Η πρόσφατη υπόθεση του υπαλλήλου της AMP που υπηρετούσε ως προσωπικός οδηγός του Γκιλμάντο Ντάνι δεν είναι ούτε εξαίρεση ούτε σύμπτωση. Αντίθετα, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το αλβανικό κράτος τα τελευταία χρόνια – ενός συστήματος όπου η αστυνομία και το οργανωμένο έγκλημα δεν βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα, αλλά σε διαφορετικούς κρίκους της ίδιας αλυσίδας εξουσίας.
Από την αστυνόμευση στην υποταγή
Σε μια φυσιολογική πολιτεία, τέτοιες περιπτώσεις θα αντιμετωπίζονταν ως μεμονωμένα περιστατικά διαφθοράς, ως εξαιρέσεις ενός συστήματος που λειτουργεί. Στην Αλβανία όμως, η κατάσταση μοιάζει να είναι το αντίθετο: το σύστημα έχει χτιστεί πάνω σε αυτή τη σχέση εξάρτησης.
Η Αστυνομία του Κράτους, αντί να πολεμά το έγκλημα, δείχνει να διοικείται από αυτό. Οι ανώτεροι αξιωματικοί δεν επιλέγονται με βάση την αξία ή την εμπειρία τους, αλλά με βάση την πιστότητα και τις διασυνδέσεις τους με τα εγκληματικά δίκτυα που αποτελούν, κατά πολλούς, τον αόρατο σύμβουλο του πολιτικού συστήματος.
Μια δομή εξουσίας χωρίς διαχωρισμούς
Οι πληροφορίες που συλλέγονται από τις υπηρεσίες ασφαλείας, αντί να προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον, φαίνεται να καταλήγουν πρώτα στα χέρια των συμμοριών. Οι επιχειρήσεις διαρρέουν, οι συλλήψεις αποτυγχάνουν, και οι λίγοι αξιωματικοί που προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους σωστά απομακρύνονται ή εκβιάζονται.
Η περίπτωση της AMP απλώς έτυχε να αποκαλυφθεί. Πίσω της, όμως, κρύβεται ένα δίκτυο δεκάδων αστυνομικών και κρατικών λειτουργών που υπηρετούν ως οδηγοί, σωματοφύλακες, μεσάζοντες ή «αγγελιοφόροι» ισχυρών εγκληματιών. Κάποιοι φορούν ακόμη τη στολή, άλλοι βρίσκονται στη φυλακή ή δραστηριοποιούνται υπό την κάλυψη εταιρειών ιδιωτικής ασφάλειας.
Η σιωπή της κορυφής
Σε ένα κράτος δικαίου, μια τέτοια αποκάλυψη θα οδηγούσε σε παραιτήσεις, ανακρίσεις και πολιτική κρίση:
Ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα γνωρίζει –σύμφωνα με τους επικριτές του– πως η πολιτική του επιβίωση εξαρτάται από την προστασία που του παρέχουν τα κυκλώματα εξουσίας και οι εγκληματικές ελίτ που έχουν διεισδύσει στο κράτος. Οι «βαρώνοι» του εγκλήματος λειτουργούν ως ασπίδα, τόσο στις εκλογές όσο και στη διατήρηση της εξουσίας.
Όταν οι φυλακές γίνονται γραφεία εγκλήματος
Ακόμα και μέσα στις φυλακές, οι επικίνδυνοι κακοποιοί φέρονται να συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους ανενόχλητοι. Διαχειρίζονται επιχειρήσεις, δίνουν εντολές, και απολαμβάνουν πολυτέλεια που θυμίζει περισσότερο ξενοδοχείο παρά σωφρονιστικό ίδρυμα. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, που θα έπρεπε να είναι οι φύλακες του κράτους, συχνά λειτουργούν σαν προσωπικό εξυπηρέτησης των «VIP» της μαφίας.
Ένα κράτος αιχμάλωτο
Η σημερινή πραγματικότητα δείχνει πως δεν μιλάμε πλέον για «μερικούς διεφθαρμένους αστυνομικούς». Μιλάμε για μια ολόκληρη δομή εξουσίας που στηρίζεται στην εγκληματική διαπλοκή. Οι καριέρες χτίζονται όχι πάνω στη νομιμότητα, αλλά πάνω στην πίστη προς τα κυκλώματα. Το κράτος είναι χωρισμένο σε περιοχές επιρροής, όπου κάθε εγκληματική ομάδα έχει τον δικό της αστυνομικό, εισαγγελέα και πολιτικό προστάτη.
Η ψευδαίσθηση της μεταρρύθμισης
Κάθε συζήτηση για «μεταρρύθμιση της αστυνομίας» ή «εκκαθάριση του συστήματος» μοιάζει μάταιη, όσο το ίδιο το κράτος λειτουργεί υπό τον έλεγχο αυτών που θα έπρεπε να διώκει. Δεν μπορείς να καθαρίσεις ένα σύστημα όταν το έγκλημα βρίσκεται στο τιμόνι του.
Η μόνη ελπίδα για την Αλβανία είναι μια πολιτική πράξη χωρίς συμβιβασμούς – μια σύγκρουση με όλο το δίκτυο εξουσίας που έχει μετατρέψει το έγκλημα σε θεσμό. Είναι ένας αγώνας δύσκολος και επώδυνος, αλλά απαραίτητος, αν η χώρα θέλει να ξανακερδίσει το κράτος δικαίου.
Από την αστυνόμευση στην υποταγή
Σε μια φυσιολογική πολιτεία, τέτοιες περιπτώσεις θα αντιμετωπίζονταν ως μεμονωμένα περιστατικά διαφθοράς, ως εξαιρέσεις ενός συστήματος που λειτουργεί. Στην Αλβανία όμως, η κατάσταση μοιάζει να είναι το αντίθετο: το σύστημα έχει χτιστεί πάνω σε αυτή τη σχέση εξάρτησης.
Η Αστυνομία του Κράτους, αντί να πολεμά το έγκλημα, δείχνει να διοικείται από αυτό. Οι ανώτεροι αξιωματικοί δεν επιλέγονται με βάση την αξία ή την εμπειρία τους, αλλά με βάση την πιστότητα και τις διασυνδέσεις τους με τα εγκληματικά δίκτυα που αποτελούν, κατά πολλούς, τον αόρατο σύμβουλο του πολιτικού συστήματος.
Μια δομή εξουσίας χωρίς διαχωρισμούς
Οι πληροφορίες που συλλέγονται από τις υπηρεσίες ασφαλείας, αντί να προστατεύουν το δημόσιο συμφέρον, φαίνεται να καταλήγουν πρώτα στα χέρια των συμμοριών. Οι επιχειρήσεις διαρρέουν, οι συλλήψεις αποτυγχάνουν, και οι λίγοι αξιωματικοί που προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους σωστά απομακρύνονται ή εκβιάζονται.
Η περίπτωση της AMP απλώς έτυχε να αποκαλυφθεί. Πίσω της, όμως, κρύβεται ένα δίκτυο δεκάδων αστυνομικών και κρατικών λειτουργών που υπηρετούν ως οδηγοί, σωματοφύλακες, μεσάζοντες ή «αγγελιοφόροι» ισχυρών εγκληματιών. Κάποιοι φορούν ακόμη τη στολή, άλλοι βρίσκονται στη φυλακή ή δραστηριοποιούνται υπό την κάλυψη εταιρειών ιδιωτικής ασφάλειας.
Η σιωπή της κορυφής
Σε ένα κράτος δικαίου, μια τέτοια αποκάλυψη θα οδηγούσε σε παραιτήσεις, ανακρίσεις και πολιτική κρίση:
- Ο αρχηγός της Αστυνομίας θα έπρεπε να λογοδοτήσει ενώπιον της δικαιοσύνης.
- Ο επικεφαλής της AMP θα έπρεπε να απομακρυνθεί αμέσως.
- Ο Υπουργός Εσωτερικών θα έπρεπε να παραιτηθεί.
Ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα γνωρίζει –σύμφωνα με τους επικριτές του– πως η πολιτική του επιβίωση εξαρτάται από την προστασία που του παρέχουν τα κυκλώματα εξουσίας και οι εγκληματικές ελίτ που έχουν διεισδύσει στο κράτος. Οι «βαρώνοι» του εγκλήματος λειτουργούν ως ασπίδα, τόσο στις εκλογές όσο και στη διατήρηση της εξουσίας.
Όταν οι φυλακές γίνονται γραφεία εγκλήματος
Ακόμα και μέσα στις φυλακές, οι επικίνδυνοι κακοποιοί φέρονται να συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους ανενόχλητοι. Διαχειρίζονται επιχειρήσεις, δίνουν εντολές, και απολαμβάνουν πολυτέλεια που θυμίζει περισσότερο ξενοδοχείο παρά σωφρονιστικό ίδρυμα. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, που θα έπρεπε να είναι οι φύλακες του κράτους, συχνά λειτουργούν σαν προσωπικό εξυπηρέτησης των «VIP» της μαφίας.
Ένα κράτος αιχμάλωτο
Η σημερινή πραγματικότητα δείχνει πως δεν μιλάμε πλέον για «μερικούς διεφθαρμένους αστυνομικούς». Μιλάμε για μια ολόκληρη δομή εξουσίας που στηρίζεται στην εγκληματική διαπλοκή. Οι καριέρες χτίζονται όχι πάνω στη νομιμότητα, αλλά πάνω στην πίστη προς τα κυκλώματα. Το κράτος είναι χωρισμένο σε περιοχές επιρροής, όπου κάθε εγκληματική ομάδα έχει τον δικό της αστυνομικό, εισαγγελέα και πολιτικό προστάτη.
Η ψευδαίσθηση της μεταρρύθμισης
Κάθε συζήτηση για «μεταρρύθμιση της αστυνομίας» ή «εκκαθάριση του συστήματος» μοιάζει μάταιη, όσο το ίδιο το κράτος λειτουργεί υπό τον έλεγχο αυτών που θα έπρεπε να διώκει. Δεν μπορείς να καθαρίσεις ένα σύστημα όταν το έγκλημα βρίσκεται στο τιμόνι του.
Η μόνη ελπίδα για την Αλβανία είναι μια πολιτική πράξη χωρίς συμβιβασμούς – μια σύγκρουση με όλο το δίκτυο εξουσίας που έχει μετατρέψει το έγκλημα σε θεσμό. Είναι ένας αγώνας δύσκολος και επώδυνος, αλλά απαραίτητος, αν η χώρα θέλει να ξανακερδίσει το κράτος δικαίου.
Διαβάστε ακόμη

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών