Η Δρόπολη στην περίοδο της Ανεξάρτητης Ηπειρωτικής Ηγεµονίας

Ο Μιχαήλ Κομνηνός Δούκας, νόθος γιος του «σεβαστοκράτορος» Ιωάννη Δούκα, αυτοδιορίστηκε αρχηγός και υπερασπιστής της Ηπείρου κατά των Λατίνων, χωρίς επίσημο τίτλο ή αξίωμά. Η εξουσία του περιλάβανε τη βυζαντινή διοίκηση του θέματος Νικοπόλεως που είχε κέντρο την Άρτα, δηλαδή την περιοχή που ήταν γνωστή ως Παλαιά Ήπειρος που ήταν ακόμα ελεύθερη και στην οποία άνηκε η επαρχία Δρυϊνουπόλεως, της οποίας οι κάτοικοι ήταν κυρίως ελληνόφωνοι. Λίγο πριν πεθάνει, περί το 1215, ήταν ο πραγματικός κυρίαρχος όλης της περιοχής από το Δυρράχιο ως την Ναύπακτο και ένα μέρος της Θεσσαλίας, µε πρωτεύουσα ξανά την Άρτα και τα Ιωάννινα, τα οποία ανέδειξε ως δεύτερο διοικητικό και αμυντικό κέντρο της Ηπείρου. Περί το τέλος του 1215, ο Μιχαήλ δολοφονήθηκε και τον διαδέχτηκε ο ετεροθαλής αδελφός του Θεόδωρος Κοµνηνός Δούκας, σύμφωνα με τον Μιχαήλ Ντασκαγιάννη στο «Το Δεσποτάτο της Ηπέιρου» και τον Κωνσταντίνο Μέκιο στο «Ιστορία της Ηπείρου». Κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του το κράτος της Ηπείρου έγινε σοβαρός ανταγωνιστής της αυτοκρατορίας της Νίκαιας και γνώρισε απίστευτη δόξα και λαμπρότητα -γενικά όλος ο Ελληνισμός καθόσον ο ηγεμόνας αυτός περιόρισε τους Λατίνους άρπαγες εντός των τειχών της Βασιλίδος.

Το ζήτημα της εξουσίας ανάμεσα στον Ηπειρωτικό κλήρο στις αρχές της εγκαθίδρυσης του Δεσποτάτου της Ηπείρου, το αντιλαμβανόμαστε ως ένα σημείο μέσα από μερικά γράμματα που αντάλλαξαν ο Ιωάννης ο Απόκαυκος µε τον Ιωάννη επίσκοπο Άρτας, σύμφωνα με τον Donald Nicol στο «Δεσποτάτο της Ηπείρου», οι οποίοι είχαν μεταξύ τους σοβαρές διαφωνίες. Όμως, οι σχέσεις του Απόκαυκου µε τους περισσότερους επισκόπους του ήταν πολύ φιλικές και οι αποφάσεις του σε θέματα πειθαρχίας και καθοδηγήσεως γίνονταν αποδεκτές από όλους. Στο βιβλίο «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου» του Donald Nicol, διαβάζουμε ότι το 1218 είχε μια διένεξη µε τον Θωμά, επίσκοπο Δρυϊνουπόλεως που αφορούσε μερικούς κληρικούς της περιοχής αυτής που είχαν στερηθεί τα δικαιώματά τους και είχαν καταφύγει στη Ναύπακτο. ∆εν γνωρίζουμε τους λόγους που ανάγκασαν τον επίσκοπο Θωμά να στερήσει από τα δικαιώματά τους αυτούς τους κληρικούς. Το ζήτημα τακτοποιήθηκε φιλικά τον Ιανουάριο του 1219 σε Σύνοδο στην Άρτα. Ο επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως Θωμάς είχε ενεργό δράση στα εκκλησιαστικά ζητήματα της περιοχής της Ηπείρου.

Στο βιβλίο «Ο χρόνος στέψης του ηγεμόνα της Ηπείρου Θεοδώρου Α΄Κοµνηνού» του Κοσμά Λαμπρόπουλου, τον Αύγουστο του 1227 , τον συναντάμε µε τους επισκόπους Ιωαννίνων, Βουθρωτού και Δραγοµετσίου µε επικεφαλής τον Απόκαυκο, σε Σύνοδο που συνήλθε στη Βόνιτσα, για την εκλογή επισκόπου Βελλάς και Βονίτσης και αναφέρεται ως επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως και το 1229. Στην ίδια σύνοδο ο ατυχής διάκονος Θεόδωρος Σημαδευμένος πήρε την άδεια να υποστηρίξει την υπόθεσή του, µη γνωρίζοντας το τέλος.

Ο δεσπότης Μιχαήλ Β΄ πέθανε περί το 1268 αφήνοντας µε τη διαθήκη του την Παλαιά Ήπειρο µε την Αιτωλία και την Ακαρνανία στο γιο του Νικηφόρο. Στο «Το Δεσποτάτο της Ηπείρου 1267-1479» του Donald Nicol, η επισκοπή Δρυϊνουπόλεως υπάρχει στους επισκοπικούς καταλόγους του αυτοκράτορα Μιχαήλ του Η΄ της Κων/πόλεως, ο οποίος ήταν αποφασισμένος να υποτάξει τη Βυζαντινή Εκκλησία στην Αγία Έδρα της Ρώµης για να προφυλάξει την αυτοκρατορία του από την είσοδο του στρατού του Καρόλου του Ανδεγαυού. Η Ένωση των δύο Εκκλησιών, της Ελληνικής και της Ρωμαϊκής διακηρύχθηκε το 1274, όμως δεν πραγματοποιήθηκε. Λίγο αργότερα το 1278, μεταξύ των επισκόπων που υπέγραψαν την εξαίρεση για το γάμο του Νικηφόρου µε την Άννα Παλαιολογίνα ήταν και ο επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως, Αλέξιος.

Σχετικές Δημοσιεύσεις

Σχόλια