Το Θέθι, οι Καθολικοί και ο τελευταίος αυταρχισμός του Έντι Ράμα

Βλέποντας τα όσα έχουν συμβεί στο Θεθ και αλλού στην Αλβανία την τελευταία εβδομάδα, ο Έντι Ράμα μοιάζει πλέον με έναν Πρωθυπουργό που δεν αναγνωρίζει ούτε θεσμούς, ούτε κώδικες, ούτε τη στοιχειώδη πολιτική ντροπή.
Όταν η εξουσία δεν αποδέχεται όρια, πρέπει να αναζητηθούν άλλες λύσεις. Όποιες κι αν είναι αυτές. Αλλά για να έρθει η λύση, πρέπει πρώτα να έρθει το τέλος. Και η ιστορία, αν μας διδάσκει κάτι, είναι ότι το τέλος μοιάζει να πλησιάζει — τουλάχιστον με βάση τις ομοιότητες με την περίοδο 1945–1948.

Αν κοιτάξει κανείς τους εκλογικούς χάρτες των δύο τελευταίων εκλογών —25 Απριλίου 2023 και 11 Μαΐου 2025—, μια πολιτική τομή γίνεται φανερή. Όχι πια ανάμεσα σε βορρά και νότο ή κέντρο και περιφέρεια, αλλά μεταξύ περιοχών που αντιστέκονται και περιοχών που υποτάσσονται.
Στον βορειοδυτικό καθολικό θύλακα —Μίρντιτα, Πούκα, Φούσε-Αρρέζ, Λέζα, Σκόδρα—, η αντίσταση επιμένει. Το Δημοκρατικό Κόμμα καταγράφει ανθεκτικότητα. Είναι η ίδια γεωγραφία που στα μέσα του 20ού αιώνα αποτέλεσε την τελευταία γραμμή άμυνας ενάντια στην κομμουνιστική κυριαρχία.
Σαν να ξαναγράφεται, με άλλα μέσα, το ίδιο πολιτικό δράμα.

Το Θέθ αποτέλεσε την εξαιρετική περίπτωση: μια περιοχή βαθιά καθολική, ιστορικά απρόθυμη να υποταχθεί, «εξέλεξε» τον Έντι Ράμα. Το αν το έκανε με συναίσθηση ή με παραπλάνηση, είναι πλέον αδιάφορο. Σημασία έχει ότι δύο μήνες αργότερα, ήρθε η πολιτική εκδίκηση. Οι υποσχέσεις περί νομιμοποίησης και αμνηστίας διαψεύστηκαν, τα σπίτια απειλήθηκαν, ο τόπος βρέθηκε εγκλωβισμένος.
Η προδοσία της εμπιστοσύνης δεν είναι απλώς πολιτική τακτική. Είναι επίθεση στην ιστορική μνήμη ενός λαού που αντιστάθηκε και πλήρωσε ακριβά το τίμημα της πίστης του. Το Θέθ έγινε σκηνή επανάληψης ενός παλιού δράματος — αλλά με μοντέρνα εργαλεία εξαναγκασμού.

Ο Έντι Ράμα δεν αρκείται στο να κυβερνά. Θέλει να σκηνοθετεί. Όπως και ο Ενβέρ Χότζα, επινοεί εχθρούς εκεί όπου δεν υπάρχουν. Όπως και ο Χότζα, μιλά «στο όνομα του λαού» όταν στρέφεται εναντίον του. Όμως, σε αντίθεση με τον αυστηρό ιδεολόγο της κομμουνιστικής εποχής, ο Ράμα δρα με ένα είδος πολιτικού κυνισμού που πηγάζει από το δόγμα της συναλλαγής.
Χτίζει «θέρετρα» σε προστατευόμενες περιοχές για τους εκλεκτούς, ενώ στερεί την κατοικία στους κατοίκους των Άλπεων. Επιβραβεύει τη νομιμοφροσύνη, τιμωρεί την αντίσταση.

Η επιμονή των Καθολικών της Βόρειας Αλβανίας στην πολιτική αντίσταση δεν είναι απλώς μια ιδιορρυθμία. Είναι καρπός ενός ιστορικού ενστίκτου: ότι η εξουσία που δεν λογοδοτεί, οδηγεί πάντα σε εξευτελισμό και βία. Όπως έλεγαν οι παλιοί:
«Για τάξεις και φέουδα, η θρησκεία του Χριστού δεν πωλείται.»
Κι όμως, σήμερα, εκείνες οι γαίες που θα έπρεπε να απολαμβάνουν την ελευθερία τους, βλέπουν τον κίνδυνο της πολιτικής κατάκτησης να επιστρέφει. Όχι με σπαθιά και στρατούς, αλλά με διατάγματα, μπουλντόζες και διοικητικές πράξεις.

Η ιστορία της Αλβανίας μάς θυμίζει ότι η αυταρχικότητα δεν έρχεται πάντα με στολή. Μερικές φορές φοράει κοστούμι, μιλά για ανάπτυξη, υπόσχεται ευημερία — και τιμωρεί τη μνήμη. Το Θέθ, λοιπόν, δεν είναι ένα χωριό. Είναι καθρέφτης. Και στο είδωλό του, η Αλβανία καλείται να δει αν έχει το θάρρος να υπερασπιστεί ό,τι την ορίζει.
Γιατί αν δεν αμφισβητήσουμε την "τάξη" που επιβάλλεται με φόβο, τότε θα πρέπει να αποδεχτούμε το τέλος. Κι ίσως αυτό να είναι ήδη εδώ.

Διαβάστε ακόμη

👉Ακολουθήστε μας στο facebook, κάνοντας like στη σελίδα Αγναντεύοντας για να βλέπετε πρώτοι τις δημοσιεύσεις μας

Σχόλια