γιατρούς, νομικούς και δημοσιογράφους από ουδέτερες χώρες (Σουηδία, Ελβετία και Ισπανία) για να καταγράψουν τα εγκλήματα των Σοβιετικών.
Στα «Επίκαιρα» που προβάλλονταν στους γερμανικούς κινηματογράφους τα γεγονότα διογκώθηκαν. Γινόταν λόγος για εκατοντάδες νεκρούς, σφαγιασμένους, γυναίκες που είχαν βιαστεί και ανθρώπους που πέθαναν από κρυοπαγήματα ή σκοτώθηκαν δεχόμενοι τη χαριστική βολή. Ο Κόκκινος Στρατός παρουσιαζόταν «ως ασιατική ορδή βαρβάρων όμοιων με τους Μογγόλους του Τζέγκις Χαν» και η Βέρμαχτ με τη Φόλκστρουμ ως το τελευταίο προπύργιο σωτηρίας της Ευρώπης απέναντι στα «στίφη των Μπολσεβίκων που είχαν ως σκοπό να διαλύσουν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό».

Οι εφημερίδες, ιδιαίτερα ο «Λαϊκός Παρατηρητής», όργανο του ναζιστικού κόμματος, γέμισαν από πύρινα άρθρα, στα οποία τονιζόταν ή θεία αποστολή των Γερμανών να σώσουν την Ευρώπη από τη βαρβαρότητα του μπολσεβικισμού και καλλιεργούσαν το αίσθημα της εκδίκησης απέναντι στα εγκλήματα του σοβιετικού στρατού στην Ανατολική Πρωσία. Βέβαια, οι ίδιες εφημερίδες δεν είχαν γράψει λέξη για τα αποτρόπαια εγκλήματα των Γερμανών στρατιωτών επί τρία χρόνια στην ΕΣΣΔ, ούτε για το πώς είχαν βρεθεί οι ξένοι εργάτες στη χώρα τους, συντηρώντας ουσιαστικά την πολεμική βιομηχανία του Τρίτου Ράιχ…


Τα λάθη του γκαουλάιτερ της Ανατολικής Πρωσίας Κοχ, που οδήγησαν στον θάνατο χιλιάδες συμπατριώτες του
Ακολούθησαν μήνες σχετικής αδράνειας στο μέτωπο της Ανατολικής Πρωσίας με συγκρούσεις περιπόλων, αιχμαλωσία στρατιωτών εκατέρωθεν και την προετοιμασία των Σοβιετικών για την τελική επίθεση. Σ΄ αυτό το χρονικό διάστημα ανέλαβε ενεργό ρόλο η ναζιστική τοπική αυτοδιοίκηση που με την εμπλοκή της στις πολεμικές προετοιμασίες οδήγησε σε αρκετές περιπτώσεις σε ολέθρια αποτελέσματα. Το πιο τρανταχτό παράδειγμα υπήρξε ο γκαουλάιτερ (κυβερνήτης) της Ανατολικής Πρωσίας Έριχ Κοχ. Είχε βεβαρημένο παρελθόν, καθώς ως κυβερνήτης της Ουκρανίας ευθυνόταν για το θάνατο χιλιάδων Ουκρανών και Ρώσων. Εξαιτίας των πολιτικών που ακολούθησε έλαβε το προσωνύμιο «Δεύτερος Στάλιν», κάτι που δεν τον ενόχλησε ιδιαίτερα… Ο Κοχ υποχρέωνε τους αμάχους της Ανατολικής Πρωσίας, ακόμα και τα παιδιά, για δύο μήνες μέσα στον χειμώνα να σκάβουν χαρακώματα. Δεν συνεννοήθηκε προηγουμένως με το γερμανικό στρατιωτικό Επιτελείο και τα χαρακώματα αποδείχθηκαν άχρηστα. Παράλληλα, ήταν ο πρώτος που ανάγκασε παιδιά και ηλικιωμένους να ενταχθούν στην Φόλκστρουμ.
Η πλέον εγκληματική ενέργεια του Κοχ όμως, ήταν η άρνησή του να εκκενωθούν η Κενιξβέργη και άλλες πόλεις προς το εσωτερικό της Γερμανίας, κατά τη μεγάλη σοβιετική επίθεση του Ιανουαρίου 1945, καθώς πίστευε ότι οι δυνάμεις της Βέρμαχτ και της Φόλκστρουμ θα αμύνονταν πιο αποτελεσματικά, έχοντας στη σκέψη ότι υπερασπίζονταν και άμαχους πολίτες. Ακόμα και όταν οι γραμμές άμυνας της Βέρμαχτ κατέρρευσαν, ο Κοχ δεν επέτρεψε στους πολίτες να επιβιβαστούν σε πλοία και καράβια. Όμως ο ίδιος με την οικογένειά του και την κινητή περιουσία του κατέφυγαν, με ειδική αμαξοστοιχία, στην ασφαλή πόλη του Πιλάου, την ίδια ώρα που απλοί πολίτες περπατούσαν για εκατοντάδες χιλιόμετρα μέσα στο δριμύ ψύχος έχοντας να αντιμετωπίσουν τους Σοβιετικούς.




Η σφαγή του Μετγκέτεν
Οι Σοβιετικοί προέλασαν στον άξονα της λίμνης του Βιστούλα και της Κενιξβέργης. Προάστιο της πόλης, το οποίο σταδιακά ενσωματώθηκε σε αυτή ήταν το Μετγκέτεν, το οποίο καταλήφθηκε από το 3ο Λευκορωσικό Μέτωπο του Τσερνιακόφσκι τη νύχτα της 1ης Φεβρουαρίου 1945. Δύο βδομάδες αργότερα λόχοι γερμανικού μηχανοκίνητου Πεζικού (γρεναδιέροι) ανακατέλαβαν τα εδάφη στη Χερσόνησο του Ζάμλαντ, τα οποία ήταν ζωτικής σημασίας για να διατηρηθεί στοιχειώδης επικοινωνία με το Πιλάου. Οι γρεναδιέροι αντίκρισαν στο Μετγκέτεν, γύρω από αυτό, αλλά και στα κοντινά δάση, εικόνες φρίκης. Περίπου 3.000 πολίτες είχαν σκοτωθεί. Οι περισσότερες κοπέλες και γυναίκες βιάστηκαν και όλα σχεδόν τα θύματα είχαν πολλαπλά τραύματα από ξιφολόγχες, φτυάρια, αξίνες, κοντάκια ντουφεκιών, μαχαίρια, πυρωμένα σίδερα, ενώ ορισμένοι είχαν διαμελιστεί από ερπύστριες αρμάτων μάχης.
Ο διοικητής της φρουράς της Κενιξβέργης, Ότο Λας, ενημέρωσε την Ανώτατη Διοίκηση και ενίσχυσε τις δυνάμεις του στο συγκεκριμένο τμήμα της Χερσονήσου. Η μυστική Αστυνομία του Ράιχ φωτογράφισε τα θύματα και ενημέρωσε τη ναζιστική ηγεσία. Ο σχετικός φάκελος μετά τη λήξη του πολέμου βρέθηκε στα χέρια των Αμερικανών και σήμερα βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου.
Φυσικά στις περιοχές που κατέλαβαν οι Σοβιετικοί έγιναν πολλές λεηλασίες. Οι περισσότεροι άνδρες του Κόκκινου Στρατού δεν είχαν δει ποτέ ανάλογα κτίρια, γέφυρες, τοποθεσίες κλπ. Κάποιοι δεν είχαν φύγει ποτέ από τα χωριά τους. Και ναι μεν οι απλοί στρατιώτες ήταν ικανοποιημένοι με λίγα φρούτα, τυρί ή κρέας, ακόμα κι ένα πουγκί καπνού που έβρισκαν. Οι αξιωματικοί όμως έστειλαν ολόκληρες οικοσκευές στις οικογένειές τους…
Τα εγκλήματα των Γερμανών στην ΕΣΣΔ, τα ζωώδη ένστικτα που είχαν αναπτυχθεί σε κάποιους που έλειπαν για περισσότερα από δύο χρόνια από τα σπίτια τους και είχαν μπολιαστεί με τη φρίκη και την αποτρόπαια «πολεμική λογική», ήταν υπεύθυνα για όλα όσα έγιναν στην Κενιξβέργη. «Πάνω απ’ όλα η επιβίωση και η καθημερινότητα», έγραφε ένας Σοβιετικός λοχίας στην οικογένειά του.

Ο Έρικ Κοχ

Επιχείρηση «Αννίβας»: η εκκένωση της Ανατολικής Πρωσίας μέσω της Βαλτικής Θάλασσας
Στα μέσα Φεβρουαρίου 1945 η Ανατολική Πρωσία είχε διαχωριστεί από την υπόλοιπη Γερμανία. Τότε το γερμανικό Ναυτικό αποφάσισε την εκτέλεση της επιχείρησης «Αννίβας», την εκκένωση δηλαδή του πληθυσμού και του στρατεύματος από τις περιοχές που πολιορκούσαν οι Σοβιετικοί και τη μεταφορά τους σε άλλες περιοχές της Γερμανίας ή την κατεχόμενη Δανία, μέσω της Βαλτικής Θάλασσας.
Ο Διοικητής του Γερμανικού Πολεμικού Ναυτικού, Αρχιναύαρχος Karl Donitz, έδωσε διαταγή στον Διοικητή Στόλου της Βαλτικής, Oskar Kummetz, και στον αρχηγό του τμήματος μεταγωγικών πλοίων, Υποναύαρχο Konred Engelhardt, να σχεδιάσουν και να εκτελέσουν την επιχείρηση εκκένωσης με την κωδική ονομασία «Αννίβας». Καταδρομικά, αντιτορπιλικά, μεταγωγικά, θαλαμηγοί, ναρκαλιευτικά, ψαρόβαρκες και κάθε λογής πλεούμενα έσπευσαν στα λιμάνια της Ανατολικής Πρωσίας, θυμίζοντας την ανάλογη επιχείρηση εκκένωσης της Δουνκέρκης στη Γαλλία το 1940. Ο σοβιετικός στόλος της Βαλτικής είχε λάβει οδηγίες να καταστρέφει οποιοδήποτε εχθρικό πλοίο επιφανείας. Περιπολικά σκάφη εντόπιζαν τα γερμανικά κονβόι και ενημέρωναν αεροπλάνα και υποβρύχια.
Στη Βαλτική το 1945 έλαβαν χώρα μερικά από τα μεγαλύτερα ναυάγια της ιστορίας. Ο τορπιλισμός του μεταγωγικού πλοίου «Βίλχελμ Γκουστλόφ» από το σοβιετικό υποβρύχιο S-13, προκάλεσε τον θάνατο περισσότερων από 9.000 ατόμων και θεωρείται η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία όλων των εποχών. Το ίδιο υποβρύχιο τορπίλισε το μεταγωγικό «Στρατηγός των SS Φον Στόιμπεν», με περισσότερους από 4.000 νεκρούς. Ένα ακόμα μεγάλο πλήγμα για τους Γερμανούς ήταν ο τορπιλισμός από το σοβιετικό υποβρύχιο L-3 του μεταγωγικού «Γκόγια». Ανάμεσα στους 6.700 νεκρούς, εκτός από τους πρόσφυγες, βρίσκονταν και άνδρες της Βέρμαχτ που είχαν συγκεντρωθεί από διάφορους θύλακες των ακτών της Βαλτικής. Βέβαια, υπήρχαν και πολλές χιλιάδες νεκρών Γερμανών από μικρότερα ναυάγια. Ο αριθμός όσων χάθηκαν τότε στα παγωμένα νερά της Βαλτικής δεν είναι δυνατό να υπολογιστεί.

Επίσης δεν μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια ο αριθμός των Γερμανών που έφυγαν από τις πολιορκημένες περιοχές. Οι εκτιμήσεις ξεκινούν από 1,5 εκατομμύρια πολίτες και στρατιώτες και φτάνουν τα 2,4 εκατομμύρια. Τέλος, η έλλειψη κάρβουνου η μεγαλύτερη από την έναρξη του πολέμου και οι ελλείψεις σε τρόφιμα και φάρμακα για τους πρόσφυγες προκάλεσαν τον θάνατο βρεφών και ηλικιωμένων, έτσι οι νεκροί ανάμεσα στους Γερμανούς ήταν πολύ περισσότεροι.

Ο Ρώσος στρατιωτικός Konstantin Rokossovsky

Πομερανία, Σιλεσία και Πολωνία
Οι μόνες πόλεις της Ανατολικής Πρωσίας όπου υπήρχε αντίσταση προς τους Σοβιετικούς ήταν το Πιλάου, η Κενιξβέργη και η Γκντίκα, μαζί με κάποιους αυτόνομους θύλακες. Οι κάτοικοι και οι Γερμανοί στρατιώτες προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να φτάσουν στην Πομερανία και τη Σιλεσία. Ελάχιστοι τα κατάφεραν. Νέες δραματικές στιγμές εκτυλίχθηκαν από απελπισμένους πρόσφυγες. Οι Ρώσοι Στρατάρχες Ζούκοφ, Κόνιεφ και Ροκοσόφσκι συνειδητοποίησαν ότι έπρεπε να καταλάβουν την Πομερανία και τη Σιλεσία για να αποφύγουν γερμανική αντεπίθεση ενώ παράλληλα έπρεπε να εκκαθαριστούν τα μετόπισθεν από «αντιδραστικά στοιχεία». Σε αυτούς περιλαμβανόταν περίπολοι της Βέρμαχτ ή της Φόλκστουρμ που είχαν αποκοπεί και έμειναν πίσω από τους άλλους Γερμανούς αλλά και Πολωνοί. Παράληλα οι Γερμανοί ξεκίνησαν προπαγάνδα για την έναρξη αντάρτικου αγώνα στα μετόπισθεν, ενώ δημιουργήθηκε και μια αμφιλεγόμενη ανταρτική ομάδα προερχόμενη από τη χιτλερική νεολαία γνωστή ως «Λυκάνθρωποι». Οι Πολωνοί ως τα τέλη του 1944 συνεργάζονταν με τους Σοβιετικούς εναντίον των ναζί. Τότε όμως Πολωνοί στρατιώτες (του Ελεύθερου Πολωνικού Στρατού) άρχισαν να εκτελούνται εν ψυχρώ από τους Σοβιετικούς. Ο Στάλιν και ο Μπέρια αποφάσισαν στις αρχές του 1945 με την «αξιοποίηση» των δυνάμεων της διαβόητης NKVD να εξοντώσουν τα μέλη του ΑΚ (Πολωνικού Αντιστασιακού Στρατού) που θεωρούνταν αντικομμουνιστικά στοιχεία. Στις 19 Ιανουαρίου 1945 η ΑΚ διαλύθηκε. Τη θέση της πήραν οι «καταραμένοι στρατιώτες» που ακολούθησαν τακτική ανταρτών. Υπάκουαν στις διαταγές της εξόριστης πολωνικής κυβέρνησης στο Λονδίνο. Ο ανταρτοπόλεμος κάποιων πολωνικών ομάδων με τους Σοβιετικούς διήρκεσε ως το 1963. Δυστυχώς και οι Σοβιετικοί φρόντιζαν με ορισμένες ενέργειές τους (βιασμοί γυναικών, λεηλασίες και καταστροφές περιουσιών) να ενισχύσουν τη μακραίωνη έχθρα τους με τους Πολωνούς.

Η ψυχολογία που οδήγησε στη βία των Σοβιετικών
Οι Σοβιετικοί στρατιώτες προέβησαν σε πολλές αγριότητες σε βάρος των Γερμανών στο χρονικό διάστημα από το καλοκαίρι του 1944 ως τον Μάιο του 1945. Υπήρχαν από τη μία πλευρά οι «εκκρεμότητες εκδίκησης». Πολλοί Σοβιετικοί στρατιώτες είχαν προσωπικές εμπειρίες από φόνους, κτηνωδίες, εκπατρισμούς, ξυλοδαρμούς και κακομεταχείριση αθώων συγγενών, οικείων και φίλων τους. Άλλοι είχαν χάσει τα σπίτια τους που κάηκαν και τις περιουσίες τους. Συνεπώς οι εκδηλώσεις βίας παρέμεναν συχνά ατιμώρητες. Το μίσος φρόντιζαν να υποδαυλίζουν ο Στάλιν και τα καθεστωτικά όργανα με διάφορες ντιρεκτίβες. Οι Γερμανοί επίσης με τον «φυλετικό πόλεμό» τους είχαν μερίδιο ευθύνης για τη βάναυση συμπεριφορά των Σοβιετικών. Ακόμα, οι Σοβιετικοί δεν είχαν υπογράψει τη Συνθήκη της Γενεύης που ανάμεσα στα άλλα καθόριζε και τη συμπεριφορά απέναντι στους αιχμαλώτους πολέμου, με αποτέλεσμα οι ναζί να προβούν σε εγκλήματα εναντίον τους. Ένας άλλος λόγος που οδήγησε στις ακρότητες των Σοβιετικών ήταν το αλκοόλ! Οι Γερμανοί δεν κατέστρεφαν τα αποθέματα του αλκοόλ που άφηναν πίσω τους υποχωρώντας ελπίζοντας ότι ένας στρατός μεθυσμένος δεν μπορεί να πολεμήσει. Ο Κόκκινος Στρατός όμως δεν συμμερίστηκε τη γερμανική αισιοδοξία. Το αλκοόλ συνέτριψε όλους τους ηθικούς φραγμούς των στρατιωτών του που όταν συνειδητοποιούσαν τι είχαν κάνει κατέφευγαν πάλι στο αλκοόλ για να ξεχάσουν όσα έκαναν!
Δυστυχώς τα μεγάλα θύματα ήταν οι γυναίκες. Βιάστηκαν κορίτσια 12-13 ετών, νέες και ώριμες γυναίκες, ακόμα και υπέργηρες. Όχι μόνο Γερμανίδες αλλά και Πολωνίδες. Ο συνολικός αριθμός τους είναι άγνωστος. Οι εκτιμήσεις ποικίλλουν… Ξεκινούν από 300.000 και φτάνουν τα 2 εκατομμύρια…



Αφηγήσεις Σοβιετικών που προκαλούν φρίκη
Ένας νεαρός τότε Ανθυπολοχαγός του Σοβιετικού Στρατού αφηγήθηκε τα εξής στη Σβετλάνα Αλεξίεβιτς: «Ήμασταν νέοι, δυνατοί και τέσσερα χρόνια χωρίς γυναίκα. Έτσι προσπαθήσαμε να πιάσουμε Γερμανίδες και… δέκα άνδρες βίασαν ένα κορίτσι. Δεν υπήρχαν αρκετές γυναίκες, ολόκληρος ο πληθυσμός έφευγε μακριά από τον Σοβιετικό Στρατό. Έτσι αναγκαστήκαμε να πάρουμε νεαρές, δώδεκα ή δεκατριών ετών… Νομίζαμε ότι ήταν κάτι αστείο. Τώρα πια, δεν μπορώ να κατανοήσω πώς το έκανα…».
Μια γυναίκα που υπηρετούσε τότε στις Διαβιβάσεις του Κόκκινου Στρατού αφηγείται στην ίδια συγγραφέα: «Όταν καταλαμβάναμε μια γερμανική πόλη είχαμε τρεις μέρες ώστε να λεηλατήσουμε και να βιάσουν οι άνδρες τις γυναίκες. Αυτό, φυσικά, ήταν ανεπίσημο. Μετά το πέρας των τριών ημερών ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να περάσει στρατοδικείο για τις πράξεις αυτές… Τώρα ντρέπομαι, μα τότε δεν είχα καμία αίσθηση της ντροπής».
Υπήρχαν όμως και κάποιοι αμετανόητοι. Ένας επικεφαλής της Κομμουνιστικής Νεολαίας στο μέτωπο καυχιόταν πως: «Οι Γερμανίδες μόλις μας δουν σηκώνουν από μόνες τους τις φούστες τους. Δύο εκατομμύρια παιδιά μας γεννήθηκαν στη Γερμανία».
Στην Κενιξβέργη δεκάδες γυναίκες που είχαν βιαστεί κατέφυγαν στον Διοικητή ενός σοβιετικού Τάγματος ζητώντας να τις εκτελέσει, λέγοντάς του πως δεν αντέχουν να ζουν χωρίς αξιοπρέπεια. Αυτός, κυνικά, τους απάντησε: «Οι Σοβιετικοί στρατιώτες δεν πυροβολούν γυναίκες. Μόνο οι Γερμανοί το έκαναν αυτό» και έβαλε τα γέλια όταν οι γυναίκες άρχισαν να κλαίνε. Οι περισσότερες από αυτές αυτοκτόνησαν αργότερα...

Γερμανίδες που έχουν αυτοκτονήσει

Προελαύνοντας προς το Βερολίνο οι Σοβιετικοί συνέχισαν να εξευτελίζουν τους Γερμανούς και ιδιαίτερα τις Γερμανίδες. Ο σταλινικός μηχανισμός είχε τεχνηέντως καλλιεργήσει μεταξύ τους την ιδέα ότι ήταν οι απελευθερωτές της Ευρώπης. Σταδιακά οι βιασμοί λιγόστεψαν και τη θέση τους πήραν οι λεηλασίες, οι κλοπές αγαθών και οι ξυλοδαρμοί. Ίσως το καθεστώς ατιμωρησίας που ίσχυε επιτρέποντας σχεδόν κάθε παρεκτροπή επέτεινε τα εγκλήματα. Προς τιμήν του, ο Στρατάρχης Κονσταντίν Ροκοσόφκσι ήταν ο μόνος ανάμεσα στους ομοβάθμιούς του που έδωσε γραπτή εντολή στα στρατεύματά του να σταματήσουν τις λεηλασίες, τους βιασμούς και γενικότερα την επιθετική και βίαιη συμπεριφορά εναντίον των Γερμανών. Αν και υπήρξαν καταδίκες από στρατοδικεία αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών οι διαταγές του έπεσαν στο κενό…

Επίλογος
Είναι αναμφισβήτητη η σημαντική συμβολή των Σοβιετικών στη νίκη εναντίον των δυνάμεων του Άξονα. Με το άρθρο αυτό ούτε θέλουμε να λιθοβολήσουμε τον Κόκκινο Στρατό, ούτε να εξομοιώσουμε τα ναζιστικά εγκλήματα και τις θηριωδίες, τα οποία άλλωστε βίωσε και η χώρα μας που πλήρωσε βαρύ τίμημα (έχουμε γράψει πολλά σχετικά άρθρα), με τις ενέργειες των Σοβιετικών στη Γερμανία. Δυστυχώς ο πόλεμος μπορεί να μετατρέψει ακόμα και τους πλέον σώφρονες ανθρώπους σε θηρία. Ζωώδη ένστικτα, κρυμμένα μίση και πολιτικές ηγεσίες οδηγούν σε φρικιαστικά εγκλήματα. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ξεκίνησε δειλά δειλά μια προσπάθεια για αναδιατύπωση της ιστορικής πραγματικότητας (δείτε βιβλιογραφία στο τέλος του άρθρου). Για όσους δεν γνωρίζουν, Ανατολική Πρωσία δεν υπάρχει πλέον… Μόνο κάποια ίχνη μεσαιωνικής ιστορίας και αρχιτεκτονικής θυμίζουν την παρουσία των Γερμανών εκεί. Η Κανιξβέργη λέγεται πλέον Καλίνινγκραντ, το Ντάντσιχ Γκντανσκ κλπ.
Θα επανέλθουμε σύντομα με άρθρα για τα ναζιστικά εγκλήματα στη Σοβιετική Ένωση και την είσοδο του Κόκκινου Στρατού στο Βερολίνο.



Βασική πηγή μας ήταν τα άρθρα με τίτλο «Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ (1944-1945)» του Αναστάσιου – Σπυρίδωνα Μαλεσιάδα στο περιοδικό «ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ», τ. 603-604

Σχετική βιβλιογραφία:
Svetlana Alexievich, “War’s Unwomanly Face”, Mόσχα, 1988
Antony Beevor: «Βερολίνο: Η Πτώση 1945», Εκδόσεις Γκοβόστης, 2004
D.M. Glantz, J. House, “When Titans Clashed: How the Red Army Stopped Hitler”, Modern War Studies, Revised and Expand Version, 2015
Max Hastings, “Armaggedon: The battle for Germany 1944-1945”, Macmillan, 2005
Sir Ian Kersaw, “The End”, Penguin Books, 2012
Norman M. Naimark, “The Russians in Germany: A History of the Soviet Zone of Occupation 1945-1949”, Belknap Press, 1997
Richard Overy, “Russia’s War: A History of the Soviet War Effort 1941-1945”, Penguin Books, 1998
Alfred Maurice de Zayas, “A Terrible Revenge: The Ethnic Cleansing of East European Germans”, St. Martin’s Press, 1994

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια