Του Παναγιώτη Μπάρκα
Προχθές, στις 12 Αυγούστου, στο Γεωργουτσάτι, οργανώθηκε από την αδελφότητα των εν Ηπείρω Άνω Δροπολιτών σε συνεργασία με το Δήμο Δρόπολης και Πωγωνίου μια εκδήλωση αφιερωμένη, κατά τους διοργανωτές, στα δικά μας μεγάλα ονόματα κλαρινοπαικτών, αλλά και στην παράδοση τραγουδιού, χορού και ενδυμασιών.
Όντως, ήταν εκεί, πολλοί νέοι και νέες, παιδιά, άνδρες, γυναίκες και παρήλικες, με την προσπάθειά τους να φέρουν ό τι καλύτερο γνωρίζουν και διαθέτουν για την λαμπρή παράδοσή μας. Και πρέπει ασφαλώς να τους συγχαρούμε, αυτούς και όσους άλλους συμβάλουν στη δική τους προσπάθεια! Ήταν και πολύς κόσμος για να παρακολουθήσει…! (Δεν κατάφερε να μετάσχει, όπως ορίζει η παράδοση) Όλο αυτό το φως, πασχίζει να μηνύσει ότι η ελπίδα είναι ζωντανή, δε σβήνει, τόσο προς το δημογραφικό στοιχείο, άλλο τόσο προς τους φορείς της παράδοσης.
Η εκδήλωση όμως, για μια ακόμη φορά, (και όχι μόνο αυτή) έφερε στο δυνατό φως τα μείζονα προβλήματα που οφείλουν να αντιμετωπίσουν οι υπεύθυνοι που ασχολούνται με την διατήρηση, προβολή και εμπέδωση της παράδοσής μας. Σημειώνουμε μερικά.
Μια όμως παρένθεση στην αρχή. Νομίζω, ότι την κρίση δεν μου επιτρέπει απλώς η επαγγελματική θέση του καθηγητή Λαογραφίας, αλλά περισσότερο το γεγονός ότι τη δεκαετία του 80’ ήμουν μόλις 25 ετών και παρά το βάρος του δικτατορικού καθεστώτος, από τη θέση του δημοσιογράφου της εκπομπής στην μητρική γλώσσα στο ραδιοφωνικό σταθμό Αργυροκάστρου, γκρέμισα τα τείχη που εμπόδιζαν την επικοινωνία στη μουσική μας παράδοση με την ελληνική Ήπειρο. Τότε ακούστηκαν για πρώτη φορά από την εκπομπή αυτή τα ίδια τραγούδια, οι ίδιες μελωδίες με την υπόλοιπη Ήπειρο. Άκουγα ώρες ολόκληρες τις ηχογραφήσεις της οικογένειας Μάστορα και του γνωστού Γ. Τσιτσή από τη Γράψη, για να υποδείξω στα νέα παιδιά τότε, τον Βέρδη και τον Γκιώκα, τον Γρ. Μπάτζιο, το Γ. Μαγλάρα και άλλους, τα μονοπάτια της παράδοσής μας, ώστε, στη συνέχεια να αποτελέσουν οι ηχογραφήσεις τους την μεγάλη αγάπη των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών. Βγάλαμε από τις κομπανίες τους τα ακορντεόν και ό τι άλλο δε θύμιζε τη γνήσια παράδοση μας, την οποία είχε νοθέψει σε μεγάλο βαθμό το καθεστώς μέσα από γνωστά σοσιαλιστικά «παραδοσιακά» σχήματα.
Σκληρότερος ο αγώνας για την ποιότητα των πολυφωνικών απ΄ όλες τις περιοχές μας, -τη Φοινίκη, τη Γράβα, τη Λειβαδιά, τον Θεολόγο, την Πολύτσανη, το Λόγγο κλπ. Και δεν ήταν λίγες οι ηχογραφήσεις μας. Περίπου 500 τραγούδια, χοροί και σκοποί, κάτι που μπορεί να ζηλέψει σήμερα και το καλύτερο δισκογραφικό στούντιο. Δίναμε μάχη στον εσωτερικό κομματικό πυρήνα του ραδιοφώνου για την τήρηση της παράδοσης ως ενιαία Ήπειρο. (Διατηρώ ακόμα κομμάτια από τις γραπτές μου αναφορές που αφορούν την αρχή αυτή). Μάχες για την τήρηση και σεβασμό του περιεχομένου της μουσικής μας παράδοσης. Μάχες για την απαλλαγή των μουσικών από τη κομματική ρετσινιά της κακής βιογραφίας. «Είσαι πολύ νέος και θέτεις σε κίνδυνο τη θέση σου με τις ευθύνες που αναλαμβάνεις» μου είπε ο τότε κομματάρχης της Πάνω Δρόπολης, όταν εγώ παρείχα εγγυήσεις για συγκεκριμένη κομπανία της περιοχής για να ηχογραφήσει τραγούδια και χορούς στο στούντιο του κομματικού ραδιοφώνου.
Μάχες με τα καρφιά που μόλις άκουγαν στο ραδιόφωνο τέτοια τραγούδια όπως «Δέλβινο και Τσαμουριά» ή και «Ανάμεσα τρεις θάλασσες» έτρεχαν να μας καρφώσουν για ελληνική σοβινιστική προπαγάνδα και άιντε να ξεμπλέξεις…. Κλείνω την παρένθεση σημειώνοντας ότι δε ζητώ αναγνώριση του έργου αυτού από κάποιον, αλλά ανέφερα τα παραπάνω για να δικαιολογήσω το δικαίωμα της κρίσης μου.
1. Γενικώς, έχουμε την αντίληψη ότι η πολιτιστική παράδοση και κληρονομιά,
αποτελεί απλώς ευκαιρία για πεζή και κούφια διασκέδαση,… χαρά! Όχι! Ο παραδοσιακός πολιτισμός αποτελεί ένα είδος τέρψεως, αλλά περισσότερο την ασφαλή λεωφόρο πατριδογνωσίας και ταυτότητας (πολιτισμική και εθνική), που ταξιδεύει το σύμπαν του ΕΙΝΑΙ μας σε αιώνες πριν, που σαγηνεύει και γιατρεύει την ψυχή του καθενός και του συνόλου. Αποτελεί την τέλεια ανάταση και διάπλασή της. Και το πετυχαίνει μέσω της επικοινωνίας με τη ηπειρώτικη φύση, σε κοινό μονοπάτι με τους ανθρώπινους καημούς, κωδικοποιημένους σε επιθυμίες και ελπίδες μέσα από τη δημώδη μουσική, στηριζόμενη στο ακατανίκητο ηπειρωτικό μοιρολόι. Συνεπώς, δεν μπορεί να εννοηθεί σαν μια παράσταση με «καλλιτέχνες» και θεατές, παρά μόνο ως μια μεγάλη σκηνή που όλοι έχουν ένα συγκεκριμένο ρόλο σεβόμενοι αυστηρά (ως συνέχεια) την κάθε λεπτομέρεια που οι αιώνιοι προγονοί μας λάξευσαν με τόσο προσοχή, μεράκι και σκοπό.
2. Συνεπώς, άλλο είναι να μαθαίνεις παραδοσιακούς χορούς και τραγούδια, έστω
και ως φορέας και ταυτόχρονα δημιουργός, και άλλο να διατηρήσεις την παράδοση και να την προβάλεις. Αν και δεν υπάρχουν κάθετες και δεδομένες διαχωριστικές γραμμές, το πρώτο είναι σε μεγάλο βαθμό προσωπική ευθύνη και ελευθερία, (πώς θα χορέψει, πώς θα τραγουδήσει το άτομο) όπου η κοινότητα ενδιαφέρεται για έναν διευρυμένο κύκλο φορέων της παράδοσής της και το άτομο προσδιορίζει τον εαυτό του στο πλαίσιο της κοινής παράδοσης.
Το δεύτερο, στις σημερινές καταστάσεις κρίσης για την παράδοση και ολόπλευρες επιθέσεις και παρεμβάσεις, προϋποθέτει και απαιτεί έρευνα και επιστήμη! Το άτομο σέβεται την παράδοση εντός του συνόλου, αλλά πειθαρχημένα στις απαιτήσεις που προκύπτουν από επιστημονική έρευνα και σοβαρότητα, επί της παράδοσης. (Πώς θα είναι η ενδυμασία,- προχθές είδαμε χορευτικό όπου στις 12 χορεύτριες με δροπολίτικη στολή δεν εντόπιζες δύο όμοιες στολές(!!) Ποια η ποιότητα των υφασμάτων, των χρωμάτων, του κεντήματος. Ποια είναι τα μοτίβα που ταξίδεψαν στους αιώνες στη δροπολίτικη μπροστέλα, τη σκούφια, το γελέκι, τις κάλτσες…! Ή, πώς επιτρέπουν οι αρμόδιοι τόση απομίμηση χρυσού στη Δροπολίτικη ενδυμασία όταν η αιώνια παράδοση δεν υπαγορεύει κάτι τέτοιο.) Αυτή η επιστημονική πειθαρχία βοηθάει να ξεχωρίσουμε τον τοπικό χαρακτήρα του χορού (Κώσταντας, Γκάϊντα, Γκόλφο, Βλάχα, Πογωνήσιο, Τσακιστό, Μπεράτι κλπ) από τους ίδιους χορούς σε άλλες τοπικές παραδόσεις. Το ξεχωριστό ήθος και ύφος. Η γενίκευση δεν αποτελεί λαογραφική παράδοση.
Να μάθουμε τι στην ουσία είναι το πολυφωνικό τραγούδι. Ότι στη βάση του ίσου υφαίνονται δύο και τρεις επιπλέον φωνές. (Και θα πρέπει να πάψουν να εμφανίζονται ως πολυφωνικά τα μονοφωνικά και διφωνικά τραγούδια που ακούμε στις λαογραφικές «σκηνές» μας. Να ξεχωρίζουμε το πολυφωνικό της Άνω Δρόπολης, από την Κάτω, του Πωγωνιού από τη Ρίζα, του Βούρκου από τα Ριζά κλπ.
3. Η «επιστήμη» στην προκειμένη περίπτωση αφορά την τυπική, την
φαινομενική διάσταση. Όχι την ουσία! Η ουσία εγχαράσσεται σε μια πολύπλευρη σχέση, με βασική συνιστώσα την επικοινωνία του Ηπειρώτη με τη φύση. Ο λαϊκός «καλλιτέχνης» προκύπτει ως η καλύτερη αποκωδικοποίηση και αποδεχτή μεταφορά αυτής της επικοινωνίας με τη φύση στο κοινό. Δεν υπάρχουν δεδομένα πεντάγραμμα, νότες, κλίμακες. Όχι! Υπάρχει ένα προσωπικό ύφος που αναπτύσσεται στο ήθος που ορίζει η σχέση του Ηπειρώτη με τη φύση. Υπάρχει ένα πλαίσιο στο οποίο κυμαίνονται τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα. Οι νότες και οι κλίμακες λυγίζουν, απλουστεύουν, κονταίνουν , μακραίνουν ανά περίσταση. Αλλά πάντα αποκωδικοποιώντας τους μουσικούς κώδικες της φύσης στην ανθρώπινη επικοινωνία και εκδήλωση, στην έκφραση του πόνου , του καημού, του έρωτα και της προσδοκίας, στην τέλεια συνύφανση της παράδοσης με τον στιγμιαίο αυτοσχεδιασμό, στην άριστη ταύτιση του ήχου του κλαρίνου με την κίνηση του σώματος και την ανάγνωση του ψυχικού κόσμου του χορευτή, στο πανηγύρι! Η δημοτική μουσική δεν μαθαίνεται στα θρανία, γιατί δεν μπορεί να κλειστεί στους τέσσερις τοίχους. Ο Δάσκαλος απλώς χαράσσει χνάρι και ο μαθητής για να γίνει καλός θα πρέπει να αποχτήσει το δικό του προσωπικό ύφος στην αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου σύμπαντος σε σχέση με τη φύση. Έξω από αυτή τη σχέση δεν μπορεί να υπάρξει λαογραφία και λαϊκός πολιτισμός. Παρά μόνο απομιμήσεις, στις οποίες, όταν ανοίγουμε την κάνουλα της εμπορευματοποίησης και του καταναλωτισμού, έχουμε καταφέρει θανάσιμο πλήγμα στον παραδοσιακό μας πολιτισμό. (Δυστυχώς, σήμερα λέμε λόγου χάρη, καλό κλαρίνο εκείνο που παίζει σωστά, σταθερά και πειθαρχημένα καλλιτεχνικά τις «λαϊκές νότες», ή που μιμείται καλύτερα τα μοτίβα των πατεράδων των ηπειρώτικου κλαρίνου, που είναι προϊόν των κωδικοποιημένων ακουσμάτων της φύσης και της ανθρώπινης ψυχής!) Ας μη λησμονούμε ότι ο λαϊκός μας πολιτισμός είναι από τους πιο αρχαίους δρόσους πολιτισμούς. Κατάφερε να επιβιώσει εξελισσόμενος και ανταποκρινόμενος στις καταστάσεις, χωρίς όμως ποτέ να εγκαταλείψει τον βασικό κανόνα, την επικοινωνία με τη φύση και την παράδοση. Αυτό που εμείς κάνουμε σήμερα είναι η αξιοποίηση της παράδοσης για εφήμερους σκοπούς που σκοτώνει την πραγματική παράδοση!
4. Ναι είναι σωστό ότι η λαϊκή παράδοση έχει χαρακτηριστικό την ιδιαίτερη
τοπική παράδοση. Όμως, μόνο ως ιδιαίτερη τοπική έκφραση της γενικότερης παράδοσης. Έτσι, τα κλαρίνα της Δρόπολης, για τα οποία έγινε λόγος στην εκδήλωση στο Γεωργουτσάτι, δεν ήταν απομονωμένα από τα υπόλοιπα της Ηπείρου, στο σημερινό Πωγώνι και τα Ζαγοροχώρια. Μάλιστα υπάρχει και οικογενειακή συνέχεια. Η μουσική τους, όπως της οικογένειας Μάστορα, δεν διέφερε ποιοτικά σε τίποτε από τους Χαλκιάδες, τον Χαρισιάδη, του Ζούμπα στην σημερινή Ελλάδα. Στη λαογραφία και στη μουσική παράδοση τα σύνορα στάθηκαν αδύνατα να χωρίσουν την Ήπειρο. Άρα είναι λάθος, απ΄ όλες τις πλευρές να μιλούμε με τόση απομόνωση και με την ίδια αποσπασματική προσέγγιση για την παράδοση, λόγου χάρη της μουσικής παράδοσης της Δρόπολης. Τόσο το χειρότερο όταν είναι γνωστό ότι η μουσική παράδοση της Ηπείρου αποτελεί μια διαχρονική γέφυρα επικοινωνίας με τη μουσική παράδοση των πιο γνωστών κέντρων παγκοσμίως.
5. Ένα τέτοιο έργο απαιτεί σοβαρότητα, γνώσεις, έρευνα, τεκμήρια. Ο
ερασιτεχνισμός, ο εμπειρισμός, ο αυτοσχεδιασμός, ο αυθορμητισμός, η προχειρότητα, όπως και οι προσπάθειες παρουσίασης και κατοχύρωσης τέτοιων εκδηλώσεων ως άρτιες, έστω και ως δικαιολογία ότι στις σημερινές καταστάσεις καλά είναι κι΄αυτά που κάνουμε, στρέφονται κατά της παράδοσης μας , κατά των αξιών της, είτε ως διαστρεβλώσεις και παραμορφώσεις, είτε ως αποσιώπησης της πραγματικότητας, είτε ως υποβάθμιση. Και δεν είπα ότι γίνεται κάτι εσκεμμένα … Λέω ότι απαιτείται σοβαρότητα και επιστράτευση του επιστημονικού μας κόσμου…!!!
14 Αυγούστου 2019
πηγή: facebook.com/panibar2011/
Προχθές, στις 12 Αυγούστου, στο Γεωργουτσάτι, οργανώθηκε από την αδελφότητα των εν Ηπείρω Άνω Δροπολιτών σε συνεργασία με το Δήμο Δρόπολης και Πωγωνίου μια εκδήλωση αφιερωμένη, κατά τους διοργανωτές, στα δικά μας μεγάλα ονόματα κλαρινοπαικτών, αλλά και στην παράδοση τραγουδιού, χορού και ενδυμασιών.
Όντως, ήταν εκεί, πολλοί νέοι και νέες, παιδιά, άνδρες, γυναίκες και παρήλικες, με την προσπάθειά τους να φέρουν ό τι καλύτερο γνωρίζουν και διαθέτουν για την λαμπρή παράδοσή μας. Και πρέπει ασφαλώς να τους συγχαρούμε, αυτούς και όσους άλλους συμβάλουν στη δική τους προσπάθεια! Ήταν και πολύς κόσμος για να παρακολουθήσει…! (Δεν κατάφερε να μετάσχει, όπως ορίζει η παράδοση) Όλο αυτό το φως, πασχίζει να μηνύσει ότι η ελπίδα είναι ζωντανή, δε σβήνει, τόσο προς το δημογραφικό στοιχείο, άλλο τόσο προς τους φορείς της παράδοσης.
Η εκδήλωση όμως, για μια ακόμη φορά, (και όχι μόνο αυτή) έφερε στο δυνατό φως τα μείζονα προβλήματα που οφείλουν να αντιμετωπίσουν οι υπεύθυνοι που ασχολούνται με την διατήρηση, προβολή και εμπέδωση της παράδοσής μας. Σημειώνουμε μερικά.
Μια όμως παρένθεση στην αρχή. Νομίζω, ότι την κρίση δεν μου επιτρέπει απλώς η επαγγελματική θέση του καθηγητή Λαογραφίας, αλλά περισσότερο το γεγονός ότι τη δεκαετία του 80’ ήμουν μόλις 25 ετών και παρά το βάρος του δικτατορικού καθεστώτος, από τη θέση του δημοσιογράφου της εκπομπής στην μητρική γλώσσα στο ραδιοφωνικό σταθμό Αργυροκάστρου, γκρέμισα τα τείχη που εμπόδιζαν την επικοινωνία στη μουσική μας παράδοση με την ελληνική Ήπειρο. Τότε ακούστηκαν για πρώτη φορά από την εκπομπή αυτή τα ίδια τραγούδια, οι ίδιες μελωδίες με την υπόλοιπη Ήπειρο. Άκουγα ώρες ολόκληρες τις ηχογραφήσεις της οικογένειας Μάστορα και του γνωστού Γ. Τσιτσή από τη Γράψη, για να υποδείξω στα νέα παιδιά τότε, τον Βέρδη και τον Γκιώκα, τον Γρ. Μπάτζιο, το Γ. Μαγλάρα και άλλους, τα μονοπάτια της παράδοσής μας, ώστε, στη συνέχεια να αποτελέσουν οι ηχογραφήσεις τους την μεγάλη αγάπη των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών. Βγάλαμε από τις κομπανίες τους τα ακορντεόν και ό τι άλλο δε θύμιζε τη γνήσια παράδοση μας, την οποία είχε νοθέψει σε μεγάλο βαθμό το καθεστώς μέσα από γνωστά σοσιαλιστικά «παραδοσιακά» σχήματα.
Σκληρότερος ο αγώνας για την ποιότητα των πολυφωνικών απ΄ όλες τις περιοχές μας, -τη Φοινίκη, τη Γράβα, τη Λειβαδιά, τον Θεολόγο, την Πολύτσανη, το Λόγγο κλπ. Και δεν ήταν λίγες οι ηχογραφήσεις μας. Περίπου 500 τραγούδια, χοροί και σκοποί, κάτι που μπορεί να ζηλέψει σήμερα και το καλύτερο δισκογραφικό στούντιο. Δίναμε μάχη στον εσωτερικό κομματικό πυρήνα του ραδιοφώνου για την τήρηση της παράδοσης ως ενιαία Ήπειρο. (Διατηρώ ακόμα κομμάτια από τις γραπτές μου αναφορές που αφορούν την αρχή αυτή). Μάχες για την τήρηση και σεβασμό του περιεχομένου της μουσικής μας παράδοσης. Μάχες για την απαλλαγή των μουσικών από τη κομματική ρετσινιά της κακής βιογραφίας. «Είσαι πολύ νέος και θέτεις σε κίνδυνο τη θέση σου με τις ευθύνες που αναλαμβάνεις» μου είπε ο τότε κομματάρχης της Πάνω Δρόπολης, όταν εγώ παρείχα εγγυήσεις για συγκεκριμένη κομπανία της περιοχής για να ηχογραφήσει τραγούδια και χορούς στο στούντιο του κομματικού ραδιοφώνου.
Μάχες με τα καρφιά που μόλις άκουγαν στο ραδιόφωνο τέτοια τραγούδια όπως «Δέλβινο και Τσαμουριά» ή και «Ανάμεσα τρεις θάλασσες» έτρεχαν να μας καρφώσουν για ελληνική σοβινιστική προπαγάνδα και άιντε να ξεμπλέξεις…. Κλείνω την παρένθεση σημειώνοντας ότι δε ζητώ αναγνώριση του έργου αυτού από κάποιον, αλλά ανέφερα τα παραπάνω για να δικαιολογήσω το δικαίωμα της κρίσης μου.
1. Γενικώς, έχουμε την αντίληψη ότι η πολιτιστική παράδοση και κληρονομιά,
αποτελεί απλώς ευκαιρία για πεζή και κούφια διασκέδαση,… χαρά! Όχι! Ο παραδοσιακός πολιτισμός αποτελεί ένα είδος τέρψεως, αλλά περισσότερο την ασφαλή λεωφόρο πατριδογνωσίας και ταυτότητας (πολιτισμική και εθνική), που ταξιδεύει το σύμπαν του ΕΙΝΑΙ μας σε αιώνες πριν, που σαγηνεύει και γιατρεύει την ψυχή του καθενός και του συνόλου. Αποτελεί την τέλεια ανάταση και διάπλασή της. Και το πετυχαίνει μέσω της επικοινωνίας με τη ηπειρώτικη φύση, σε κοινό μονοπάτι με τους ανθρώπινους καημούς, κωδικοποιημένους σε επιθυμίες και ελπίδες μέσα από τη δημώδη μουσική, στηριζόμενη στο ακατανίκητο ηπειρωτικό μοιρολόι. Συνεπώς, δεν μπορεί να εννοηθεί σαν μια παράσταση με «καλλιτέχνες» και θεατές, παρά μόνο ως μια μεγάλη σκηνή που όλοι έχουν ένα συγκεκριμένο ρόλο σεβόμενοι αυστηρά (ως συνέχεια) την κάθε λεπτομέρεια που οι αιώνιοι προγονοί μας λάξευσαν με τόσο προσοχή, μεράκι και σκοπό.
2. Συνεπώς, άλλο είναι να μαθαίνεις παραδοσιακούς χορούς και τραγούδια, έστω
και ως φορέας και ταυτόχρονα δημιουργός, και άλλο να διατηρήσεις την παράδοση και να την προβάλεις. Αν και δεν υπάρχουν κάθετες και δεδομένες διαχωριστικές γραμμές, το πρώτο είναι σε μεγάλο βαθμό προσωπική ευθύνη και ελευθερία, (πώς θα χορέψει, πώς θα τραγουδήσει το άτομο) όπου η κοινότητα ενδιαφέρεται για έναν διευρυμένο κύκλο φορέων της παράδοσής της και το άτομο προσδιορίζει τον εαυτό του στο πλαίσιο της κοινής παράδοσης.
Το δεύτερο, στις σημερινές καταστάσεις κρίσης για την παράδοση και ολόπλευρες επιθέσεις και παρεμβάσεις, προϋποθέτει και απαιτεί έρευνα και επιστήμη! Το άτομο σέβεται την παράδοση εντός του συνόλου, αλλά πειθαρχημένα στις απαιτήσεις που προκύπτουν από επιστημονική έρευνα και σοβαρότητα, επί της παράδοσης. (Πώς θα είναι η ενδυμασία,- προχθές είδαμε χορευτικό όπου στις 12 χορεύτριες με δροπολίτικη στολή δεν εντόπιζες δύο όμοιες στολές(!!) Ποια η ποιότητα των υφασμάτων, των χρωμάτων, του κεντήματος. Ποια είναι τα μοτίβα που ταξίδεψαν στους αιώνες στη δροπολίτικη μπροστέλα, τη σκούφια, το γελέκι, τις κάλτσες…! Ή, πώς επιτρέπουν οι αρμόδιοι τόση απομίμηση χρυσού στη Δροπολίτικη ενδυμασία όταν η αιώνια παράδοση δεν υπαγορεύει κάτι τέτοιο.) Αυτή η επιστημονική πειθαρχία βοηθάει να ξεχωρίσουμε τον τοπικό χαρακτήρα του χορού (Κώσταντας, Γκάϊντα, Γκόλφο, Βλάχα, Πογωνήσιο, Τσακιστό, Μπεράτι κλπ) από τους ίδιους χορούς σε άλλες τοπικές παραδόσεις. Το ξεχωριστό ήθος και ύφος. Η γενίκευση δεν αποτελεί λαογραφική παράδοση.
Να μάθουμε τι στην ουσία είναι το πολυφωνικό τραγούδι. Ότι στη βάση του ίσου υφαίνονται δύο και τρεις επιπλέον φωνές. (Και θα πρέπει να πάψουν να εμφανίζονται ως πολυφωνικά τα μονοφωνικά και διφωνικά τραγούδια που ακούμε στις λαογραφικές «σκηνές» μας. Να ξεχωρίζουμε το πολυφωνικό της Άνω Δρόπολης, από την Κάτω, του Πωγωνιού από τη Ρίζα, του Βούρκου από τα Ριζά κλπ.
3. Η «επιστήμη» στην προκειμένη περίπτωση αφορά την τυπική, την
φαινομενική διάσταση. Όχι την ουσία! Η ουσία εγχαράσσεται σε μια πολύπλευρη σχέση, με βασική συνιστώσα την επικοινωνία του Ηπειρώτη με τη φύση. Ο λαϊκός «καλλιτέχνης» προκύπτει ως η καλύτερη αποκωδικοποίηση και αποδεχτή μεταφορά αυτής της επικοινωνίας με τη φύση στο κοινό. Δεν υπάρχουν δεδομένα πεντάγραμμα, νότες, κλίμακες. Όχι! Υπάρχει ένα προσωπικό ύφος που αναπτύσσεται στο ήθος που ορίζει η σχέση του Ηπειρώτη με τη φύση. Υπάρχει ένα πλαίσιο στο οποίο κυμαίνονται τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα. Οι νότες και οι κλίμακες λυγίζουν, απλουστεύουν, κονταίνουν , μακραίνουν ανά περίσταση. Αλλά πάντα αποκωδικοποιώντας τους μουσικούς κώδικες της φύσης στην ανθρώπινη επικοινωνία και εκδήλωση, στην έκφραση του πόνου , του καημού, του έρωτα και της προσδοκίας, στην τέλεια συνύφανση της παράδοσης με τον στιγμιαίο αυτοσχεδιασμό, στην άριστη ταύτιση του ήχου του κλαρίνου με την κίνηση του σώματος και την ανάγνωση του ψυχικού κόσμου του χορευτή, στο πανηγύρι! Η δημοτική μουσική δεν μαθαίνεται στα θρανία, γιατί δεν μπορεί να κλειστεί στους τέσσερις τοίχους. Ο Δάσκαλος απλώς χαράσσει χνάρι και ο μαθητής για να γίνει καλός θα πρέπει να αποχτήσει το δικό του προσωπικό ύφος στην αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου σύμπαντος σε σχέση με τη φύση. Έξω από αυτή τη σχέση δεν μπορεί να υπάρξει λαογραφία και λαϊκός πολιτισμός. Παρά μόνο απομιμήσεις, στις οποίες, όταν ανοίγουμε την κάνουλα της εμπορευματοποίησης και του καταναλωτισμού, έχουμε καταφέρει θανάσιμο πλήγμα στον παραδοσιακό μας πολιτισμό. (Δυστυχώς, σήμερα λέμε λόγου χάρη, καλό κλαρίνο εκείνο που παίζει σωστά, σταθερά και πειθαρχημένα καλλιτεχνικά τις «λαϊκές νότες», ή που μιμείται καλύτερα τα μοτίβα των πατεράδων των ηπειρώτικου κλαρίνου, που είναι προϊόν των κωδικοποιημένων ακουσμάτων της φύσης και της ανθρώπινης ψυχής!) Ας μη λησμονούμε ότι ο λαϊκός μας πολιτισμός είναι από τους πιο αρχαίους δρόσους πολιτισμούς. Κατάφερε να επιβιώσει εξελισσόμενος και ανταποκρινόμενος στις καταστάσεις, χωρίς όμως ποτέ να εγκαταλείψει τον βασικό κανόνα, την επικοινωνία με τη φύση και την παράδοση. Αυτό που εμείς κάνουμε σήμερα είναι η αξιοποίηση της παράδοσης για εφήμερους σκοπούς που σκοτώνει την πραγματική παράδοση!
4. Ναι είναι σωστό ότι η λαϊκή παράδοση έχει χαρακτηριστικό την ιδιαίτερη
τοπική παράδοση. Όμως, μόνο ως ιδιαίτερη τοπική έκφραση της γενικότερης παράδοσης. Έτσι, τα κλαρίνα της Δρόπολης, για τα οποία έγινε λόγος στην εκδήλωση στο Γεωργουτσάτι, δεν ήταν απομονωμένα από τα υπόλοιπα της Ηπείρου, στο σημερινό Πωγώνι και τα Ζαγοροχώρια. Μάλιστα υπάρχει και οικογενειακή συνέχεια. Η μουσική τους, όπως της οικογένειας Μάστορα, δεν διέφερε ποιοτικά σε τίποτε από τους Χαλκιάδες, τον Χαρισιάδη, του Ζούμπα στην σημερινή Ελλάδα. Στη λαογραφία και στη μουσική παράδοση τα σύνορα στάθηκαν αδύνατα να χωρίσουν την Ήπειρο. Άρα είναι λάθος, απ΄ όλες τις πλευρές να μιλούμε με τόση απομόνωση και με την ίδια αποσπασματική προσέγγιση για την παράδοση, λόγου χάρη της μουσικής παράδοσης της Δρόπολης. Τόσο το χειρότερο όταν είναι γνωστό ότι η μουσική παράδοση της Ηπείρου αποτελεί μια διαχρονική γέφυρα επικοινωνίας με τη μουσική παράδοση των πιο γνωστών κέντρων παγκοσμίως.
5. Ένα τέτοιο έργο απαιτεί σοβαρότητα, γνώσεις, έρευνα, τεκμήρια. Ο
ερασιτεχνισμός, ο εμπειρισμός, ο αυτοσχεδιασμός, ο αυθορμητισμός, η προχειρότητα, όπως και οι προσπάθειες παρουσίασης και κατοχύρωσης τέτοιων εκδηλώσεων ως άρτιες, έστω και ως δικαιολογία ότι στις σημερινές καταστάσεις καλά είναι κι΄αυτά που κάνουμε, στρέφονται κατά της παράδοσης μας , κατά των αξιών της, είτε ως διαστρεβλώσεις και παραμορφώσεις, είτε ως αποσιώπησης της πραγματικότητας, είτε ως υποβάθμιση. Και δεν είπα ότι γίνεται κάτι εσκεμμένα … Λέω ότι απαιτείται σοβαρότητα και επιστράτευση του επιστημονικού μας κόσμου…!!!
14 Αυγούστου 2019
πηγή: facebook.com/panibar2011/
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑ ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΟΧΗ ΚΑΙ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΤΟ ΓΕΩΡΓΟΥΤΣΑΤΙ.ΗΤΑΝ Η ΠΡΩΤΗ ΜΟΥ,ΠΕΡΥΣΙ ΔΕΝ ΚΑΤΑΦΕΡΑ ΝΑ ΠΑΡΑΒΡΕΘΩ.ΝΟΜΙΖΩ ΠΩΣ ΚΑΝΕΤΕ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΛΑΘΟΣ ΠΑΡΟΤΙ ΛΑΟΓΡΑΦΟΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΣ.ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΟΙ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΙΑ...ΚΑΙ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΠΩΣ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΔΟΥΛΕΨΑΝ ΓΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ''ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΙΚΟ'' ΠΡΑΓΜΑ ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΟΛΑ ΑΥΤΑ.ΟΠΟΙΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΕΝΤΡΙΦΙΣΕΙ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΕΧΕΙ ΚΑΘΕ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙ...ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΝΑ ΞΕΠΟΝΕΣΟΥΝ,ΝΑ ΑΝΤΑΜΩΣΟΥΝ,ΝΑ ΜΟΙΡΑΣΤΟΥΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΕΝΟΥΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΝΑ ΑΝΤΑΜΩΣΟΥΝ,ΝΑ ΞΕΠΟΝΕΣΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΟΙΡΑΣΤΟΥΝ ΞΕΡΟΥΝ ΠΩΣ Η ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΜΟΡΦΗΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΤΟΧΟ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ.ΕΚΕΙ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΣΥΝΤΕΛΟΥΝΑΙ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΚΡΑΔΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΕΚΕΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΤΟΠΟΣ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΘΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ.ΤΑ ΑΛΛΑ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΣΗΜΑΝΤΑ ΑΛΛΑ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΔΙΑΛΟΓΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ.ΚΟΝΤΟΛΟΓΙΣ ,ΘΕΩΡΩ ΠΩΣ Η ΕΝ ΛΟΓΩ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΑΣ ΣΥΓΚΙΝΗΣΕ ΒΑΘΕΙΑ ΑΡΑ ΕΚΠΛΗΡΩΣΕ ΤΟΝ ΣΤΟΧΟ ΤΗΣ.ΜΕ ΕΚΤΙΜΗΣΗ !Ο.ΛΙΟΥΛΙΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΚύριε ανώνυμε και συγκινημένε Ο.ΛΙΟΥΛΙΟΥ! Γύρνα λιγάκι τον χρόνο σου πίσω μήπως η συγκίνηση σου είναι προϊόν γονιδίων και όχι γνώσης;
ΑπάντησηΔιαγραφή